Δεν είναι άγνωστο ότι το ισχύον ημερολόγιο είναι λανθασμένο. Ακόμα από τον 16ο αιώνα ο Laurence Suslyga επισήμανε ότι το ημερολόγιο που εισήγαγε το 534 μ.Χ. ο Έλληνας μοναχός Διονύσιος ο Μικρός και το οποίο ισχύει μέχρι και σήμερα, παρουσιάζει σφάλμα 4 τουλάχιστον ετών, έτσι ώστε, ενώ λέμε ότι σήμερα μπαίνουμε στο έτος 2009 μ.Χ., στην πραγματικότητα, αρχίζουμε να διανύουμε το 2013 μ.Χ.
Το λάθος αυτό έγινε ως εξής: Ο Διονύσιος στηρίχθηκε στην πληροφορία του Κλήμη της Αλεξάνδρειας (150-220 μ.Χ.), σύμφωνα με την οποία ο Ιησούς γεννήθηκε το 28ο έτος της αυτοκρατορίας του Οκταβιανού και καθόρισε ότι το έτος αυτό ήταν το 754 από κτίσεως Ρώμης. Αυτό λοιπόν το έτος το ονόμασε 1ο μ.Χ. Το ότι περιέπεσε σε σφάλμα αποδεικνύεται από τα ακόλουθα αναμφισβήτητα ιστορικά και Ευαγγελικά δεδομένα:
1) Σύμφωνα με τις πληροφορίες των Ευαγγελιστών Ματθαίου (2:1) και Λουκά (1:5), ο Ιησούς γεννήθηκε «κατά τις ημέρες του βασιλιά Ηρώδη». Αλλά ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος μας πληροφορεί ότι ο Ηρώδης πέθανε λίγο πριν το Πάσχα του έτους 750 από κτίσεως Ρώμης (4 π.Χ.) και μάλιστα λίγο μετά την 13η Μαρτίου του έτους αυτού, οπότε συνέβη έκλειψη της Σελήνης, με την οποίαν οι Ιουδαίοι συνέδεσαν το θάνατο του Ηρώδη που συνέβη σχεδόν αμέσως μετά (Ιώσηπος, Αρχ. Βιβλίο 14-15, 18). Συνεπώς, ο Ιησούς θα πρέπει οπωσδήποτε να γεννήθηκε πριν τη 13η Μαρτίου του 4 π.Χ.
2) Εξάλλου, κατά τον Ευαγγελιστή Λουκά, ο Ιησούς βαπτίστηκε σε ηλικία περίπου 30 ετών, το 15ο έτος της ηγεμονίας του Καίσαρα Τιβέριου (Λουκ.3:1-3, 23). Επειδή, όμως, σύμφωνα με τις ιστορικές πληροφορίες, ο Καίσαρας Τιβέριος έλαβε τον τίτλο του Imperius Majus το 765 από κτίσεως Ρώμης (12 μ.Χ.), το 15ο έτος της ηγεμονίας του αντιστοιχεί από 779-780 από κτίσεως Ρώμης (26-27 μ.Χ.). Και επειδή κατά το έτος αυτό ο Ιησούς ήταν 30 ετών, συμπεραίνουμε ότι το 1ο έτος της ζωής του Ιησού αντιστοιχεί με το έτος 750-751 από κτίσεως Ρώμης (4-3 π.Χ.). Επομένως, το έτος της γέννησης θα πρέπει να είναι το 750 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή το 4 π.Χ.
3) Τέλος υπάρχει και τρίτη πληροφορία, που δίνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, σύμφωνα με την οποία το πρώτο Πάσχα, μετά τη βάπτιση του Ιησού, συνέπιπτε με το 46ο έτος από την έναρξη των εργασιών ανοικοδόμησης του Ναού στην Ιερουσαλήμ: «Ο ναός αυτός οικοδομήθηκε σε 46 χρόνια» (Ιωάν.2:20). Επειδή, και πάλι κατά τις πληροφορίες του ιστορικού Ιώσηπου (Αρχ. ιΕ και Ιουδ. Πολ. Α, Ι ε5), η ανέγερση του Ναού άρχισε κατά το 18ο έτος της βασιλείας του Ηρώδη, που αντιστοιχεί στο διάστημα από 734-735 από κτίσεως Ρώμης (20-19 π.Χ.) συμπεραίνουμε ότι το 46ο έτος της ανοικοδόμησης του Ναού, που συμπίπτει με το 30ο έτος της ηλικίας του Ιησού, είναι το 779-780 από κτίσεως Ρώμης (26-27 μ.Χ.). Αλλά από αυτό προκύπτει και πάλι ότι ο Ιησούς γεννήθηκε το αργότερο κατά το 750 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή το 4 π.Χ. ή και πριν από αυτό.
Από όλα τα παραπάνω συνάγεται το αναμφισβήτητο συμπέρασμα, ότι η Γέννηση έλαβε χώρα πριν από το Μάρτιο του έτους 4 π.Χ. τουλάχιστον μερικούς μήνες.
Κι επειδή, κατά την κοινή παραδοχή των θεολόγων όλων των δογμάτων, τα γεγονότα της ζωής του Ιησού, όσα έλαβαν χώρα από τη βάπτισή Του μέχρι το πρώτο Πάσχα του δημόσιου βίου Του (όταν είχαν συμπληρωθεί τα 46 έτη από την ανοικοδόμηση του Ναού) δεν είναι δυνατόν να αντιστοιχούν σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών, συνάγεται ότι η βάπτιση πραγματοποιήθηκε το πολύ μέσα στους τελευταίους μήνες του έτους 780 από κτίσεως Ρώμης (27 μ.Χ.) και συνεπώς η Γέννηση θα πρέπει να έλαβε χώρα από τον Οκτώβριο του 5 π.Χ. μέχρι τα μέσα του Μαρτίου του 4 π.Χ., το πολύ, επειδή μετά δεν υπήρχε ο Ηρώδης.
Η συμβολή της Αστρονομίας
Επειδή, εξάλλου, εκτός από τα παραπάνω Ευαγγελικά δεδομένα, δεν υπάρχει καμιά άλλη ιστορική πληροφορία για το έτος της Γέννησης, εδώ και πολλά χρόνια έγινε προσφυγή στη συμβολή της αστρονομίας για τον καθορισμό του ακριβούς χρόνου κατά τον οποίον γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός.
Η προσφυγή στην αστρονομία δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο. Πολλές φορές συμβαίνει διάφορα γεγονότα να μη χρονολογούνται στις υπάρχουσες ιστορικές πηγές. Αν όμως ένα αχρονολόγητο ιστορικό γεγονός συνδέεται με κάποιο αστρονομικό φαινόμενο, τότε, με τη βοήθεια της αστρονομίας, προσδιορίζεται ο χρόνος του φαινομένου και κατά συνέπεια και ο χρόνος του ιστορικού γεγονότος.
Αλλά και για τη Γέννηση υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Επειδή, όπως είναι γνωστό, στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, όπως και σε ορισμένα απόκρυφα ευαγγέλια, αναφέρεται ότι κατά τη Γέννηση παρατηρήθηκε από τους Μάγους «αστέρας», που με τη βοήθειά του μπόρεσαν να προγνώσουν τη Γέννηση «του βασιλιά των Ιουδαίων». Επιπλέον ο Ματθαίος παρέχει τις πληροφορίες των Μάγων για το χρόνο κατά τον οποίον εμφανίστηκε ο αστέρας. Επειδή λέει ότι «ο Ηρώδης, αφού κάλεσε κρυφά τους μάγους, εξακρίβωσε απ’ αυτούς τον καιρό που φάνηκε το αστέρι» και στη συνέχεια «βλέποντας ότι ξεγελάστηκε από τους μάγους, θύμωσε υπερβολικά και στέλνοντας, φόνευσε όλα τα παιδιά που ήσαν στη Βηθλεέμ και σε όλα τα όριά της, από δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον καιρό που εξακρίβωσε από τους μάγους» (Ματθ.2:7,16).
Συνεπώς υπάρχουν σαφείς πληροφορίες ότι το φαινόμενο του αστέρα των Μάγων έλαβε χώρα δύο περίπου έτη πριν από τη Γέννηση και μάλιστα σε διάστημα μικρότερο των δύο ετών («από δύο ετών και κάτω»). Επιπλέον, σε όλο αυτό το διετές διάστημα θα πρέπει «το φαινόμενο» του αστέρα να ήταν συνέχεια ορατό, επειδή, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Ευαγγελιστή, όταν οι Μάγοι έφτασαν στην Ιερουσαλήμ και μετά στη Βηθλεέμ, ο αστέρας φαινόταν ακόμα. Συγκεκριμένα λέει ο Ευαγγελιστής ότι ο Ηρώδης εξακρίβωσε το χρόνο «του φαινομένου αστέρα», δηλαδή του αστέρα που φαίνεται ακόμα και προσθέτει ότι κατά τη μετάβαση των Μάγων από την Ιερουσαλήμ στη Βηθλεέμ «το αστέρι, που είχαν δει στην ανατολή, προπορευόταν από αυτούς, μέχρις ότου φτάνοντας, στάθηκε πάνω εκεί όπου ήταν το παιδί» (Ματθ.2:9). Άρα, δε χωράει καμιά αμφιβολία ότι αυτό το αστρονομικό φαινόμενο πρέπει να έλαβε χώρα μέσα στο έτος 6 π.Χ., εφόσον, σύμφωνα με αυτά που ειπώθηκαν παραπάνω, η Γέννηση συνέβηκε μέσα στο εξάμηνο χρονικό διάστημα πριν της 13ης Μαρτίου του 4 π.Χ.
Οι Μάγοι
Πριν όμως εξηγήσουμε ποιος είναι ο αστέρας των Μάγων και καθορίσουμε τα σχετικά με τον ακριβή χρόνο της Γέννησης και της προσκύνησης των Μάγων, θα πρέπει να ειπωθούν μερικά πράγματα για του «Μάγους» της Βηθλεέμ. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: «Από πού ήρθαν;» Η απάντηση που δίνεται είναι: «Μάγοι από ανατολάς...». Αυτό προϋποθέτει χώρες από τη Συρία και τη Μεσοποταμία μέχρι την Αραβία και την Περσία.
Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας υποστηρίζει ότι ήταν Άραβες. Ο Τερτυλλιανός και ο Ιερώνυμος υποστήριζαν ότι ήταν Ναβαταίοι από την Πετραία Αραβία. Ο Ιάκωβος ο Ησύχιος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος τους θεωρούν Πέρσες και αυτό διατήρησε η ελληνική παράδοση. Ο Μέγας Αθανάσιος τους αναφέρει σαν Αιγύπτιους επαοιδούς. Τέλος ο Κέπλερ υποστήριζε ότι ήταν Χαλδαίοι, από τη χώρα όπου άκμαζε η αστρολογία. Οι ορθολογιστές ερευνητές θεωρούν ότι πλάστηκε ο μύθος των Μάγων από την Ανατολή, επειδή με την παρουσίαση και το προσκύνημά τους επικύρωναν προκαταβολικά την κοσμοσωτήρια αποστολή του νέου κυρίαρχου της Γης.
Τα ονόματά τους είναι γνωστά από ένα μωσαϊκό του βόρειου μεσαίου τοίχου του Αγ. Απολλινάριου του Νέου (Ραβέννα, 560 μ.Χ.): Γκεθασπώ, Μελχιώρ και Βιθισαρέα. Ο Βέδας ο Αιδέσιμος (Venerable Bede, 672-735 μ.Χ.) τους ονομάζει: Γκεθασπά, Μελχιώρ, Βιθισαρεά.
Η παράδοση, όμως, διατήρησε τα ονόματα των συγγραφέων του 9ου μ.Χ. αιώνα:
1) Μελχιώρ, νεαρός, πρόσφερε το λιβάνι που θα έκαιγε μετά το θάνατό Του και την αναμενόμενη ανάστασή Του, γιατί ήταν θνητός και Θεός μαζί.
2) Γκάσπαρ, μεσήλικας, που πρόσφερε το χρυσάφι, που συμβολίζει τη βασιλική Του ιδιότητα και την κοσμική Του βασιλεία.
3) Βαλτάσαρ, ηλικιωμένος, πρόσφερε τη σμύρνα, που συμβόλιζε την εξιλαστήρια θυσία Του πάνω στο σταυρό. Εμφανίζεται μελαψός, απ’ τη χώρα Σαβά (Αιθιοπία): «Οι βασιλιάδες της Αραβίας και της Σεβά θα προσφέρουν δώρα» (Ψαλμ.72:10).
Η προσκύνηση των Μάγων για τους Πατέρες της Εκκλησίας έλαβε συμβολικό χαρακτήρα. Η γονυκλισία τους είναι η υπόκλιση των αρχαίων ηλιολατρικών θρησκειών στον αληθινό Ήλιο της Δικαιοσύνης και εκφράζει την εύνοιά τους προς τη νέα θρησκεία.
Δεν είναι πολλά χρόνια που οι αρχαιολόγοι έφεραν στο φως μια ολόκληρη αστρονομική «βιβλιοθήκη» στον Ασσυρο-Βαβυλωνιακό χώρο. Βρέθηκε μεγάλο πλήθος πινακίδων, στις οποίες υπάρχουν γραμμένες με σφηνοειδή γραφή αστρονομικές παρατηρήσεις, που έγιναν κυρίως στη Σιπούρ της Βαβυλώνας, από το 700 π.Χ. μέχρι και τα χρόνια του Ιησού. Ήδη οι παρατηρήσεις αυτές υπολογίστηκαν πλήρως με τη βοήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών και από το 1962 υπάρχει στη διάθεσή μας το πολύτιμο αυτό υλικό των αστρονομικών παρατηρήσεων, δημοσιευμένο στον 56ο τόμο των Χρονικών της Αμερικανικής Φιλοσοφικής Εταιρείας.
Αυτό όμως που αποτελεί αληθινά μεγάλη ανακάλυψη, σχετικά με τον αστέρα της Βηθλεέμ, είναι η εύρεση πινακίδων, όπου αναγράφονται παρατηρήσεις μερικών από τα 93 επιμέρους φαινόμενα μιας μεγάλης συγκέντρωσης των πλανητών του 6 π.Χ. και μάλιστα εκείνων των φαινομένων, που όταν ερμηνευθούν αστρολογικά, θα ήταν δυνατόν να αποτελέσουν για τους αστρονόμους - αστρολόγους των χρόνων εκείνων, το πλήρες και επαρκές στοιχείο που προμήνυε τη «γέννηση του βασιλιά», να καθορίσουν τη θεία φύση Του, αλλά και να προσδιορίσουν τον τόπο και, το σπουδαιότερο, το χρόνο της Γέννησής Του.
Επειδή, όπως προκύπτει από όλες τις ιστορικές πληροφορίες, οι Μάγοι ήταν αστρονόμοι - αστρολόγοι, που εκτελούσαν τις παρατηρήσεις τους βασικά επί των «επτά πλανητών» με αποκλειστικό σκοπό την πρόγνωση και τον καθορισμό των γήινων πραγμάτων.
Το άστρο της Βηθλεέμ
Το όλο θέμα για το άστρο της Βηθλεέμ έχει σχέση με την ιστορικότητα ή όχι του προσώπου του Ιησού Χριστού. Έτσι:
α) Αν ο Ιησούς ήταν ανύπαρκτο πρόσωπο (όπως υποστηρίζουν ο μαρξισμός και οι ορθολογιστές Δυτικοί φιλόσοφοι), τότε δεν υφίσταται και άστρο της Βηθλεέμ.
Αν, όμως, ο Ιησούς Χριστός είναι ιστορικό πρόσωπο, τότε:
β) Η εμφάνιση του άστρου ίσως είναι ένας καλοστημένος μύθος για να τονιστεί η θεία φύση του Ιησού προσδίνοντας παράλληλα εξαιρετική λαμπρότητα κι ιδιαίτερο μεγαλείο κατά τη γέννησή του.
γ) Ίσως είναι ένα καθαρά υπερβατικό γεγονός, που εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο της ενσάρκωσης επί της Γης του Υιού και Λόγου του Θεού. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης δε θεωρούν με κανένα τρόπο το άστρο σαν αστρονομικό θέμα και δεν το εξετάζουν καθόλου έτσι, αφού η μελέτη του ξεφεύγει από τα όρια της γήινης επιστήμης.
δ) Ίσως να είναι ουράνιο σημάδι, συμβολικό άστρο των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης για τον αναμενόμενο Μεσσία. Άλλωστε η γέννηση σημαντικών ατόμων συνδέεται με ουράνια ή με μεγαλειώδη φυσικά φαινόμενα και με υπερβάσεις των γνωστών φυσικών νόμων, αφού με αυτό τον τρόπο ο Θεός γνωστοποιεί στους ανθρώπους την άφιξη στη Γη των εκλεκτών του.
ε) Τέλος, ίσως να είναι πραγματικά ένα αστρονομικό γεγονός. Βέβαια το πρόβλημα αστρονομικής επίλυσης του άστρου της Βηθλεέμ άρχισε κατά τον 16ο αιώνα, όταν οι ορθολογιστές θεολόγοι της Δύσης θέλησαν με επιστημονικοφανή τρόπο να αποδείξουν την ύπαρξη του άστρου. Η σκέψη ήταν απλή: Αν η αστρονομία μπορούσε να αποδείξει με στοιχεία την ύπαρξη του άστρου της Βηθλεέμ, την περίοδο που οι ιστορικοί τοποθετούσαν τη γέννηση του Ιησού στην Ιουδαία, τότε αυτόματα αποδεικνυόταν η ιστορικότητα αυτής της ίδιας της γέννησης!
Αν κι είναι αδύνατον να περιγράψουμε τη φύση, τη θέση και τον ακριβή χρόνο εμφάνισης του άστρου, γιατί δεν υπάρχουν τα απαραίτητα ιστορικά στοιχεία, ούτε και οι κατάλληλες αστρονομικές καταγραφές, παρόλα αυτά θα αναφέρουμε όλες τις πιθανές εκδοχές και απόψεις για τη φύση του άστρου της Βηθλεέμ. Αυτό προϋποθέτει ότι αποδεχόμαστε κατ’ αρχήν την άποψη ότι το άστρο της Βηθλεέμ, που περιγράφεται μόνο από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο, είναι ένα καθαρά αστρονομικό φαινόμενο, όπως το παρατήρησαν οι Μάγοι: «Επειδή, είδαμε το αστέρι του στην ανατολή και ήρθαμε για να τον προσκυνήσουμε... εξακρίβωσε απ’ αυτούς τον καιρό που φάνηκε το αστέρι... και να, το αστέρι, που είχαν δει στην ανατολή, προπορευόταν από αυτούς, μέχρις ότου φτάνοντας στάθηκε επάνω εκεί όπου ήταν το παιδί. Και καθώς είδαν το αστέρι, χάρηκαν με χαρά υπερβολικά μεγάλη» (Ματθ.2:1-12).
Σχετικά με το άστρο, πουθενά στον Ματθαίο δεν αναφέρεται η φύση του, ούτε ότι ήταν λαμπρό. Αυτό αναφέρεται μόνο στο απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου: «Είδαμε αστέρι πάρα πολύ μεγάλο που έλαμψε ανάμεσα στα άστρα, που αυτά δεν φαίνονταν. Και εμείς γνωρίσαμε ότι βασιλιάς γεννήθηκε στον Ισραήλ και ήρθαμε να τον προσκυνήσουμε» (ΧΧΙ, 1-2). Εκείνο που μας κάνει εντύπωση είναι ότι το Ευαγγέλιο του Ιακώβου περιγράφει επιπλέον μια φωτεινή νεφέλη κι ένα μεγάλο φως στο σπήλαιο όπου γεννήθηκε το θείο βρέφος: «Και στάθηκαν στο μέρος όπου ήταν το σπήλαιο και να μια νεφέλη φωτεινή επισκίαζε το σπήλαιο... και αμέσως η νεφέλη απομακρύνθηκε από το σπήλαιο και φάνηκε ένα μεγάλο φως μέσα στο σπήλαιο» (ΧΙΧ, 2, σελ.35-36).
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος αναφέρει για ένα νέο άστρο που προκάλεσε την προσοχή των Μάγων και που τους καθοδήγησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο ταξίδι τους. Και όμως, σαν φαινόμενο ήταν δυσδιάκριτο για τους πιο πολλούς. Πράγματι, αν ήταν λαμπρό έπρεπε όλοι να το αντιληφθούν, ο Ηρώδης και η αυλή του με τον σύμβουλό του, τον Έλληνα αστρονόμο Νικόλαο τον Δαμασκηνό, καθώς και όλος ο λαός της Ιουδαίας.
Εκείνη, όμως, η πληροφορία που δημιουργεί πλήθος ερωτήματα στους αστρονόμους είναι η φράση ότι το άστρο στάθηκε πάνω από το σπίτι, όπου έμενε η οικογένεια του Ιησού. Είναι δυνατόν; Ένα άστρο που εγκαταλείπει τελείως το αστρικό σύστημα στο οποίο ανήκει για να υποδείξει μια καθορισμένη διαδρομή σε κάποιους σοφούς ανθρώπους και τέλος να σταθεί πάνω από ένα συγκεκριμένο σημείο της Γης στα χαμηλά στρώματα της ατμόσφαιρας; Πάνω σ’ αυτό πολλοί ερευνητές υποστήριξαν ότι το άστρο πιθανώς να ήταν ένας πλανήτης, ουράνιο σώμα που εμφανίζει στάσεις στον ουρανό. Άλλοι λένε ότι ήταν μια φωτεινή νεφέλη ή ένα είδος ακτίνας φωτός που υποδείκνυε το δρόμο στους Μάγους, αλλά όχι άστρο. Σκοπός, λοιπόν, του Ευαγγελιστή Ματθαίου ήταν: «να διατηρήσει την ανάμνηση ενός αξιοσημείωτου ουράνιου φαινομένου, καθώς και την έξαρση των συνθηκών κάτω από τις οποίες έγινε η ενανθρώπιση του Σωτήρα».
Σημειώνουμε ότι τα απόκρυφα Ευαγγέλια, ίσως από τη φράση της Αποκάλυψης «τα επτά αστέρια είναι οι άγγελοι των επτά εκκλησιών», θεωρούν γενικά ότι το έκτακτό αυτό γεγονός ήταν ένας άγγελος που συμβολικά ονομάστηκε άστρο από το Ματθαίο: «Άγγελος στάλθηκε στην Περσία, ο οποίος φάνηκε με τη μορφή λαμπρού αστεριού και φώτισε όλη τη χώρα της Περσίας σαν ένας μεγάλος ήλιος κι οδήγησε τους βασιλείς της Περσίας στην Ιερουσαλήμ». Άποψη που υποστηρίζεται από τον ψευδο-Καισάριο και τον Γρηγόριο τον Θεολόγο. Ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (35-1-7 μ.Χ.) είναι ο πρώτος μετά τον Ματθαίο που αναφέρει: «έλαμψε στον ουρανό ένα αστέρι που το φως του ήταν ανεκλάλητο».
Πάντως, θα αναφέρουμε όλες τις περιπτώσεις που πιθανώς θα μπορούσαν να ερμηνευτούν από τους Μάγους σαν θεϊκό σημάδι γέννησης του Μεσσία, συσχετίζοντάς τις με άλλα ουράνια φαινόμενα ή σώματα, που καταγράφηκαν σε σχετικά κοντινές χρονικές ημερομηνίες με αυτό.
Αστρονομικές ερμηνείες
Η λέξη «αστέρας» περιλάμβανε τότε όλα τα πιθανά σταθερά ουράνια σώματα: αστέρες, πλανήτες, αστεροειδείς, κομήτες, μετέωρα, μετεωρίτες.
1. Κομήτες
Έχουν αρκετή λαμπρότητα και διάρκεια στην ουράνια σφαίρα για να τραβήξουν τη προσοχή των Μάγων. Ο Ιταλός ζωγράφος Giotto (1266-1337) πίστευε ότι το άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο κομήτης του Halley, από τον Άγγλο αστρονόμο Halley (1656-1742), κι αυτόν τον κομήτη ζωγράφισε το 1303 σαν άστρο της Βηθλεέμ σε νωπογραφία L’ Adorazione dei Magi στο Παρεκκλήσι των Σκροβένι στην Πάδοβα. Ο κομήτης του είχε παρουσιαστεί στο περιήλιό του το 1301.
Μετά τη ζωγραφική παράσταση του Giotto, ο κομήτης, σαν άστρο της Βηθλεέμ, με το λαμπρό αστρικό πυρήνα και τη μακριά ουρά ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες και έγινε η συνηθισμένη παράσταση του άστρου σε ζωγραφικές απεικονίσεις του και στις ευχετήριες χριστουγεννιάτικές κάρτες.
Πάντως οι κομήτες προαναγγέλλουν τραγικά συμβάντα και θανάτους. Έτσι, ένας κομήτης ως προάγγελος δεινών, καταστροφών και θανάτων, μάλλον απορρίπτεται. Άλλωστε, ένας κομήτης δεν εμφανίζεται δυο φορές ούτε βέβαια στέκεται πάνω από ένα σπίτι για να υποδείξει ένα ακριβές σημείο πάνω στη Γη.
Πάντως, ο μέγας Ωριγένης (185-254) θεωρούσε το άστρο της Βηθλεέμ ως κομήτη. Παρόμοια και ο αστρονόμος Α. Stenzel (1913), πιθανώς επηρεασμένος από τη φοβερή εμφάνιση του κομήτη Halley το 1910.
2. Μετέωρα: διάττοντες, βολίδες, μετεωρίτες
Διάττοντες: Είναι ουράνια σώματα με ασήμαντη μάζα, που εξατμίζονται στην ανώτερη ατμόσφαιρα (πεφταστέρια). Καίγονται σε σύντομο χρονικό διάστημα 2-3 δευτερολέπτων.
Βροχές διαττόντων: Εντυπωσιακό φαινόμενο βραχείας διάρκειας.
Βολίδες: Είναι μετέωρα με μεγαλύτερες διαστάσεις, το υλικό που απομένει στην επιφάνεια της Γης είναι οι μετεωρίτες (αερόλιθοι).
Είναι απίθανο να είδαν οι Μάγοι διάττοντες ή βολίδες, αφού όλα αυτά έχουν στιγμιαία λάμψη, ενώ το άστρο έλαμπε πολλούς μήνες στον ουρανό. Άλλωστε, είναι στιγμιαία φαινόμενα και δεν εμφανίζονται δύο φορές.
3. Μεμονωμένος απλανής
Αυτό υποστήριξε το 1911 ο Alfred Jeremias (1864-1935), που θεωρούσε ότι το άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο αστέρας α του Λέοντα (α Leo), ο Βασιλίσκος, αφού ολόκληρος ο αστερισμός είναι έμβλημα ισχύος και μεγαλείου. Τα στοιχεία του A. Jeremias ήταν διαισθητικά και δεν δίνουν απαντήσεις ούτε στο γεγονός ότι ο αστέρας οδηγούσε τους Μάγους, ούτε στη στάση του αστέρα, ούτε γενικότερα στην όλη ευαγγελική αφήγηση.
Άλλοι αστρονόμοι, όπως ο C. Daniel (1967), θεωρούν ότι ο λαμπρός απλανής ίσως ήταν ο αστέρας Κάνωπος, α Τρίποδας, άστρο του νότιου ουρανού, που δύσκολα παρατηρείται.
4. Καινοφανείς, υπερκαινοφανείς
Οι καινοφανείς (novae) αστέρες είναι ξαφνικές απαστράπτουσες εμφανίσεις. Ένα καταστροφικό γεγονός: Ένα αμυδρό άστρο εκρήγνυται απότομα πολλαπλασιάζοντας τη φωτεινότητά του. Στο αντίστοιχο χρονικό πλαίσιο της γέννησης του Ιησού ταιριάζει η έκρηξη του καινοφανούς του Αιγόκερω (5 π.Χ.) στον αστερισμό του Αετού, δίπλα στον Αλτάιρ, το πιο λαμπρό άστρο του αστερισμού.
Ένα νέο αστέρι, που πιθανώς να εντυπωσίασε τους Μάγους. Το αδύνατο σημείο αυτής της υπόθεσης είναι ότι η ανάλαμψη του καινοφανούς θα ήταν εύκολα αντιληπτή από όλους! Οι αστρονόμοι D.H. Clark, F.R. Stephenson και J.H. Parkinson υποστηρίζουν ανεπιφύλακτα την άποψη του καινοφανούς και θεωρούν ότι ο Μεσσίας γεννήθηκε την άνοιξη του 5 μ.Χ. Το ίδιο υποστήριζε, το 1952, ο ομότιμος καθηγητής της Αστρονομίας Σταύρος Πλακίδης.
5. Πλανήτης
Ίσως η φαντασμαγορική Αφροδίτη, αν και ο ομότιμος καθηγητής της Αστρονομίας Γεώργιος Μπάνος (1981) διατύπωσε την άποψη ότι το άστρο της Βηθλεέμ πιθανώς να ήταν ο άγνωστος τότε πλανήτης Ουρανός.
7. Σύνοδοι πλανητών
I. Διπλή σύνοδος πλανητών
Την υπόθεση του A. Jeremias ανέσυρε από τη λήθη ο R.W. Sinnot με δυο εργασίες του το 1968 και το 1986. Ερεύνησε όλες τις πλανητικές συνόδους από το 12 π.Χ. μέχρι το 6 μ.Χ. και βρήκε ότι δύο σύνοδοι των πλανητών Αφροδίτης και Δία του 3 μ.Χ. και 2 μ.Χ. αντίστοιχα, στον αστερισμό του Λέοντα, κοντά στον Βασιλίσκο, πιθανώς να σχετίζονται με το άστρο της Βηθλεέμ.
Ιδιαίτερα η σύνοδος της 17ης Ιουνίου του 2 π.Χ. ήταν ένα ασύνηθες αξιοπρόσεκτο γεγονός. Όμως, η σύνοδος αυτή είναι έξω από το χρονικό μας πλαίσιο, αφού ο Ηρώδης πέθανε μάλλον το 4 π.Χ.
Τη θεωρία του Sinnot υποστηρίζουν οι J.A. DeYoung και J.L. Hilton του Naval Observatory και ο Robert Victor του Michigan State University.
Σύνοδος, στην αστρονομία, είναι το φαινόμενο κατά το οποίο δύο ή περισσότεροι πλανήτες (όπως παρατηρούνται από τη Γη) πλησιάζουν και βρίσκονται στη μικρότερη δυνατή μεταξύ τους απόσταση. Τότε βρίσκονται σε σύνοδο με τη Γη.
II. Τριπλή σύνοδος πλανητών
Ο Δίας και ο Κρόνος το 7 π.Χ. βρίσκονταν για 8 μήνες σε απόσταση 3 μοιρών και τρεις φορές μεταξύ Μαΐου και Δεκεμβρίου του 7 π.Χ. σχεδόν ενώθηκαν οπτικά σε μια τριπλή σύνοδο, αφού πλησίασαν σε απόσταση 1 μοίρας.
1η σύνοδος: 28-29 Μαΐου
2η σύνοδος: 3 Οκτωβρίου
3η σύνοδος: 3-4 Δεκεμβρίου 7 π.Χ.
Ένα πραγματικά σπάνιο γεγονός, αφού οι τριπλές σύνοδοι είναι σπάνιες και ακόμα πιο σπάνιες αυτές που προβάλλονται στον αστερισμό των ιχθύων.
Την τριπλή σύνοδο πλανητών υποστηρίζουν ο R. Henniry (1936), ο Konstantin Ferrari d’ Occieppo (1978), ο I. Elliot (1978) του Dansinn Observatory στο Δουβλίνο, ο John Mosley (Los Angeles), ο David Hughes, από το πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, οι J. και M. Seymour (1978) που θεωρούν ότι οι Μάγοι ξεκίνησαν με τη σύνοδο του 7 π.Χ., όταν ανέλαμψε ο καινοφανής του Αετού το 5 π.Χ., που σηματοδότησε τη γέννηση του Μεσσία.
Ο Johannes Kepler (1571-1630) πίστευε ότι η τριπλή σύνοδος του Δία-Κρόνου του 7 π.Χ. ή 747 από κτίσεως Ρώμης, που προβαλλόταν στον αστερισμό των ιχθύων, ήταν το άστρο της Βηθλεέμ, στην οποία στα όρια των αστερισμών Κρόνου-Ιχθύων προστέθηκε και ο Άρης το 6 π.Χ. Τότε σχηματίστηκε το τρίγωνο Άρη-Κρόνου-Δία, που προβαλλόταν στον αστερισμό των Ιχθύων. Υποστηρίζει δε ότι ο Ιησούς γεννήθηκε 1-2 χρόνια μετά από αυτό το εντυπωσιακό γεγονός και συνδυάζει την τριπλή σύνοδο του 7 π.Χ. με την ανάλαμψη του καινοφανούς το 5 π.Χ., που προανήγγειλε τη βασιλική γέννηση. Ο ίδιος αναφέρει: «Ο αστέρας των Μάγων δεν ήταν ένας της συνήθους σειράς των κομητών ή των νέων αστέρων, αφού κινείτο λόγω ειδικού θαύματος στο κατώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας».
8. Πολλαπλή ή μεγάλη σύνοδος πλανητών
Ο Κωνσταντίνος Χασάπης (1970) προτείνει τη μεγάλη σύνοδο των πλανητών και είναι υπέρμαχος της αστρολογικής ερμηνείας με την πολλαπλή σύνοδο των 7 τότε γνωστών πλανητών (Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Κρόνος, Σελήνη, Ήλιος), που ήρθαν σε σύνοδο τον Απρίλιο του 6 π.Χ. στους ζωδιακούς αστερισμούς των Ιχθύων και του Κριού. Η μεγάλη συγκέντρωση των 7 πλανητών διήρκησε από 3-6 χρόνια. Ο Κ. Χασάπης αναφέρει:
«Πράγματι, τον Απρίλιο του 6 π.Χ. συνέβη ένα εντελώς έκτακτο αστρονομικό φαινόμενο, που μπορεί να εξηγήσει πλήρως όλα όσα αφηγείται ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, αναφορικά με τον αστέρα των Μάγων. Το φαινόμενο τούτο συνίστατο στη συγκέντρωση των «επτά πλανητών» μέσα στον αστερισμό των Ιχθύων και στη συνέχεια, τη διάβασή τους από την «ακμή των οίκων» Ιχθύος και Κριού. Η άρθρωση του φαινομένου αυτού άρχισε στις 13 Οκτωβρίου του 9 π.Χ. Η ακμή του σημειώθηκε από τις 13 ως τις 19 Απριλίου του 6 π.Χ. και το τέλος του φαινομένου σημειώθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 5 π.Χ.
Η μεγάλη συγκέντρωση των πλανητών του 6 π.Χ. στην ακμή των οίκων Ιχθύων και Κριού είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο, που δεν έχει το όμοιό του σε όλη την έκταση των ιστορικών χρόνων. Είναι πράγματι, όταν το δούμε αστρολογικά, τελείως έκτακτο και εξαιρετικό φαινόμενο κι οι σημερινοί ακόμα αστρολόγοι θεωρούν αυτού του είδους τις συγκεντρώσεις ότι δηλώνουν την είσοδο της ανθρωπότητας σε μια Νέα Εποχή. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1962, όταν κατά το Φεβρουάριο έλαβε χώρα ανάλογο φαινόμενο, όχι όμως στον οίκο των Ιχθύων, αλλά του Υδροχόου, οι αστρολόγοι το θεώρησαν ως γεγονός που προμήνυε την είσοδο και πάλι της ανθρωπότητας σε μια Νέα Εποχή. Ειδικά, όμως, η συγκέντρωση των πλανητών του 6 π.Χ., επειδή έγινε στον αστερισμό των Ιχθύων και επειδή επιπλέον όλοι οι πλανήτες μέσα σε λίγες μέρες πέρασαν ο ένας μετά τον άλλον από την καλουμένη «εαρινή ακμή», έπρεπε να σημαίνει για τους αστρολόγους των χρόνων εκείνων, την είσοδο της ανθρωπότητας στην «Εποχή της Αγάπης». Και επειδή ο αστερισμός των Ιχθύων συνδεόταν άρρηκτα με τη χώρα των Ιουδαίων, θα έπρεπε από την Ιουδαία να εξαρτηθεί η είσοδος στη Νέα Εποχή. Ειδικότερα, επειδή ο «ηγετικός» πλανήτης της συνόδου εκείνης, ο Κρόνος, συμβόλιζε το λόγο του Θεού και επειδή οι τρεις επιμέρους συνοδοί του μαζί με τον πλανήτη Δία, που συμβόλιζε το βασιλιά, σήμαιναν τη Γέννηση του Βασιλιά, που έχει θεία προέλευση, εξηγείται γιατί οι Μάγοι προέγνωσαν τη Γέννηση «του Μεγάλου Βασιλιά» στην Ιουδαία. Επιπλέον, ο πλανήτης Κρόνος θεωρείτο ως ο αστέρας προστάτης των Ιουδαίων.
Η έξοδος του πλανήτη Δία (του βασιλιά) από τον τόπο της συνόδου των πλανητών, την 6η Μαρτίου του 5 π.Χ., αστρολογικά σήμαινε την ενσάρκωση του Βασιλιά, δηλαδή τη σύλληψή Του από την Παρθένο Μαρία, όπως λέμε σήμερα, και προσδιόριζε την μετά 9 μήνες, την 6η Δεκεμβρίου του 5 π.Χ., σαν ημέρα της Γέννησης του Βασιλιά.
Εξηγείται λοιπόν, πώς οι Μάγοι έφτασαν στην Ιερουσαλήμ αμέσως μετά τη Γέννηση και πώς πρόφτασαν έτσι τον Ιησού στη Βηθλεέμ. Επειδή, 40 μέρες μετά τη Γέννηση, όπως μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς (2:39), η οικογένεια του Ιωσήφ εγκατέλειψε τη Βηθλεέμ και την Ιερουσαλήμ. Επομένως, οι Μάγοι αναχώρησαν από την πατρίδα τους λίγο χρονικό διάστημα πριν από τη Γέννηση, κατευθυνόμενοι «από ανατολάς», όπως μας πληροφορεί ο Ματθαίος (2:1), στην Ιουδαία, που βρίσκεται προς δυσμάς. Αλλά, από τις 2 Αυγούστου του 5 π.Χ. και ο «ηγετικός» πλανήτης του φαινομένου της μεγάλης συνόδου κινιόταν κι αυτός από ανατολή προς δύση. Εξηγείται, λοιπόν, γιατί λέγεται από το Ματθαίο ότι «το αστέρι προπορευόταν από αυτούς» (2:9). Το καταπληκτικό είναι ότι πράγματι στις 19 Δεκεμβρίου του 5 π.Χ., δηλαδή 13 μέρες μετά τη Γέννηση που προέβλεψαν οι Μάγοι, ο πλανήτης Κρόνος «στάθηκε», όπως λέει και ο Ματθαίος (2:9). «Στάθηκε», όταν οι Μάγοι έφτασαν στη Βηθλεέμ «όπου ήταν το παιδί» (2:9).
Η στάση αυτή του Κρόνου, που σήμαινε τη λήξη του μεγάλου φαινομένου της συνόδου των πλανητών, καθορίζει σαν ημερομηνία της προσκύνησης των μάγων τη 19η Δεκεμβρίου του 5 π.Χ. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι και ο Αθηνών Μελέτιος, χωρίς να οδηγείται από τα αστρονομικά αυτά δεδομένα, καθόρισε ότι η προσκύνηση έλαβε χώρα 13 μέρες μετά τη Γέννηση».
6. Ζωδιακό φως
Τέλος, ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Βιέννης K. Ferrari d’ Occhiepo (1978) υποστηρίζει την εμφάνιση του ζωδιακού φωτός με τη σύνοδο των πλανητών Δία και Κρόνου.
Ζωδιακό φως: είναι ένα διάχυτο συνήθως λευκό φως που παρατηρείται στο δυτικό ορίζοντα μετά το λυκόφως και στον αντίστοιχο ανατολικό πριν από το λυκαυγές.
Ο Occhiepo υποστηρίζει ότι το άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο Δίας στη στάση του τη 12η Νοεμβρίου του 7 π.Χ. Η υπόθεση αυτή έχει πολλά αδύνατα σημεία, αλλά υποστηρίχθηκε ένθερμα από τον B.L. Van der Wärden.
Η άποψή μαςΘεωρούμε ότι οι αστρονομικές ερμηνείες για το άστρο της Βηθλεέμ, για όσους τις ασπάζονται δε βρίσκονται σε σύγκρουση με τις προσωπικές τους θρησκευτικές πεποιθήσεις. Το σημαντικό στην όλη υπόθεση δεν είναι αν το άστρο της Βηθλεέμ υπήρξε και τι ήταν στην πραγματικότητα. Γιατί δεν πρέπει να μας απασχολεί αυτή καθεαυτή η εμφάνιση του άστρου, αλλά ο ερχομός του Θεανθρώπου! Για μας το άστρο της Βηθλεέμ δεν αποτελεί έπαθλο μιας κάποιας αλαζονικής επιστημονικής κατάκτησης, ούτε απόδειξη οποιασδήποτε μεταφυσικής πίστης. Το πραγματικό αστέρι, το λαμπρό και πρωινό (Αποκ.22:16), είναι ο Χριστός, που το φως του αποκαλύπτεται σε όλους εκείνους που δε χάνονται στα απροσπέλαστα ορθολογιστικά μονοπάτια μιας κάποιας επιστημονικής γνώσης, αλλά αναζητούν την ύπαρξη του στα κατάβαθα της ψυχής τους. Γιατί, σε τελική ανάλυση, το αληθινό φως, που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, είναι ο Χριστός (Ιωάν.1:9).
(Βιβλιογραφία: (1) Θεοδοσίου Στράτος (Αναπληρωτής Καθηγητής στον τομέα Αστροφυσικής του πανεπιστημίου Αθηνών) και Δανέζης Μάνος (Επίκουρος Καθηγητής), «Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.-Αστρονομία-Ιστορία, Φιλοσοφία», Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα 2000, (2) Περιοδικό «Ο Αστέρας της Ανατολής», Αθήνα 2006, (3) Κωνσταντίνος Χασάπης, Αστρονόμος, Εφημερίδα «Η Καθημερινή», 1970)