Οι Μινωίτες (2500-1400 π.Χ.) γνώριζαν τις φαρμακευτικές και αρωματικές ιδιότητες των φυτών και εκμεταλλεύονταν την πλούσια βλάστηση του νησιού για την παρασκευή αρωμάτων, αλοιφών, καλλυντικών και φαρμάκων. Στις πήλινες πινακίδες μάλιστα της γραμμικής Β περιλαμβάνονται διάφορα φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά, όπως ο κορίανδρος (κόλιαντρο), η κύππερις, το σφάκον ή αλελίσφακον του Διοσκουρίδου (φασκομηλιά), το κρίταμον ή Κρίθμον το παράλιον, η μαστίχη από τη ρητίνη της τερεμίνθου, το φοινίκιον ή λάδανον από το φυτό Κίστος ο κρητικός (αγριοροδανιά ή μεταξόχορτο). Επίσης οι Μινωίτες χρησιμοποιούσαν τον κρόκο τον ήμερο, τον κρίνο, τη μυρτιά, την ίριδα, τη μαντζουράνα, το μάραθο, τον άνηθο, τον ασπάλαθο, τη Μήκωνα την υπνοφόρο, τον Στύρακα τον φαρμακευτικό, τον κέδρο, το κυπαρίσσι, το ελαιόλαδο και πολλά άλλα.
Οι Μυκηναΐοι μεταξύ άλλων χρησιμοποιούσαν την κύπερη, το φασκόμηλο, το κύμινο, τον κορίανδο, την ίριδα, το μάραθο, τη μαντζουράνα, το γλυκάνισο, τη μυρτιά, το ελαιόλαδο, ενώ ο Όμηρος αναφέρει διάφορα αρωματικά έλαια, καλλυντικά και φαρμακευτικά σκευάσματα.
Στην ελληνική μυθολογία γίνονται αναφορές σε διάφορα φαρμακευτικά και θαυματουργά βότανα, όπως για παράδειγμα σ' αυτό με το οποίο ο μάντης Πολύιδος ανέστησε το Γλαύκο, γιο του βασιλιά Μίνωα. Στην Οδύσσεια αναφέρεται πως η Κίρκη έριξε μέσα στο κρασί των συντρόφων του Οδυσσέα μαζί με άλλα συστατικά και διάφορα κακά βότανα, τα λυγρά φάρμακα, τα οποία προκαλούσαν αμνησία, για να τους κάνει να λησμονήσουν την πατρίδα τους, ενώ με φάρμακο άλειψε τους συντρόφους για να τους επαναφέρει πάλι στην ανθρώπινη μορφή τους. Ο Ερμής ήταν αυτός που είχε δώσει μόλις πριν στον Οδυσσέα ένα βότανο, το μώλυ, το αντίδοτο των λυγρών φαρμάκων, για να τον προστατέψει από τη μαγεία της Κίρκης. Όμως και οι μεγάλοι γιατροί της αρχαιότητας, όπως ο Ιπποκράτης και ο Γαληνός μιλούν για τη σημασία της διαίτης και των βοτάνων στην πρόληψη και τη θεραπεία των διαφόρων ασθενειών.
Γενικά από την εποχή του Ομήρου ήδη αναφέρονται φάρμακα ανδροφόνα ή θυμοφθόρα, δηλαδή δηλητηριώδη βότανα με τα οποία επάλειφαν τα βέλη ή δηλητηρίαζαν την τροφή, φάρμακα ήπια ή οδυνήφατα τα οποία ήταν παυσίπονα, αλλά και φάρμακα λυγρά τα οποία προκαλούσαν αμνησία, καθώς και το μώλυ, από το μωλύω που σημαίνει αφανίζω, ως αντίδοτο των λυγρών φαρμάκων. Στον Όμηρο αναφέρεται επίσης το νηπενθές, με φαρμακοδυναμική δράση, ως κατευναστικό και παυσίλυπον, καθώς και ένα είδος γάζας η ονομαζόμενη σφενδόνη από καλοστριμμένο μαλλί προβάτου για να περιδένονται τα τραύματα.
Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Ηρόδοτος, ο Θεόφραστος, ο Ιπποκράτης, ο Διοσκουρίδης και άλλοι αναφέρουν λεπτομέρειες σε σχέση με αρώματα, αλοιφές, καλλυντικά και φάρμακα των οποίων η παρασκευή στηρίζονταν σε φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά και βότανα.
Φαρμακοτεχνικές μορφές και δοσολογία
Οι φαρμακοτεχνικές μορφές που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες ήταν οι ακόλουθες:- Οι Αλοιφές:στον Όμηρο ως αλοιφή αναφέρεται το χοιρινό λίπος
- Τα Μύρα: δηλαδή τα ελαιώδη έλαια
- Οι Κηρωτές ή τα κυρώματα: ένα είδος εμπλάστρου
- Τα Επιθέματα: ένα είδος αλοιφών
- Τα Αποζέματα: δηλαδή τα φυτικά κατεργάσματα με έγχυση ή αφέψηση
- Τα Μαλάγματα: δηλαδή τα καταπλάσματα με φυτικές κόνεις
- Οι Βάλανοι: ένα είδος υπόθετου
- Τα Γαργαρίσματα / Τα Διαπάσματα: εύοσμοι κοσμητικές κόνεις για το πρόσωπο και το σώμα
- Τα Εκλεκτά: αυτά εμπεριέχονταν στα κυριότερα φάρμακα. Επειδή περιείχαν μέλι ήταν παχύρρευστα και γλυκά
- Τα Επιχρίσματα: δηλαδή ψιμύθια για το πρόσωπο
- Τα Θυμιάματα: παράγονταν με καύση αρωματικών ουσιών επάνω σε κάρβουνα. Ο ασθενής καθόταν σε διάτρητο κάθισμα και υφίστατο τις αναθυμιάσεις
- Τα Καταπότια ή Κολλύρια: δηλαδή κόνεις επιπάσεων
- Οι Πεσσοί: δηλαδή τεμάχια υφάσματος ξαντά μάλλινα ή λινά ποτισμένα με το φάρμακο, που τοποθετούνταν στις πληγές ή στις κοιλότητες του σώματος. Είδος υπόθετου.
- Τα Ποτήματα ή Υποκλύσματα: φθοίσκοι ή τροχίσκοι
============
Δοσολογία
Για τον καθορισμό των μονάδων αρχικά
λαμβάνονταν ως αφετηρία το ανθρώπινο σώμα. Ο Ιπποκράτης, αλλά και οι
μεταγενέστεροί του χρησιμοποιούσαν ως μονάδες όγκου τους όρους:
χειροπληθής: ό,τι γεμίζει με το χέρι
- δραγμίς: όσο λαμβάνεται από τρία δάχτυλα
- όσον αστράγαλον: όσο το μέγεθος ενός ζωικού αστραγάλου
- μαγίς: ένα ψίχουλο
Φυτικά Φάρμακα
Φαρμακευτική, Βοτανολογία
Τα βασικότερα φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της αρχαιότητας ήταν τα εξής:
Ασφόδελος ο ΘερινόςΟ ασφόδελος, το σαφόδηλος ή σφεντουλιά είναι ένα σύνηθες ελληνικό φυτό, που φυτρώνει σε ξηρά και άγονα μέρη. Ο ασφόδελος είχε πλούσιο ριζικό σύστημα με πολλούς, κυλινδρικούς, κοντόχοντρους κόνδυλους, που περιείχαν άμυλο. Το φυτό με φύλλα στενόμακρα και άνθη που φύονται από ένα στέλεχος, για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες αναφέρεται από το Διοσκουρίδη, για χρήσεις του σε σχέση με την ούρηση, την έμμηνο ρύση, τους πόνους, το βήχα, τα σπασίματα κ.α.
Δάφνη η Ευγενής
Η
Δάφνη η ευγενής είναι δέντρο αειθαλές, δίοικο, με μέτριες διαστάσεις,
ζωηρούς βλαστούς, και βαθυπράσσινα σχεδόν λογχοειδή φύλλα. Η δάφνη είναι
γνωστή από τα χρόνια του Ομήρου. Θεωρούνταν στην αρχαιότητα ιερό
δέντρο, αφιερωμένο στον Απόλλωνα, σύμβολο του θριάμβου, της νίκης, της
σοφίας και της ποίησης. Το δαφνέλαιο αποτελεί βασικό αντισηπτικό και
απολυμαντικό έλαιο εξαιτίας της σινεόλης που περιέχει. Οι Διοσκουρίδης
και Θεόφραστος αναφέρονται στη φαρμακευτική δράση του φυτού, στις
θερμαντικές και μαλακτικές του ιδιότητες, ως φαρμακευτικό αφέψημα, ως
καταπραϋντικό των πληγών, των φλεγμονών, αλλά και ως φάρμακο για το
στομάχι και τον εμετό.
Ελελίσφακος ο φαρμακευτικός
Γενική εισαγωγή
Από πολύ νωρίς εντοπίστηκαν οι φαρμακευτικές ιδιότητες ορισμένων φυτών τα οποία και χρησιμοποιήθηκαν για πόνους, επούλωση τραυμάτων και θεραπεία διαφόρων ασθενειών. Μέσω της παρατήρησης, αλλά και της καθημερινής πρακτικής οι αρχαίοι συγκέντρωσαν ένα πλήθος πληροφοριών σχετικά με τις θεραπευτικές ιδιότητες των φυτών. Όσον αφορά μάλιστα τη Βοτανολογία, ο Αριστοτέλης ήταν αυτός που έθεσε τις βάσεις αυτής της επιστήμης. Ο Θεόφραστος, μαθητής του Αριστοτέλη, συνέγραψε μάλιστα πολλές πραγματείες με σημαντικότερη την «Περί φυτών Ιστορίας», βασικό εγχειρίδιο της αρχαίας Βοτανικής.Ένας άλλος σπουδαίος βοτανολόγος, φαρμακολόγος και φαρμακοποιός ήταν ο Διοσκουρίδης από την Ανάζαρβο στον 1ο αιώνα μ.Χ. Ως στρατιωτικός γιατρός μετακινούνταν συχνά, σπουδάζοντας επί τόπου τα διάφορα φαρμακευτικά φυτά. Στο έργο του μάλιστα «Περί ύλης ιατρικής» πραγματεύεται μεγάλο αριθμό φαρμακευτικών φυτών.Τα βασικότερα φαρμακευτικά και αρωματικά φυτά της αρχαιότητας ήταν τα εξής:
Περιγραφή- Τεχνικές κατασκευής
Αμάρακος ο ΔικταμνόςΟ Αμάρακος ο Δικταμνός ή αλλιώς το δίκταμο, είναι φυτό της οικογένειας των Χειλανθών. Στον ελλαδικό χώρο υπάρχουν πέντε αυτοφυή είδη, με σημαντικότερο τον Αμάρακο τον δίκταμνο ο οποίος συναντάται σε ορισμένα βουνά της Κρήτης. Το φυτό αυτό ονομαζόταν και Αρτεμίδιον, από τη θεά Άρτεμη. Στην αρχαιότητα ο δίκταμος θεωρούνταν σημαντικό φαρμακευτικό φυτό, για διάφορες αρρώστιες αλλά και επουλωτικό των τραυμάτων, γεγονός που αναφέρουν πολλοί αρχαίοι συγγραφείς. Οι αδενώδεις τρίχες του φυτού είναι ιδιαίτερα πλούσιες σε αιθέρια έλαια. Το δικταμέλαιο μάλιστα με αντισηπτικές, ανθελμινθικές και άλλες αντισπασμωδικές, τονωτικές και διεγερτικές δράσεις αναφέρεται από το Θεόφραστο και το Διοσκουρίδη.Ασφόδελος ο ΘερινόςΟ ασφόδελος, το σαφόδηλος ή σφεντουλιά είναι ένα σύνηθες ελληνικό φυτό, που φυτρώνει σε ξηρά και άγονα μέρη. Ο ασφόδελος είχε πλούσιο ριζικό σύστημα με πολλούς, κυλινδρικούς, κοντόχοντρους κόνδυλους, που περιείχαν άμυλο. Το φυτό με φύλλα στενόμακρα και άνθη που φύονται από ένα στέλεχος, για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες αναφέρεται από το Διοσκουρίδη, για χρήσεις του σε σχέση με την ούρηση, την έμμηνο ρύση, τους πόνους, το βήχα, τα σπασίματα κ.α.
Δάφνη η Ευγενής
Ελελίσφακος ο φαρμακευτικός
Ο
Ελελίσφακος ο φαρμακευτικός ή αλλιώς η αλιφασκιά ή φασκομηλιά, είναι
πολυετής, αειθαλής θάμνος που φύεται σε ολόκληρη την Ελλάδα, σε ξηρά και
φτωχά εδάφη. Η αλιφασκιά ήταν ιδιαίτερα γνωστή στην αρχαιότητα για το
μαλακτικό, αποχρεμπτικό και αντιμικροβιακό αφέψημά της. Στις πινακίδες
της Γραμμικής Β από το ανάκτορο της Κνωσού αναφέρεται το «σφακόεν
έλαιον» το οποίο παράγονταν απ' την αλιφασκιά. Η αλιφασκιά συλλεγόταν το
καλοκαίρι και ξηραίνονταν σε σκιερό μέρος, καλά αεριζόμενο.
Ελλέβορος ο ΚυκλοφόροςΠρόκειται για ένα ποώδες, πολυετές φυτό, αυτοφυές στην Ελλάδα. Φύεται σε σκιερά και υγρά μέρη συνήθως κάτω από θάμνους και ανθίζει χειμώνα και άνοιξη. Ο ελλέβορος ο κυκλοφόρος ήταν γνωστό φυτό στην αρχαιότητα για τις καταπραϋντικές, αλλά και διάφορες άλλες ιδιότητές του. Ο Θεόφραστος αναφέρεται στον ελλέβορο και τον κατατάσσει στα δηλητηριώδη φυτά, ενώ ο Ιπποκράτης τον αναφέρει ως φάρμακο εναντίον ποικίλλων ασθενειών και κυρίως κατά της μανίας. Μάλιστα σε μία επιστολή του Ιπποκράτη αναφέρονται αναλυτικά οι ενδείξεις και οι αντενδείξεις του ελλέβορου ως φαρμάκου, π.χ. για την κοιλιακή χώρα ή για τον εμετό. Το φυτό αναφέρεται επίσης από το Διοσκουρίδη, τον Κλαύδιο Γαληνό και το Μέγα Βασίλειο.
Θύμος ο ΚεφαλωτόςΠρόκειται για το θυμάρι, ένα θάμνο που φυτρώνει στα βραχώδη και ξηρά μέρη, με 24 διαφορετικά είδη να ευδοκιμούν στην Ελλάδα. Πέρα από τη χρήση του στη μαγειρική ως αρωματικό, το μέλι που παράγεται από το θυμάρι θεωρείται από την αρχαιότητα ως σήμερα το καλύτερο είδος μελιού. Από το θυμάρι εξάγεται το θυμέλαιο το οποίο παρέχει μια ουσία τη θυμόλη η οποία είναι βαλσαμώδης, ανθελμινθική, βακτηριοστατική, ποικίλης χρήσεως. Ο Διοσκουρίδης το αναφέρει ως φάρμακο για την κοιλιά, για το άσθμα, την έμμηνο ρύση, τα οιδήματα, ως διουρητικό, ως διαλυτικό για τους θρόμβους του αίματος και άλλα. Ο Αθήναιος το αναφέρει ως καρύκευμα στη μαγειρική.
Κίστος ο ΚρητικόςΟ Κίστος ο Κρητικός ή αλλιώς κισάρι ή μεταξόχορτο, είναι χαμηλός θάμνος που προτιμά τα ξηρά, πετρώδη μέρη, όντας μάλιστα ευρύτατα διαδεδομένος στην Ελλάδα. Η ρητινώδης ουσία που εκκρίνεται από τα φύλλα του Κίστου συλλέγονταν στην αρχαιότητα με επιμέλεια και από αυτήν παρασκευάζονταν το λάδανον ή αλάδανον το οποίο αποτελούσε κάποιο είδος πανάκειας, θεραπεύοντας ένα μεγάλο αριθμό παθήσεων. Ο Διοσκουρίδης αναφέρεται στην θερμαντική, μαλακτική, αλλά και αναστομωτική ιδιότητα του φυτού.
Η περισυλλογή της ρητινώδους ουσίας του κίστου γινόταν με τρεις τρόπους: α) η ρητίνη κολλούσε επάνω στις τρίχες του δέρματος των αιγών που έβοσκαν γύρω και από κει συλλέγονταν σε βώλους β) μέσω σκοινιών που σύρονταν επάνω στα φυλλώματα των θάμνων ή γ) μέσω μιας ξύλινης ράβδου στην οποία στερέωναν μαλλιά προβάτου ή λουριά από δέρμα ζώου και την οποία έσυραν επάνω από το θάμνο.
Κόνυζα η ΒαρύοσμοςΠρόκειται για έναν πολυετή θάμνο, με αντισηπτικές αντιμικροβιακές, βακτηριοκτόνες, ανθιδρωτικές και αιμοστατικές ιδιότητες, που χρησιμοποιούνταν ως φαρμακευτικό φυτό από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης σημειώνουν τα διαφορετικά είδη της κόνυζας και μέσα στις ιδιότητές της μεταξύ άλλων αναφέρουν ότι σκοτώνει τους ψύλλους, ωφελεί στην επούλωση τραυμάτων, βοηθά στην εκβολή των εμβρύων, στον ίκτερο, στις παθήσεις της μήτρα, στις κεφαλαλγίες και άλλα.
Κρίθμον το ΠαράλιονΤο Κρίθμον το παράλιον, δηλαδή το κρίταμο, φύεται στην Ελλάδα και είναι ένα λείο, πολυετές φυτό μικρών διαστάσεων, το οποίο φύεται στους παραθαλάσσιους βράχους και τις πετρώδεις ακτές. Το κρίταμο αναφέρεται από το Διοσκουρίδη ως βότανο το οποίο ως αφέψημα βοηθά στην ούρηση και τον ίκτερο.
Κρόκος ο ΉμεροςΟ Κρόκος ο ήμερος είναι βολβόριζη πόα που χρησιμοποιούνταν σε μαγειρικά αλλά και άλλα σκευάσματα. Είναι άλλωστε γνωστή η παράσταση του κροκοσυλλέκτη από τη μινωική Κρήτη, καθώς οι Μινωίτες παρήγαγαν και εξήγαγαν τον κρόκο. Τα στίγματα του φυτού διαθέτουν χρωστικές, αρωματικές και φαρμακευτικές ουσίες και έτσι χρησιμοποιούνταν στη μαγειρική ως άρτυμα, στη φαρμακευτική για την παρασκευή λάβδανου και στη βαφική για το χρυσοκίτρινο χρώμα. Ο κρόκος αναφέρεται ως πεπτικός, μαλακτικός, ουρητικός, κατάλληλος για τη μήτρα και το δακτύλιο, τα αφροδίσια νοσήματα, τα αφτιά και αλλού.
Ελλέβορος ο ΚυκλοφόροςΠρόκειται για ένα ποώδες, πολυετές φυτό, αυτοφυές στην Ελλάδα. Φύεται σε σκιερά και υγρά μέρη συνήθως κάτω από θάμνους και ανθίζει χειμώνα και άνοιξη. Ο ελλέβορος ο κυκλοφόρος ήταν γνωστό φυτό στην αρχαιότητα για τις καταπραϋντικές, αλλά και διάφορες άλλες ιδιότητές του. Ο Θεόφραστος αναφέρεται στον ελλέβορο και τον κατατάσσει στα δηλητηριώδη φυτά, ενώ ο Ιπποκράτης τον αναφέρει ως φάρμακο εναντίον ποικίλλων ασθενειών και κυρίως κατά της μανίας. Μάλιστα σε μία επιστολή του Ιπποκράτη αναφέρονται αναλυτικά οι ενδείξεις και οι αντενδείξεις του ελλέβορου ως φαρμάκου, π.χ. για την κοιλιακή χώρα ή για τον εμετό. Το φυτό αναφέρεται επίσης από το Διοσκουρίδη, τον Κλαύδιο Γαληνό και το Μέγα Βασίλειο.
Θύμος ο ΚεφαλωτόςΠρόκειται για το θυμάρι, ένα θάμνο που φυτρώνει στα βραχώδη και ξηρά μέρη, με 24 διαφορετικά είδη να ευδοκιμούν στην Ελλάδα. Πέρα από τη χρήση του στη μαγειρική ως αρωματικό, το μέλι που παράγεται από το θυμάρι θεωρείται από την αρχαιότητα ως σήμερα το καλύτερο είδος μελιού. Από το θυμάρι εξάγεται το θυμέλαιο το οποίο παρέχει μια ουσία τη θυμόλη η οποία είναι βαλσαμώδης, ανθελμινθική, βακτηριοστατική, ποικίλης χρήσεως. Ο Διοσκουρίδης το αναφέρει ως φάρμακο για την κοιλιά, για το άσθμα, την έμμηνο ρύση, τα οιδήματα, ως διουρητικό, ως διαλυτικό για τους θρόμβους του αίματος και άλλα. Ο Αθήναιος το αναφέρει ως καρύκευμα στη μαγειρική.
Κίστος ο ΚρητικόςΟ Κίστος ο Κρητικός ή αλλιώς κισάρι ή μεταξόχορτο, είναι χαμηλός θάμνος που προτιμά τα ξηρά, πετρώδη μέρη, όντας μάλιστα ευρύτατα διαδεδομένος στην Ελλάδα. Η ρητινώδης ουσία που εκκρίνεται από τα φύλλα του Κίστου συλλέγονταν στην αρχαιότητα με επιμέλεια και από αυτήν παρασκευάζονταν το λάδανον ή αλάδανον το οποίο αποτελούσε κάποιο είδος πανάκειας, θεραπεύοντας ένα μεγάλο αριθμό παθήσεων. Ο Διοσκουρίδης αναφέρεται στην θερμαντική, μαλακτική, αλλά και αναστομωτική ιδιότητα του φυτού.
Η περισυλλογή της ρητινώδους ουσίας του κίστου γινόταν με τρεις τρόπους: α) η ρητίνη κολλούσε επάνω στις τρίχες του δέρματος των αιγών που έβοσκαν γύρω και από κει συλλέγονταν σε βώλους β) μέσω σκοινιών που σύρονταν επάνω στα φυλλώματα των θάμνων ή γ) μέσω μιας ξύλινης ράβδου στην οποία στερέωναν μαλλιά προβάτου ή λουριά από δέρμα ζώου και την οποία έσυραν επάνω από το θάμνο.
Κόνυζα η ΒαρύοσμοςΠρόκειται για έναν πολυετή θάμνο, με αντισηπτικές αντιμικροβιακές, βακτηριοκτόνες, ανθιδρωτικές και αιμοστατικές ιδιότητες, που χρησιμοποιούνταν ως φαρμακευτικό φυτό από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης σημειώνουν τα διαφορετικά είδη της κόνυζας και μέσα στις ιδιότητές της μεταξύ άλλων αναφέρουν ότι σκοτώνει τους ψύλλους, ωφελεί στην επούλωση τραυμάτων, βοηθά στην εκβολή των εμβρύων, στον ίκτερο, στις παθήσεις της μήτρα, στις κεφαλαλγίες και άλλα.
Κρίθμον το ΠαράλιονΤο Κρίθμον το παράλιον, δηλαδή το κρίταμο, φύεται στην Ελλάδα και είναι ένα λείο, πολυετές φυτό μικρών διαστάσεων, το οποίο φύεται στους παραθαλάσσιους βράχους και τις πετρώδεις ακτές. Το κρίταμο αναφέρεται από το Διοσκουρίδη ως βότανο το οποίο ως αφέψημα βοηθά στην ούρηση και τον ίκτερο.
Κρόκος ο ΉμεροςΟ Κρόκος ο ήμερος είναι βολβόριζη πόα που χρησιμοποιούνταν σε μαγειρικά αλλά και άλλα σκευάσματα. Είναι άλλωστε γνωστή η παράσταση του κροκοσυλλέκτη από τη μινωική Κρήτη, καθώς οι Μινωίτες παρήγαγαν και εξήγαγαν τον κρόκο. Τα στίγματα του φυτού διαθέτουν χρωστικές, αρωματικές και φαρμακευτικές ουσίες και έτσι χρησιμοποιούνταν στη μαγειρική ως άρτυμα, στη φαρμακευτική για την παρασκευή λάβδανου και στη βαφική για το χρυσοκίτρινο χρώμα. Ο κρόκος αναφέρεται ως πεπτικός, μαλακτικός, ουρητικός, κατάλληλος για τη μήτρα και το δακτύλιο, τα αφροδίσια νοσήματα, τα αφτιά και αλλού.
Βιβλιογραφία
- Βολανάκης Ι.,
«Φαρμακευτικά και Αρωματικά Φυτά στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο», 343-362,
στο Αρχαία Ελληνική Τεχνολογία και Τεχνική από την προϊστορική μέχρι την
ελληνιστική περίοδο με έμφαση στην προϊστορική εποχή, Πρακτικά
Συνεδρίου, 2004.
Πηγές
- Διοσκουρίδης Πεδάνιος Αναζαρβεύς, Περί απλών φαρμάκων, Ι-ΙΙ, έκδοση Wellmann M., τ. ΙΙΙ, Hildesheim 1999.
Ανόργανα και Ορυκτά φάρμακα
Κατηγορία
Φαρμακευτική, ΒοτανολογίαΠεριγραφή
Τα κυριότερα ορυκτά αλλά και ανόργανα αρχαία φάρμακα ήταν τα εξής:- Ακόνη Ναξία: είδος σμύριδος ή μείγμα σιδήρου για την αλωπεκία, αλλά και εσωτερικώς για επιληψία
- Άλας Αιγύπτιο: για τα αρθριτικά
- Άλας Θηβαϊκό: ως εμμηναγωγό
- Άλμη: ως στυπτικό, σε κλύσματα επί δυσεντερίας
- Αρσενικό: ως καυστικό, εσχαρωτικό, αποψιλωτικό
- Αιθάλη: ως στυπτικό, σε εγκαύματα, επουλωτικό σε έλκη
- Γη Ερετρίας: ως στυπτικό, μαλακτικό
- Γη κιμωλία: με όξος κατά παρωτίτιδας, εγκαυμάτων, φλογώσεων
- Γη λημνία (ερυθρή άργιλος): εμετικό, αντίδοτο δηλητηρίων, θεραπευτικό πληγών
- Γη Μηλία: κατά της λέπρας
- Γη Σαμία: σε γυναικολογικές παθήσεις
- Γύψος (θειικό ασβέστιο): με σιτάλευρο ως ποτό, σε μητρορραγίες
- Θείον: σε υποκαπνισμούς επί υστερίας, σε επιχρίσεις κατά της λέπρας, με ρητίνη για τσίμπημα από σκορπιούς
- Ινδικόν: σε έλκη
- Κιννάβαρι: σε οφθαλμικές νόσους, στυπτικό, με κηρωτή σε εξανθήματα
- Κορράλιον: Στυπτικό, επουλωτικό
- Λιθόκολλα (μείγμα κόνεως από παριανό μάρμαρο και ταυρόκολλα): για ανακόλληση βλεφαρίδων
- Λίθος αιματίτης (ορυκτό οξείδιο του σιδήρου): στυπτικό σε αιμοπτύσεις, οφθαλμικά νοσήματα, και διουρητικό με οίνο
- Λίθος αραβικός: οδοντόσκονη
- Λίθος γαλακτίτης (ανθρακικό ή φωσφορικό ασβέστιο): σε οφθαλμικά αποστήματα
- Λίθος γεώδης (άργιλος): στυπτικός, ξηραντικός, σε οφθαλμικές νόσους
- Λίθος ιουδαϊκός: διουρητικό και σε νευφρολιθίαση
- Λίθος μεμφίτης: αναισθητικό εγχειρήσεων
- Λίθος μόροχθος (τάλκης ή στεατίτης): σε πόνους της κύστης και αιμοπτύσεις
- Λίθος οφίτης (ένυδρο πυριτικό μαγνήσιο): σε κεφαλαλγίες και οφιόδηκτους
- Λίθος φρύγιος (αργυλούχο ορυκτό ή ηφαίστειος σκωρία): στυπτικό, εσχαρωτικό, με κηρωτή σε εγκαύματα
- Μίλτος (κοκκινόχωμα): στυπτικό, σε έμπλαστρα
- Νίτρους: σε τροχίσκους εισαγόμενους στα γεννητικά όργανα για σύλληψη
- Νιτρούχο ύδωρ: σε δερματικές νόσους, σε πεσσούς, σε αλοιφή στυπτική, σε κλύσματα, σε στομαχοχρίσματα
- Αφρός νίτρου: σε κωλικούς, σε εγχύσεις σε νόσους των ώτων, σε έμπλαστρα για λέπρα
- Όστρακα: με όξος σε κνησμό, εξανθήματα. Σε αλοιφή για τις χοιράδες
- Σανδαράκη ερυθρή: καθαιρετικό, για ωτίτιδες, σε αλωπεκία, σε καταπότια για το άσθμα
- Σμύρις: σε ουλίτιδες, για καθαρισμό των δοντιών
- Στυπτηρία (αργιλούχα ορυκτά): ουλίτιδες, ξηραντικό πληγών, στυπτικό, σε αιμορραγίες
- Τέφρα κληματίνη (ανθρακικό κάλλιο): αντίδοτο σε δηλητηριάσεις από μύκητες
- Υδράργυρος: δηλητήριο, διαβρωτικό
- Χαλκός σε πολλά είδη (κεκαυμένος/ ανθός χαλκού/ θειικός χαλκός/ ανθρακικός χαλκός/ οξείδιο του χαλκού): με πολλές χρήσεις όπως: στυπτικά, εμετικά, επουλωτικά, μαλακτικά, ξηραντικά, αντιψωρικά κ.α.
- Σποδός (μεταλλικό οξείδιο) όπως σπόδος κυπρίη (οξείδιο του χαλκού: επουλωτικό σε οφθαλμικές νόσους και έμπλαστρα/σποδός ιλλυρίη (οξελιδιο του χαλκού): επουλωτικό πληγών/σποδός χρυσίη μετά μίσυος: για γυναικολογικές παθήσεις
- Ώχρα (ορυκτό από άργιλο και οξείδιο του σιδήρου): στυπτικό, διαλυτικό φυμάτων και σαρκωμάτων
Βιβλιογραφία
- Σκαλτσά Ε., "Τα φάρμακα στην αρχαία Ελλάδα", στο http://www.iama.gr/ethno/oropos/skaltsa.htm