ο Ερνέστος Τσίλλερ (1837-1923) αποτελεί για τη νεοελληνική
αρχιτεκτονική ένα ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο. Το αρχιτεκτονικό του
έργο, που εκτείνεται χρονικά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις
αρχές του 20ου, χαρακτηρίζεται από δημιουργική πνοή και από αίσθηση
καλλιτεχνικής ελευθερίας.
Η ζωή και το έργο του.
Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1837 στο Oberloessnitz της Σαξωνίας. Το 1855 γίνεται δεκτός στην Βασιλική Σχολή της Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου της Δρέσδης απ' όπου αποφοιτά το 1858. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του εργάζεται για ένα διάστημα στη Βιέννη στο γραφείο του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν. Η γνωριμία μαζί του θα καθορίσει την καριέρα του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1861, ο Τσίλλερ φθάνει στην Αθήνα ως εκπρόσωπος του Χάνσεν και αναλαμβάνει την επίβλεψη της κατασκευής της Ακαδημίας Αθηνών.
Γρήγορα εντάσσεται στην αθηναϊκή κοινωνία και εγκαθίσταται στην Ελλάδα. Παντρεύεται Ελληνίδα δημιουργεί οικογένεια και παραμένει στη χώρα μέχρι τον θάνατό του το Νοέμβριο του 1923. Στα πρώτα χρόνια της παραμονής του στη χώρα ο Τσίλλερ περιοδεύει την Ελλάδα για να γνωρίσει τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς. Μετά την έξωση του Όθωνα τα έργα στην Ακαδημία διακόπτονται και ο Τσίλλερ θα επιστρέψει για ένα μικρό διάστημα στη Βιέννη.
Το 1868 επανέρχεται στην Ελλάδα. Το 1872 διορίζεται καθηγητής στο Σχολείο των Τεχνών, τον πρόδρομο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Οι παραγγελίες έρχονται η μια μετά την άλλη. Ο Τσίλλερ έχει πια καθιερωθεί. Η εύνοια του βασιλέως και η ανάθεση σ΄ αυτόν της μελέτης των θερινών ανακτόρων στο Τατόι, στους Πεταλιούς και αργότερα του ανακτόρου του Διαδόχου προσελκύει όπως είναι φυσικό πλήθος μεγαλοαστών που του αναθέτουν τα μέγαρά τους ή τις εξοχικές τους επαύλεις. (Τα Μέγαρα Σλήμαν, Σταθάτου, Πεσματζόγλου, οι επαύλεις των Θων, Συγγρού κ.α. είναι έργα δικά του). Παράλληλα σχεδιάζει σειρά δημοσίων και δημοτικών κτιρίων και ναών. Μικρό μόνο τμήμα της επαγγελματικής του δραστηριότητας αποτελούν το Εθνικό (Βασιλικό) Θέατρο της Αθήνας, τα θέατρα της Πάτρας και της Ζακύνθου (κατεδαφισμένα), το Μουσείο της Ολυμπίας, το Χημείο, η Αγορά του Πύργου, ο ναός του Αγίου Λουκά Πατησίων, ο Ναός της Φανερωμένης στο Αίγιο. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ακόμα δυνατή η πλήρης καταλογογράφηση του συνόλου του έργου του.
Ανεξάρτητα όμως από το πλήθος των κτιρίων που μελέτησε, τα οποία πρέπει να ξεπερνούν τα 600, ο Τσίλλερ αποτελεί για τη νεοελληνική αρχιτεκτονική ένα ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο. Το αρχιτεκτονικό του έργο, που εκτείνεται χρονικά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, χαρακτηρίζεται από δημιουργική πνοή και από αίσθηση καλλιτεχνικής ελευθερίας. Αυτή η κλασικιστική στην αρχή αίσθηση θα σφραγίσει τη φάση του ώριμου αθηναϊκού νεοκλασικισμού για να προχωρήσει προς τον εκλεκτισμό και το ρομαντισμό κυρίως στις ιδιωτικές κατοικίες. Στην αρχιτεκτονική όμως των δημόσιων κτιρίων θα διατηρήσει το ελληνικό πνεύμα του κλασικισμού, ενώ αντίστοιχα στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική θα προσπαθήσει να διαφυλάξει τη βυζαντινή παράδοση.
Ο Ernst Ziller, επισημοποίησε την σύνδεση της Αναγέννησης με την Αρχαιότητα, με διακριτές εκλεκτικιστικές τάσεις όπως την εφάρμοσε πρώτος ο δάσκαλός του Theophil Hansen. Ο Ziller αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Γερμανός, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα στα 1861 και συνεργάστηκε με τον Th. Hansen στην περίπτωση του κτιρίου της Ακαδημίας Αθηνών. Αυτός ο ξένος πολιτογραφήθηκε Έλληνας και μετέχοντας σε πολλές δραστηριότητες (Αρχαιολογικές έρευνες, διδασκαλία στο Πολυτεχνείο, Διεύθυνση Δημοσίων Έργων) έβαλε την σφραγίδα του στην Αρχιτεκτονική της εποχής του (1863-1897).
Η προσωπική συμβολή του Ernst Ziller συνίσταται στον συνδυασμό ελληνικών δομικών και διακοσμητικών στοιχείων με την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική ώστε να εξυπηρετηθούν οι ιδεολογικές ανάγκες της τότε ελληνικής κοινωνίας. Ο Ziller κατόρθωσε να δημιουργήσει έργα ανάλογης ποιότητας με εκείνα που χτίζονταν στην Βιέννη και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Εργα του:
Στη στέψη του κτιρίου ο Τσίλλερ έχει
τοποθετήσει αγάλματα. Όλες οι όψεις του κτιρίου είναι απλές. Μοναδική
προεξοχή αποτελεί το ιωνικό πρόπυλο της κυρίας εισόδου προς την οδό
Ηρώδου του Αττικού.
Τόσο στην πρόσοψη όσο και στην κάτοψη το ανάκτορο του Διαδόχου παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με τα σχέδια του Θ. Χάνσεν για τα Ανάκτορα του Πειραιά που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Ο Ερνέστος Τσίλλερ υπήρξε συνεργάτης φίλος και θαυμαστής του διάσημου αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν, από το έργο του οποίου ήταν λογικό να επηρεασθεί.
Οι σημαντικότερες από αυτές είναι η
προσθήκη ενός δεύτερου κλιμακοστασίου στην πίσω πλευρά του κτιρίου, που
επιτρέπει την επικοινωνία των ορόφων μεταξύ τους χωρίς να γίνεται χρήση
του κεντρικού κλιμακοστασίου και η εγκατάσταση ανελκυστήρος. Από τις
σημαντικότερες εξωτερικές επεμβάσεις η δημιουργία μίας δεύτερης μεγάλης
μαρμάρινης σκάλας, επί Προεδρίας Κωνσταντίνου Τσάτσου, που συνδέει το
κτίριο με τον κήπο.
Στο μεταξύ, στις αρχές του 1861, η
εκτέλεση των αρχιτεκτονικών σχεδίων του Hansen είχε ανατεθεί στον μαθητή
του αρχιτέκτονα Ernst Ziller
Στις 20 Mαρτίου του 1887 ο Ernst Ziller, ως πληρεξούσιος των κληρονόμων του Σίμωνος Σίνα, παρέδωσε στον τότε Πρωθυπουργό Xαρίλαο Tρικούπη το μέγαρο της αποκαλουμένης τότε "Σιναίας Aκαδημίας".
Όπως προκύπτει από τα Απομνημονεύματα
του προαποβιώσαντος (1899) ιδιοκτήτη Ανδρέα Συγγρού και παραγγελιοδόχου
του έργου, η κατοικία κτίσθηκε τα έτη 1872-1873 και βασίστηκε στην
μελέτη του Γερμανού αρχιτέκτονα Ernst Ziller.
Η έπαυλη της οποίας τα σχέδια τροποποιήθηκαν κατά την κατασκευή από τον ίδιο τον ιδιοκτήτη Α.Συγγρό, κτίσθηκε στο μικρό για την εποχή διάστημα των δύο ετών. Την κατασκευή επέβλεψε ο μηχανικός του Στρατού Νικόλαος Σούτζος.
Είναι ένα από τα ενδιαφέροντα κράματα του αθηναϊκού κλασικισμού και του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Η πρόσμιξή τους δημιούργησε κτίρια υψηλής αισθητικής που συνένωναν τον ελληνικό κλασικισμό με αναγεννησιακά στοιχεία.
Το κτήριο κατασκευάσθηκε κατά την
περίοδο 1876-1891 και αποτελεί μελέτη του Ερνέστου Τσίλλερ. Τα
προβλήματα που παρουσιάσθηκαν κατά την πορεία της κατασκευής οδήγησαν σε
αλλαγές των αρχικών σχεδίων που, πάντως, έγιναν από τον ίδιο τον
Τσίλλερ που κατάφερε να δώσει στο Δημαρχείο ενιαία μορφή.
Η ζωή και το έργο του.
Γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1837 στο Oberloessnitz της Σαξωνίας. Το 1855 γίνεται δεκτός στην Βασιλική Σχολή της Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου της Δρέσδης απ' όπου αποφοιτά το 1858. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του εργάζεται για ένα διάστημα στη Βιέννη στο γραφείο του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν. Η γνωριμία μαζί του θα καθορίσει την καριέρα του. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1861, ο Τσίλλερ φθάνει στην Αθήνα ως εκπρόσωπος του Χάνσεν και αναλαμβάνει την επίβλεψη της κατασκευής της Ακαδημίας Αθηνών.
Γρήγορα εντάσσεται στην αθηναϊκή κοινωνία και εγκαθίσταται στην Ελλάδα. Παντρεύεται Ελληνίδα δημιουργεί οικογένεια και παραμένει στη χώρα μέχρι τον θάνατό του το Νοέμβριο του 1923. Στα πρώτα χρόνια της παραμονής του στη χώρα ο Τσίλλερ περιοδεύει την Ελλάδα για να γνωρίσει τους αρχαιολογικούς της θησαυρούς. Μετά την έξωση του Όθωνα τα έργα στην Ακαδημία διακόπτονται και ο Τσίλλερ θα επιστρέψει για ένα μικρό διάστημα στη Βιέννη.
Το 1868 επανέρχεται στην Ελλάδα. Το 1872 διορίζεται καθηγητής στο Σχολείο των Τεχνών, τον πρόδρομο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Οι παραγγελίες έρχονται η μια μετά την άλλη. Ο Τσίλλερ έχει πια καθιερωθεί. Η εύνοια του βασιλέως και η ανάθεση σ΄ αυτόν της μελέτης των θερινών ανακτόρων στο Τατόι, στους Πεταλιούς και αργότερα του ανακτόρου του Διαδόχου προσελκύει όπως είναι φυσικό πλήθος μεγαλοαστών που του αναθέτουν τα μέγαρά τους ή τις εξοχικές τους επαύλεις. (Τα Μέγαρα Σλήμαν, Σταθάτου, Πεσματζόγλου, οι επαύλεις των Θων, Συγγρού κ.α. είναι έργα δικά του). Παράλληλα σχεδιάζει σειρά δημοσίων και δημοτικών κτιρίων και ναών. Μικρό μόνο τμήμα της επαγγελματικής του δραστηριότητας αποτελούν το Εθνικό (Βασιλικό) Θέατρο της Αθήνας, τα θέατρα της Πάτρας και της Ζακύνθου (κατεδαφισμένα), το Μουσείο της Ολυμπίας, το Χημείο, η Αγορά του Πύργου, ο ναός του Αγίου Λουκά Πατησίων, ο Ναός της Φανερωμένης στο Αίγιο. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ακόμα δυνατή η πλήρης καταλογογράφηση του συνόλου του έργου του.
Ανεξάρτητα όμως από το πλήθος των κτιρίων που μελέτησε, τα οποία πρέπει να ξεπερνούν τα 600, ο Τσίλλερ αποτελεί για τη νεοελληνική αρχιτεκτονική ένα ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο. Το αρχιτεκτονικό του έργο, που εκτείνεται χρονικά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, χαρακτηρίζεται από δημιουργική πνοή και από αίσθηση καλλιτεχνικής ελευθερίας. Αυτή η κλασικιστική στην αρχή αίσθηση θα σφραγίσει τη φάση του ώριμου αθηναϊκού νεοκλασικισμού για να προχωρήσει προς τον εκλεκτισμό και το ρομαντισμό κυρίως στις ιδιωτικές κατοικίες. Στην αρχιτεκτονική όμως των δημόσιων κτιρίων θα διατηρήσει το ελληνικό πνεύμα του κλασικισμού, ενώ αντίστοιχα στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική θα προσπαθήσει να διαφυλάξει τη βυζαντινή παράδοση.
Ο Ernst Ziller, επισημοποίησε την σύνδεση της Αναγέννησης με την Αρχαιότητα, με διακριτές εκλεκτικιστικές τάσεις όπως την εφάρμοσε πρώτος ο δάσκαλός του Theophil Hansen. Ο Ziller αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Γερμανός, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελλάδα στα 1861 και συνεργάστηκε με τον Th. Hansen στην περίπτωση του κτιρίου της Ακαδημίας Αθηνών. Αυτός ο ξένος πολιτογραφήθηκε Έλληνας και μετέχοντας σε πολλές δραστηριότητες (Αρχαιολογικές έρευνες, διδασκαλία στο Πολυτεχνείο, Διεύθυνση Δημοσίων Έργων) έβαλε την σφραγίδα του στην Αρχιτεκτονική της εποχής του (1863-1897).
Η προσωπική συμβολή του Ernst Ziller συνίσταται στον συνδυασμό ελληνικών δομικών και διακοσμητικών στοιχείων με την αναγεννησιακή αρχιτεκτονική ώστε να εξυπηρετηθούν οι ιδεολογικές ανάγκες της τότε ελληνικής κοινωνίας. Ο Ziller κατόρθωσε να δημιουργήσει έργα ανάλογης ποιότητας με εκείνα που χτίζονταν στην Βιέννη και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Εργα του:
Προεδρικό μέγαρο – Ανάκτορα Η ανάθεση της ανεγέρσεως των Ανακτόρων στον Γερμανό αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ είχε ως όρο το σχεδιασμό ενός κτιρίου, το οποίο δεν θα ήταν μεγαλοπρεπές, ούτε κατά τα πρότυπα των ευρωπαϊκών ανακτόρων. Τα ανάκτορα έπρεπε να συγγενεύουν μορφολογικά με τις μεγαλοαστικές κατοικίες της εποχής και να εκπροσωπούν την άρχουσα κοινωνική τάξη της χώρας. Πρόκειται για ένα τριόροφο νεοκλασικό κτίριο, με λιτή και αυστηρή πρόσοψη που ακολουθεί τους νόμους της συμμετρίας. Το κύριο σώμα πλαισιώνεται από δύο πτέρυγες που προεξέχουν ελαφρά. Στο δεύτερο όροφο μία σειρά από διπλά παράθυρα αφήνουν ενδιάμεσα κενά όπου διακρίνονται ανάγλυφα εραλδικά σύμβολα, παραστάσεις των τεσσάρων εποχών, τα μονογράμματα Κ και Σ (Κωνσταντίνος και Σοφία), καθώς και πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας. |
Τόσο στην πρόσοψη όσο και στην κάτοψη το ανάκτορο του Διαδόχου παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με τα σχέδια του Θ. Χάνσεν για τα Ανάκτορα του Πειραιά που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Ο Ερνέστος Τσίλλερ υπήρξε συνεργάτης φίλος και θαυμαστής του διάσημου αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν, από το έργο του οποίου ήταν λογικό να επηρεασθεί.
Οι μετατροπές που έχουν γίνει στο
κτίριο στο διάστημα που μεσολάβησε από την ίδρυσή του και μέχρι σήμερα
δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Εξαίρεση αποτελεί η προσθήκη της
αίθουσας χορού (σημερινή αίθουσα διαπιστευτηρίων) το 1909 και η προσθήκη
της πίσω πτέρυγας (σημερινή αίθουσα δεξιώσεων) στις αρχές της δεκαετίας
του '60. Οι κατόψεις
παρουσιάζουν βέβαια κάποιες αλλαγές σε σχέση με την αρχική σχεδίαση του
Μεγάρου. Οι περισσότερες όμως είναι φυσικές και αναμενόμενες εφ' όσον το
κτίριο έχει ήδη συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής. |
Aκαδημία Aθηνών Tο μέγαρο της Aκαδημίας Aθηνών αποτελεί το ένα από τα μέρη της "αρχιτεκτονικής τριλογίας", Mουσείο (Eθνική Bιβλιοθήκη) - Πανεπιστήμιο - Aκαδημία, που σχεδίασε το 1859 ο Δανός αρχιτέκτονας Theophil Hansen (1813-1891), νεότερος αδελφός του αρχιτέκτονα του Πανεπιστημίου Christian Hansen. Kατά τη διετία 1859-1861 η οικοδόμηση του κτιρίου της Aκαδημίας προχώρησε με ταχείς ρυθμούς. |
Στις 20 Mαρτίου του 1887 ο Ernst Ziller, ως πληρεξούσιος των κληρονόμων του Σίμωνος Σίνα, παρέδωσε στον τότε Πρωθυπουργό Xαρίλαο Tρικούπη το μέγαρο της αποκαλουμένης τότε "Σιναίας Aκαδημίας".
Μέγαρο του Ανδρέα Συγγρού Η αρχιτέκτων Νικολία Ιωαννίδου, Διδάκτωρ Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής συνέταξε το το 1996 μία σύντομη ιστορική τεκμηρίωση που φυλάσσεται στο Αρχείο της Τεχνικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Εξωτερικών. >>>> |
Η έπαυλη της οποίας τα σχέδια τροποποιήθηκαν κατά την κατασκευή από τον ίδιο τον ιδιοκτήτη Α.Συγγρό, κτίσθηκε στο μικρό για την εποχή διάστημα των δύο ετών. Την κατασκευή επέβλεψε ο μηχανικός του Στρατού Νικόλαος Σούτζος.
Είναι ένα από τα ενδιαφέροντα κράματα του αθηναϊκού κλασικισμού και του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Η πρόσμιξή τους δημιούργησε κτίρια υψηλής αισθητικής που συνένωναν τον ελληνικό κλασικισμό με αναγεννησιακά στοιχεία.
Δημαρχείο Ερμούπολης Σύρου Η περίμετρός του είναι ορθογωνική, διαστάσεων 40 Χ 70μ. περίπου. Η κάτοψη είναι συμμετρική ως προς τον κεντρικό άξονα και περιέχει δύο αίθρια. Το ισόγειο είναι διαμορφωμένο σε καταστήματα. Μνημειώδης σκάλα οδηγεί από την πλατεία στον πρώτο όροφο. Στην πρόσοψη προεξέχει και τονίζεται περισσότερο το κεντρικό τμήμα (με πρόπυλο τοσκανικού και ιωνικού ρυθμού και με το αέτωμα) καθώς και ακραίοι πύργοι. Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι η πλούσια ζωγραφική διακόσμηση του εσωτερικού. |
Δημοτικό Θέατρο Πατρών Το κτίριο του Δημοτικού Θεάτρου "Απόλλων" ανηγέρθη το 1872 βάσει σχεδίων του Γερμανού Αρχιτέκτονα Ernst Ziller. Είναι κτίριο με χαρακτηριστικά δείγματα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα. Κατασκευάσθηκε ως θέατρο και ευρίσκεται στην κεντρική πλατεία της πόλεως των Πατρών. |
Άγιος Νικόλαος Ο Νικόλαος Thon ήταν οικονομικός εμπειρογνώμων και σύμβουλος του βασιλιά Γεωργίου του 1ου. Το 1880 έχτισε την έπαυλή του στη συμβολή των λεωφόρων Κηφισίας και Αλεξάνδρας. Την έπαυλη είχε σχεδιάσει ο Ερνέστος Τσίλλερ, ο οποίος επίσης σχεδίασε τον μικρό ναό που πήρε το όνομα του δωρητή του και αφιερώθηκε στον Άγιο Νικόλαο. Κατά τη διάκριεα της μάχης που ακολούθησε την απελευθέρωση της Αθήνας τον Δεκέμβριο του 1944, η έπαυλη λεηλατήθηκε και καταστράφηκε. |