Συνδέεται ή όχι το δημοτικό παιδικό τραγούδι Φεγγαράκι μου λαμπρό με το κοινό σχολείο, το οποίο λειτουργούσε υποτυπωδώς στους νάρθηκες των εκκλησιών και στα κελλιά των μοναστηριών; Αν ναι, πότε τραγουδήθηκε, ποια είναι η καταγωγή του, η γέννησή του; Το πρόβλημα είναι σοβαρό από την άποψη, ότι μερικοί μελετητές εξαρτούν την ύπαρξη ή όχι του κρυφού σχολειού, του σχολείου πού λειτουργούσε νύχτα, από την σύνδεσή του με το γνωστό αυτό παιδικό τραγούδι.
Σχετικά με τη γνησιότητα, το νόημα
του τραγουδιού αυτού έχουν διατυπωθεί μέχρι σήμερα οι πιο διαφορετικές
και αντιφατικές απόψεις. Αναφέρουμε ενδεικτικά τις κυριότερες: Ο Γιάννης Βλαχογιάννης θεωρεί ότι η παιδεία την περίοδο της Τουρκοκρατίας δεν εμποδιζόταν και ότι τούτο είναι νανούρισμα πού έλεγε «ή κάθε μανούλα, να ετοιμάση, να καλοπιάση το μισοξυπνημένο παιδί της για να το ξεκινήση…». Ο ιερέας δάσκαλος πήγαινε, κατά τον Βλαχογιάννη, «αξημέρωτα
στην εκκλησία, και περισσότερο άμα είχε νά προσέξη το νάρτηκα είτε και
μέσα στα σκαλοπάτια του εικονοστασίου, όπου βοηθούσανε και τ’ αναμμένα
κανδήλια».
Ο Δημήτριος Καμπούρογλου υποστηρίζει ότι «αβασανίστως
και ακρίτως επαναλαμβάνεται ότι παρεμποδιζόντων των Τούρκων την
έκπαίδευσιν ηναγκάζοντο τα παιδάκια τη νύκτα με το φεγγάρι να πορεύωνται
εις διδάσκαλον προς εκπαίδευσιν». Ο Λίνος Πολίτης, εξάλλου, υποστήριξε ότι «το περίφημον κρυφό σχολειό είναι ένα ιστορικό ψέμμα», αφού,
καθώς λέει, μάλλον δεν πρέπει να μιλάμε για τέχνη και παιδεία στους δύο
πρώτους αιώνες μέχρι τού τέλους του ΙΣΤ’. Μόνο, συνεχίζει, «από
τις αρχές του 17ου αιώνα» αρχίζουν να γίνωνται αισθητά τα ρεύματα για
μια πνευματική αναγέννηση, όπου πλέον «όχι κρυφά μα φανερά σχολεία
ιδρύονται τώρα σε πάρα πολλές πόλεις…».
Για τη συνέχεια της ανακοίνωσης του Δημητρίου Γ. Κατσαφάνα – συγγραφέα, ερευνητή της υστεροβυζαντινής περιόδου
Πατήστε διπλό κλικ στο εικονίδιο. Ίσως χρειαστεί να περιμένετε λίγα λεπτά. Το αρχείο θα ανοίξει αυτόματα.
Ο πίνακας του Νικόλαου Γύζη*, που είναι σήμερα γνωστός ως Το Κρυφό Σχολειὀ, εκτέθηκε για πρώτη φορά στην Αθήνα το 1888 με τίτλο Έλληνικόν Σχολείον έν καιρώ δουλείας. Το 1899 ο Ιωάννης Πολέμης, εμπνεόμενος, όπως δήλωνε ο ίδιος, από τον πίνακα του Γύζη, έγραψε και δημοσίευσε το πασίγνωστο ποίημα του «Το Κρυφό Σχολειό», τίτλος που – χάρη στη δημοτικότητα που απέκτησε γρήγορα το ποίημα- αντικατέστησε τον αρχικό τίτλο του έργου του Γύζη.
Ώστε
ο όρος «Κρυφό Σχολειό» είναι πρόσφατος, αν και η σχετική παράδοση
ανάγει την αρχή της στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια. Όχι όμως
παλαιότερα. Γιατί δεν υπάρχει καμιά ιστορική πηγή που να μαρτυρεί ότι οι τουρκικές αρχές απαγόρευαν τη λειτουργία ελληνικών σχολείων. Άλλωστε
και μόνο το γεγονός ότι καθόλη την Τουρκοκρατία λειτουργούσαν – φανερά
βέβαια- εκατοντάδες σχολεία σε πόλεις και χωριά δηλώνει ότι δεν υπήρχε
λόγος λειτουργίας κρυφών σχολείων. Η σχετική υστερογενής παράδοση,
ωστόσο, μπορεί να γίνει δεκτή όχι ως ιστορική πραγματικότητα, αλλά ως
δραματοποιημένος συμβολισμός των δυσμενών συνθηκών, υπό τις οποίες
λειτουργούσαν τα σχολεία κατά την Τουρκοκρατία.
« Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας », Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, σελ. 217, Αθήνα 1999.
Υποσημείωση
*
Ο Τήνιος Νικόλαος Γύζης (1842-1901) σπούδασε αρχικά στο Σχολείο των
Τεχνών στην Αθήνα και ακολούθως στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του
Μονάχου. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Μόναχο, με τη σύζυγό
του Αρτέμιδα Νάζου και τα πέντε τους παιδιά. Αποτελεί έναν από τους
σημαντικότερους εκπροσώπους στην Ελλάδα αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο
του ακαδημαϊκού ρεαλισμού του ύστερου 19ου αιώνα, και συγκεκριμένα του
εικαστικού κινήματος που είναι γνωστό ως Σχολή του Μονάχου. Από το 1870
έως το 1900 συμμετείχε και βραβεύτηκε σε πολλές ελληνικές και ευρωπαϊκές
εκθέσεις. To 1880 ανακηρύχθηκε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών
του Μονάχου και το 1888 εξελέγη τακτικός καθηγητής στο ίδιο ίδρυμα.
Πέθανε στο Μόναχο το 1901 από λευχαιμία.
ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ