ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΣΑΡΠΗΔΟΝΑΣ
Γιος του Δία και της Λαοδάμειας, που σκοτώθηκε από τον Πάτροκλο στον Τρωικό Πόλεμο. Κατά την περιγραφή που δίνει η Ιλιάδα,
βλέποντας ο Σαρπηδόνας τον Πάτροκλο να σκοτώνει πολλούς γενναίους
Τρώες, πρόσταξε τους δικούς του πολεμιστές να σταθούν. Αποφάσισε να
μονομαχήσει μαζί του, οπότε πήδηξε κάτω από το άρμα του. Τον είδε και ο
Πάτροκλος και κατέβηκε και αυτός από το δικό του. Ο Δίας, που τους
έβλεπε από ψηλά, καρδιοχτύπησε για τον γιο του, τον Σαρπηδόνα, και
σκεφτόταν πώς να τον γλιτώσει. Η σύζυγός του, η Ήρα,
τον άκουσε να κλαίγεται, αλλά δεν τον παρότρυνε να σώσει τον γιο του.
Αντιθέτως, του θύμισε ότι πολλών θεών οι γιοι πολεμούσαν στην Τροία και
ορισμένοι από αυτούς είχαν ήδη σκοτωθεί. Αν ο Δίας γλίτωνε τον
Σαρπηδόνα, τότε και άλλοι θεοί θα ήθελαν να σώσουν τους δικούς τους
γιους. Για τον λόγο αυτό, έπρεπε να αφήσει τον Πάτροκλο να τον σκοτώσει,
αν αυτή ήταν η μοίρα του. Ο Δίας με βαριά καρδιά συμφώνησε, και έβρεξε
ματωμένες σταγόνες βροχής στον κάμπο της Τροίας για να τιμήσει τον
θάνατο του γιου του. Πρώτος έριξε το ακόντιό
του ο Πάτροκλος και κάρφωσε τον υπασπιστή του Σαρπηδόνα. Μετά έριξε ο
Σαρπηδόνας και πέτυχε ένα από τα άλογα που ήταν ζευμένα στο άρμα του
Αχιλλέα (το οποίο είχε πάρει ο Πάτροκλος). Τότε όρμησαν κι οι δυο ο ένας
πάνω στον άλλο. Ο Σαρπηδόνας αστόχησε και πάλι, ο Πάτροκλος όμως τον
κτύπησε στο στήθος. Ο Σαρπηδόνας, πριν ξεψυχήσει, είπε στον εξάδελφο και
φίλο του Γλαύκο να πάρει τη θέση του στη μάχη και να αποτρέψει τους
Έλληνες από το να τον «σκυλεύσουν», δηλαδή να του πάρουν την αρματωσιά. Ο
Γλαύκος, επειδή ήταν κι αυτός πληγωμένος, παρακάλεσε τους θεούς να τον
θεραπεύσουν. Ο Απόλλων
τον άκουσε και τον έκανε καλά. Τότε ο Γλαύκος συγκέντρωσε τους ήρωες
της Τροίας και τους ζήτησε να δώσουν μάχη για το πτώμα του Σαρπηδόνα,
όπως και έγινε. Ο Πάτροκλος κάλεσε κι εκείνος σε βοήθεια Έλληνες ήρωες:
πρώτοι ήρθαν οι δύο Αίαντες. Και άρχισε η μάχη γύρω από το κουφάρι του
νεκρού ήρωα. Ο Δίας το τύλιξε στο σκοτάδι. Η έκβαση ήταν υπέρ των
Ελλήνων, καθώς ο Έκτορας δείλιασε προς στιγμή και υπεχώρησε. Τότε οι Έλληνες έβγαλαν την πανοπλία
του Σαρπηδόνα και ο Πάτροκλος διέταξε να τη μεταφέρουν στο πλοίο. Μετά ο
Δίας φώναξε τον Απόλλωνα και του είπε να πάρει το σώμα του Σαρπηδόνα,
να το πλύνει από τη σκόνη και το αίμα, να το αλείψει με μυρωμένο λάδι
και να το ντύσει με πολύτιμα υφάσματα, όπως και έγινε. Στη συνέχεια, οι
δύο αδελφοί, ο θεός Ύπνος και ο θεός Θάνατος, μετέφεραν το πτώμα στη Λυκία,
όπου το έθαψαν με μεγάλες τιμές τα αδέλφια του και οι φίλοι του. Ο
Πάτροκλος συνέχισε να κυνηγά τους Τρώες προς τα τείχη, πράγμα που έμελλε
να του στοιχίσει τη ζωή αργότερα την ίδια εκείνη ημέρα..
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΒΑΦΗ
Η Κηδεία του Σαρπηδόνος | Αποκηρυγμένα |
ύψος 45,8
εκ. διάμετρος 55,1 εκ. 515-510 π.Χ.
New York, Metropolitan Museum 1972.11.10 (Πηγή:
Vikipaideia)
Ο Ύπνος και ο αδερφός του ο Θάνατος μεταφέρουν το σώμα
του νεκρού Σαρπηδόνα. Και οι δύο παριστάνονται με πανοπλία και φτερά. Στο
κέντρο της σκηνής ο Ερμής. Δύο πολεμιστές βρίσκονται στα άκρα της σύνθεσης.
Αριστερά ο Λαοδάμας, δεξιά ο Ιππόλυτος.
Και στις δύο όψεις του αγγείου η επιγραφή: ΛΕΑΓΡΟΣ
ΚΑΛΟΣ.
Η β' πλευρά του αγγείου (από τη
Vikipaideia) εικονίζει πέντε οπλίτες (στη
φωτογραφία οι τέσσερις και στην άκρη δεξιά το δόρυ του πέμπτου). Είναι ο
Υπέροχος, ο Ίππασος, ο Μέδων, ο Άκαστος και ο Άξιππος. Ίσως να είναι Τρώες
στρατιώτες που ετοιμάζονται να εκδικηθούν για το θάνατο του Σαρπηδόνα.