Σελίδες


Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ -ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΕ ΕΝΑΝ ΜΕΓΑΛΟ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΟ ( ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΩΝ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΕΤΕΥΞΗ ΤΟΥ )

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΙΣ 120.000 ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΕΣ!


ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Βασίλης Χριστοδούλου
1917-2010


Ο Βασίλης Χριστοδούλου γεννήθηκε το 1917 στον Πειραιά. Το 1936, σε ηλικία μόλις 19 χρόνων δημοσίευσε την πρώτη του γελοιογραφία στην εφημερίδα «Ηχώ της Ελλάδας», που είχε εκδώσει ο Κωστής Μπαστιάς, φανερώνοντας το πηγαίο ταλέντο του. Από τότε, και έως την αποχώρησή του από την ενεργό δημοσιογραφία, σταδιοδρόμησε στον αθηναϊκό ημερήσιο και περιοδικό Τύπο ως σκιτσογράφος και γελοιογράφος με θετικές επιδόσεις και επιτυχημένες παρουσίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Για περισσότερα από πενήντα χρόνια εργάστηκε στις εφημερίδες «Εφημερίς των Ελλήνων», «Αθηναϊκή», «Προοδευτικός Φιλελεύθερος», «Η Βραδυνή», «Η Μεσημβρινή» κ.ά. Επίσης, συνεργάστηκε στα περιοδικά «Θησαυρός», «Πάνθεον», «Εικόνες», «Ρομάντζο», «Παγκόσμιος Τύπος», «Σαββατοκύριακο», «Πρώτο» και σε διάφορα άλλα εβδομαδιαία δεκαπενθήμερα και μηνιαία έντυπα. Υπήρξε ακόμη, τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας «Αθλητική Ηχώ» και της συνδικαλιστικής επιθεώρησης «Πρωτεργάτης». Ως γελοιογράφος συνεργάστηκε και με την εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Μακεδονία», στην οποία διαδέχθηκε τον Φωκίωνα Δημητριάδη.



Ως πολιτικός γελοιογράφος πρωτοεμφανίστηκε στην εφημερίδα «Αθηναϊκή» του Γιάννη Παπαγεωργίου από την αρχή της έκδοσής της το 1951 μέχρι το 1962. Στη συνέχεια ανέλαβε πολιτικός γελοιογράφος στην εφημερίδα «Η Βραδυνή» των αδελφών Αθανασιάδη, στην οποία παρέμεινε επί 20 και πλέον χρόνια. Έτσι, οι γελοιογραφίες του, που δημοσιεύθηκαν πρωτοσέλιδες και στις δύο εφημερίδες, με βασικά γνωρίσματα το πηγαίο σκωπτικό πνεύμα και την προσωπική σκιτσογραφική έκφραση, ταυτίστηκαν με την μεταπολεμική πολιτική ζωή της Ελλάδας και επέδρασαν στη διαμόρφωση τάσεων, ροπών και συναισθημάτων μεταξύ της κοινής γνώμης.


Σειρές από γελοιογραφίες και σκίτσα του έχουν εικονογραφήσει αναγνώσματα, ρεπορτάζ και διάφορα δημοσιογραφικά και φιλολογικά κείμενα, που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά μεγάλης κυκλοφορίας. Διεκδικεί ίσως παγκόσμιο ρεκόρ παραγωγικότητας, αφού υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 120 χιλιάδες οι γελοιογραφίες του. Έχει λάβει μέρος σχεδόν σε όλες τις μεταπολεμικές, πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις γελοιογραφίας και σκίτσου.

Ο Βασίλης Χριστοδούλου υπήρξε ένας σεμνός, ευπρεπής και ευγενής συνάδελφος, που άφησε σπουδαίο έργο ως γελοιογράφος και σκιτσογράφος. Παράλληλα, δίδαξε ήθος και έμεινε πιστός στις αρχές του δημοσιογραφικού λειτουργήματος.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 2010 ο δημοσιογράφος - σκιτσογράφος Βασίλης Χριστοδούλου, «έφυγε» από κοντά μας σε ηλικία 93 ετών.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΙΣ 120.000 ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΕΣ!


Για τον απολογισμό με τα σχόλιά του, που έκανε στην εφημερίδα του (http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=237372), ο καλός συνάδελφος Χρήστος Μιχαηλίδης ανέφερε  τους 59 ανθρώπους  με τα έργα τους και τις ημέρες τους, στον τομέα του ο καθένας και η κάθε μία, που έφυγαν από τη ζωή το 2010,
Πενήντα εννέα ονόματα, μέσα στα οποία εγκάρδιοι συνεργάτες και φίλοι, μερικοί και συνοδοιπόροι «εκδρομείς» του ευλογημένου '60, δάσκαλοι που έφυγαν αλλά έμεινε η σοφία τους, γυναίκες σπουδαίες που δικαιούνται ίδιου σεβασμού και αγαθής μνήμης, αν όχι και μεγαλύτερης, ποιους να ξεχωρίσω;

Μέσα από όλους αυτούς, θέλω να ξεχωρίσω και έναν μάλλον ξεχασμένο από καιρό, τον εξαίρετο σκιτσογράφο  τον Βασίλη Χριστοδούλου, που έφυγε στα 93 χρόνια του, πλήρης «σκίτσογραφικών» ημερών, έχοντας στο ενεργητικό του περισσότερες από 120.000 γελοιογραφίες σε καθημερινές εφημερίδες, όπου ήταν μόνιμος συνεργάτης σε καθημερινή βάση, σατιρίζοντας μονίμως την τροφοδότρια πολιτική επικαιρότητα. Διαλέγοντας αυτός τα θέματα, χωρίς καμία οδηγία, με το «ελεύθερο» της ιδιοκτησίας των εφημερίδων για να κινείται σύμφωνα με τη δική του πολιτική τοποθέτηση, έτοιμος κι αυτός «να πάρει το καπελάκι του και να φύγει» αν η σάτιρα του ήταν αντίθετη με τη θέση της εφημερίδας! Και σεναριογράφος που μερικές από τις κωμωδίες είχαν γίνει και κινηματογραφικές ταινίες.



Διάλεξα (άνω) ένα χαρακτηριστικό του σκίτσο του 1988, που εκφράζει τις ταραχές εκείνων των ημερών. Το διάλεξα περισσότερο για να θυμηθούμε την πιστότητα των χαρακτηριστικών, που θα την έλεγα μέχρι και «φωτογραφική», με την οποία αποτύπωνε τα πρόσωπα ο Βασίλης Χριστοδούλου, έτσι ώστε να γίνονται αμέσως αναγνωρίσιμοι και ο Μητσοτάκης και ο Παπανδρέου και τα περισσότερα από τα πρωτοκλασάτα στελέχη του τελευταίου, όπως ο Κουτσόγιωργας, ο Τσοβόλας, ο Χαραλαμπόπουλος, ο Γεννηματάς, ο Μαρούδας, ενώ πίσω τους σκάει μύτη και ο Τσοχατζόπουλος και οι όσοι άλλοι, όλα με μια δεξιοτεχνία καταπληκτική, έτσι που ήταν ικανός με μια ματιά του να σου δώσει σε λίγα λεπτά τη φάτσα σου για να τη βάλεις σε ταυτότητα!

Γ. Λ.
Πηγή: Εφημερίδα «ΠΑΡΟΝ»


 
ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Γελάτε Ελληνικά...


[Η τελευταία συνέντευξη του Βασίλη Χριστοδούλου στο Ως3]

...Για να καταλάβεις την γελοιογραφία, πρέπει να ενσκήψεις. Να τη μελετήσεις, να δεις, τι λέει εκεί επάνω; Α, εκεί παραπέμπει εκεί. Μα η γελοιογραφία είναι ή γέλασα ή δε γέλασα. Να ψάξω να δω πότε θα γελάσω; Αυτά είναι εγκεφαλικά πράγματα... Δεν θα επιζήσουν. Επιζεί ο κλασσικός τύπος γιατί ο άνθρωπος είναι ένας. Η φύση του να χαμογελάσει και ο τρόπος του να γελάσει είναι ένας. Δεν εκμοντερνίζεται το γέλιο. Το γέλιο παίρνει απλώς τις εποχές, όποιες και να 'ναι και τις διακωμωδεί...
ΚΕΙΜΕΝO/ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: SOLOUP

Ο Βασίλης Χριστοδούλου είναι αναμφισβήτητα μια θρυλική φυσιογνωμία της ελληνικής γελοιογραφίας. Ένας ακούραστος σκιτσογράφος που λάμπει με το χιούμορ του, από τη χρυσή (και ταυτόχρονα πολιτικώς δύσβατη) εποχή των «οικογενειακών περιοδικών», μέχρι σήμερα. Ο Χριστοδούλου, είναι ένας από τους κορυφαίους δημιουργούς της κοινωνικής, ηθογραφικής γελοιογραφίας. Μιας γελοιογραφίας που άνθησε μεταπολεμικά σε περιοδικά όπως ο «Θησαυρός» και το «Ρομάντζο». Όμως, επιμένει ακόμα. Σκιτσάρει καθημερινά από το 1948. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας ασυνήθιστης εμμονής; Πάνω από 120.000 γελοιογραφίες! Ένας παραγωγικότατος δημιουργός που ενώνει δια μέσου της προσωπικής του εμπειρίας, όλες τις γενιές της μεταπολεμικής γελοιογραφίας. Από τον Φωκίωνα Δημητριάδη και τον Παύλο Παυλίδη, μέχρι τους σημερινούς ομότεχνούς του, πολιτικούς γελοιογράφους.
Η γραμμή του καθαρή και απέριττη, είναι εν-τυπωμένη για τα καλά στο νεοελληνικό μας ασυνείδητο. Βαρελόφρονες, σεξοβόμβες, ξεμυαλισμένοι και (αναπόφευκτα) απατημένες σύζυγοι, αλλά και Ανδρέας Παπανδρέου και Φλωράκης και όλη η σύγχρονη πολιτική ιστορία. Όλοι έχουν περάσει από την πένα του.
Μια συζήτηση λοιπόν με το Βασίλη Χριστοδούλου. Τα βιώματα και οι αναμνήσεις μιας δημιουργικής ζωής γεμάτη σκιτσάκια . Ένας λόγος τόσο μεστός και αυτάρκης, ώστε μετράω τσιγκούνικα τις σπάταλες λέξεις μου πριν σας αφήσω στον ίδιο τον δημιουργό...

Κύριε Χριστοδούλου από που κατάγεστε;
Γεννήθηκα στον Πειραιά. Αλλά μεγάλωσα στην Αθήνα. Και στον Πειραιά πάλευα κάτι έντυπα λίγο μετά την απελευθέρωση. Είχα τη μανία αυτή (με το σκίτσο) και πήγα τζάμπα σε ένα συνδικαλιστικό περιοδικό του Εργατικού Κέντρου Πειραιά. Και είχα τέτοιο πάθος... Σε ένα γραφειάκι έκανα τις διορθώσεις, έγραφα τον καθημερνό στοίχο, έκανα ρεπορτάζ στο λιμάνι... και το σκίτσο.

Αυτό, πότε περίπου; Το '46, '47;

Μέχρι το '46 γιατί μετά τους διαλύσανε, τους κρεμάσανε αυτούς. Εγώ χάρισα απ του χάρου τα δόντια. Όχι ότι ασπαζόμουν την ιδεολογία. Εγώ την τρέλα μου είχα και γι αυτό ίσως τη γλίτωσα.

Επίσημα πότε αρχίσατε να κάνετε σκίτσα;
Άρχισα να βγάζω χρήματα από το '48 κιόλας, στο περιοδικό «Θησαυρός».

Πιο πριν είχατε ασχοληθεί με κάτι; Με κάποιο επάγγελμα; Είχατε σπουδάσει;
Δεν έχω σπουδάσει τίποτα! Είχα γραφτεί στη Σχολή Καλών τεχνών λίγο πριν τον πόλεμο, νεαρούλης, στο προκαταρκτικό έτος που το λέγανε τότε, και κηρύχτηκε ο πόλεμος και αντί για ζωγράφος, στην κατοχή έγινα ταβερνιάρης.

Εκτός από τον «Θησαυρό» σε ποια άλλα έντυπα δουλέψατε;
Όσα έντυπα υπήρχαν στο παρελθόν, έχω δουλέψει. Όχι έμμισθος. Με τακτική απολαβή ήμουν στον «Θησαυρό», στο «Ρομάντζο», στην «Αθηναϊκή» στη «Βραδινή» στην «Ημέρα» και σε ορισμένα αθλητικά όπως το «Φως». Α, και τη «Μακεδονία» της Θεσσαλονίκης...

Γίνατε γνωστός κυρίως με τις κοινωνικές γελοιογραφίες. Με την πολιτική γελοιογραφία πότε ασχοληθήκατε;
Θα σας πω. Εμφανίστηκα στον Παπαγεωργίου που ήταν ο εκδότης του «Θησαυρού» από μια σύμπτωση. Του είχα γράψει ένα γράμμα για κάποια γελοιογραφία και μου λέει «ελάτε να σας γνωρίσω». Την ίδια εποχή ήταν και ο Αρχέλαος. Εκκολαπτόμασταν και οι δυο. Ζήτησε να δει αν κάνουμε γελοιογραφίες. Δηλαδή αν παράγουμε, διότι αυτός για να βάζει γελοιογραφίες στον «Θησαυρό», πλήρωνε ολόκληρο συνεργείο να λένε -ας πούμε στον Δημητριάδη- ιδέες, για να τις κάνει με τη γραμμή του και να λένε: «του Δημητριάδη». Είχε «τη χοντρή και τον Ζαχαρία» το οποίο και αυτό ο Παπαγεωργίου το είχε κλέψει από κάποιους τούρκους. Και μας υποχρέωνε να του δίνουμε ιδέες -και τις πλήρωνε τις ιδέες- αλλά τις έφτιαχνε ο Γάλλιας. Και με τη γραμμή του όλοι νόμιζαν ότι είναι του Γάλλια, ενώ...

Λοιπόν θέλω να κάνετε μια ιδιαίτερη μνεία γι αυτόν τον άνθρωπο. Τον Παπαγεωργίου;

Ναι. Η ελληνική γελοιογραφία δεν υπήρχε. Όλες ήταν κομμένες από τα ξένα περιοδικά. Ο ανθρωποφάγος, ο ιεραπόστολος δεν ήταν ελληνικά. Ο Παπαγεωργίου ήταν τύπος λαϊκός και είχε την έμπνευση να στραφεί στον μπεκρή, τη γειτονιά, τη γεροντοκόρη... Και αυτή η γελοιογραφία φούντωσε. Ο κόσμος έπαιρνε του έλληνες τύπους. Λοιπόν, εγώ και ο Αρχέλαος αρχίσαμε ως εξής. Μου λέει (ο Παπαγεωργίου) μπορείς να φέρεις (γελοιογραφίες);... Ήθελε ν' απαλλαγεί απ' τους μεγάλους. Να κάνει φίρμες καινούργιες. Του λέω μπορώ. Μου λέει, πότε θα μου φέρεις; Του λέω σε δυο μέρες. Του πάω 40!
Τον βλέπω λοιπόν κι άρχισε και μονόγραφε. Τα είχα κάνει πρόχειρα σε δημοσιογραφικό χαρτί. Και όταν τα μάζεψε ματσάκια αυτά που είχε εγκρίνει, μου λέει: άντε στο λογιστήριο να τα πληρωθείς αυτά. Και μαζεύω κατοστάρικα δεν θυμάμαι, αρκετά χρήματα, σα να λέμε σήμερα προκαταβολή 1.000 ευρώ. Ίσως και περισσότερο. Τι τα θες... Δεν κοιμήθηκα να κάνω σκίτσα. Μπουκώθηκα. Και ο Αρχέλαος τα ίδια έκανε.

Ταυτόχρονα πήγατε με τον Αρχέλαο;

Μαζί είμαστε, την ίδια περίοδο. Αφού μετά γίναμε ένα ντουέτο αχώριστο που έφτασαν να λένε ...ο κύριος Αρχέλαος Χριστοδούλου.
Αφού λοιπόν επιτύχαμε στον «Θησαυρό», άρχισαν να μας καλούν και στο «Ρομάντζο»... Μαζεύαμε χρήμα εμείς. Όταν αποφάσισε να γίνει ο Παπαγεωργίου πολιτικός παράγων, να βγάλει εφημερίδα, την «Αθηναϊκή», μας κάλεσε να δει αν μπορούμε να κάνουμε Πολιτική γελοιογραφία.
Α, μάλιστα...
Και θέλω να δώσουμε έμφαση στην προσπάθεια που έκανε. Ήταν ο πρώτος που αγάπησε, καθιέρωσε, κι έφερε στον τύπο την Ελληνική γελοιογραφία. Όταν έβγαλε την «Αθηναϊκή», τη γελοιογραφία την έβαζαν δεξιά, κάτω... Αυτός λοιπόν έκανε ζωνάρι επάνω με τρεις κάθε ημέρα- δυο δικές μου μια του Αρχέλαου, δυο του Αρχέλαου μια δική μου-, χρωματιστές. Πρωτοφανές! Ότι και να γινόταν, σεισμός, καταποντισμός, η γελοιογραφία υπήρχε. Από κάτω όλα τα άλλα. Και πήγε 125.000 φύλλα η εφημερίδα. Ένα φαινόμενο.



Τι εποχή γινόταν αυτό;
Το '51 '52 '53, αυτή ήταν η χρυσή εποχή... Εντωμεταξύ εμείς καθιερωθήκαμε. Το ήθελε αυτός να μας κάνει φίρμα για να σβήσει τους άλλους. Κι έτσι κι έγινε. Οι άλλοι τραβηχτήκανε. Δεν μπορούσαν να μας συναγωνιστούν. Παιδιά εμείς...

Διάβασα κάπου ότι σας πήγαν μέχρι και στα δικαστήρια για μια γελοιογραφία;
(Γέλιο)... Έγινε το εξής. Κάθε ημέρα πηγαίναμε τις πολιτικές γελοιογραφίες στον Παπαγεωργίου. Πηγαίναμε σπίτι του και τον βρίσκαμε. Ήταν κοντά στην εφημερίδα. Περνάγαμε ωραία εκεί πέρα, πίναμε ουζάκια, πράγματα... Αυτός, όποια του άρεσε την ενέκρινε. Δεν τον ένοιαζε αν ήταν και τρεις του ενός.
Μια μέρα λοιπόν -επί Προέδρου Παπάγου και πρωθυπουργού Μαρκεζίνη-, κάναμε γελοιογραφίες και οι δυο και βγάζει συμπτωματικά 3 δικές μου. Αλλά εμείς είχαμε συμφωνήσει να μην προβάλλεται μόνο ο ένας ...κι έδωσα εγώ μια γελοιογραφία δική μου και την έκανε ο Αρχέλαος με τη γραμμή του. Να φαίνεται κι αυτός. Όπως μου έδινε και ο Αρχέλαος. Ε, ήταν του Αρχέλαου. Μία από αυτές τις γελοιογραφίες που ήταν η επιλήψιμη, έτυχε να την κάνει ο Αρχέλαος (γέλιο).

Ο Αρχέλαος την έκανε και είχε την υπογραφή...

Δική μου ήταν !(γέλιο)... Αλλά αυτός εδιώχθη.

Αλλά η δίωξη αυτή είχε αβάντα μεγάλη. Έγινε σάλος... Με τον Αρχέλαο θα πρέπει να ήσασταν αχώριστοι.

Για τον Αρχέλαο έχω να πω ότι ήταν ένας ...λυπάμαι που πέθανε... ένας υπέροχος συνάδελφος και φίλος.. Είμαστε οικογενειακοί φίλοι. Γλεντάγαμε μαζί , ανέκδοτα έχουμε πολλά μαζί, και δυστυχώς πέθανε και σα να έμεινα ορφανός. Όταν πέθανε νόμιζα ότι είμαι με ένα πόδι.

Μετά, πως συνεχίσατε;
Όταν επρόκειτο να βγει η «Βραδινή», το 1962 περίπου, η «Αθηναϊκή δεν πήγαινε καλά. Και λέω, αν διώξει κάποιον από τους δυο μας, αυτός θα είμαι εγώ. Γιατί; Ήμουν ζωηρός. Διεκδικούσα. Εγώ φώναζα, εγώ έκανα... Πριν το κάνει αυτό, πάω στο Τζώρτζη τον Αθανασιάδη που σκοτώσανε- ήταν παλιός Πειραιώτης και με ήξερε- και του λέω έτσι κι έτσι. Μου λέει: Να έρθεις ρε. Σε αφήνει αυτός; Τι με αφήνει; Φεύγω μόνος μου. Και με προσλαμβάνει..
Και μένω ο μοναδικός γελοιογράφος της «Βραδινής» επί 22 χρόνια. Δηλαδή το επάγγελμά μου, ή μάλλον τη θητεία μου, την ανάλωσα σε δυο εφημερίδες. 22χρόνια στη «Βραδινή» και 12 στην «Αθηναϊκή». Ταμείο. (Από αυτές πήρα σύνταξη).
Από τότε έως τώρα που δουλεύω πάλι, έχω κάνει μια δεύτερη καριέρα. Άλλα 20 χρόνια δουλεύω εκτός ...εξωκοινοβουλευτικώς!. «Τήδε κακείσε» που λένε. Αγαπάω πολύ τη δουλειά που κάνω. Και ίσως γι' αυτό και κρατιέμαι.

Κάπου διάβασα ότι έχετε κάνει πάνω από 120.000 γελοιογραφίες;
Ίσως παραπάνω, παραπάνω. Να σας πω . Δημοσίευα περί τις 250-300 το μήνα. Έβαζα 10 στο Θησαυρό, 10 σε ένα περιοδικό του Μπότση, 10 στο Ρομάντζο, 2 και 3 την ημέρα στις εφημερίδες... δηλαδή έχω χάσει τον αριθμό. Ίσως να είναι περισσότερες. Δεν τα έχω φυλάξει. Αργότερα, κάποιος θα τα ξεθάψει αυτά.
Έχουν ταυτιστεί οι «βαρελόφρονες» με εσάς. Τους έχουμε δει όμως και από άλλους σκιτσογράφους.
Χμ... Κοιτάξτε, δεν ήταν ταχτικό. Το «Ρομάντζο», όποτε έβαζε γελοιογραφία με μπεκρή, τον έλεγε «βαρελόφρονα». Αλλά με την πάροδο των χρόνων, επειδή εγώ είχα ειδικότητα στους μπεκρήδες - είχα κάτι μπαρμπάδες μπεκρήδες, τους είχα μελετήσει-, το καθιερώσαμε «η ζωή των βαρελοφρόνων». Έκαναν κι άλλοι συνάδελφοι όπως κάναμε τη «χοντρή», αλλά η δική μου ήταν η καθιέρωση των Βαρελοφρόνων κι έμεινε μέχρι τέλος. Λόγω... ειδικότητος.
Παλιά είχατε αυτούς τους τύπους. Αν ξαναφτιάχνατε σήμερα κοινωνική σάτιρα, ποια πιστεύετε ότι θα ήταν τα αντίστοιχα θέματα;
Είναι άλλος τρόπος σάτιρας. Τα αδικήματα είναι τελείως διαφορετικά. Έχουν περάσει στο κομπιούτερ. Δεν είναι το ίδιο. Εμείς οι παλαιότεροι κρατάμε μια ισορροπία μεταξύ μοντέρνας εξέλιξης και παλιάς...
Αλλά έχω να πω το εξής. Το χιούμορ δεν παλιώνει. Αν σε κάνω εγώ εσένα σήμερα που είμαι 150 χρονών και χαμογελάσεις, σε έχω κερδίσει. Είμαι μαζί σου . Ή είσαι εσύ μαζί μου. Το αστείο είναι αστείο...
Παρακολουθώ με λύπη μου το εξής. Μερικοί είναι πολύ καλοί. Δεν θα πω όνομα. Για να καταλάβεις την γελοιογραφία, θα πρέπει να ενσκήψεις. Να τη μελετήσεις, να δεις, τι λέει εκεί επάνω; Α, εκεί παραπέμπει εκεί. Μα η γελοιογραφία είναι ή γέλασα ή δε γέλασα. Να ψάξω να δω πότε θα γελάσω; Αυτά είναι εγκεφαλικά πράγματα... Δεν θα επιζήσουν. Επιζεί ο κλασσικός τύπος γιατί ο άνθρωπος είναι ένας. Η φύση του να χαμογελάσει και ο τρόπος του να γελάσει είναι ένας. Δεν εκμοντερνίζεται το γέλιο. Το γέλιο παίρνει απλώς τις εποχές, όποιες και να 'ναι και τις διακωμωδεί!
Ποιους σκιτσογράφους θαυμάζατε; Ποιοι σας επηρέασαν;
Την εποχή που εμφανίστηκα ήταν στις δόξες του ένας Παύλος Παυλίδης. Και άλλοι πολλοί, αλλά για εμένα, ο Παυλίδης ήταν ο μεγαλύτερος πολιτικός και κοινωνικός γελοιογράφος ...δεν ασχοληθήκανε μαζί του. ΄Ήταν δάσκαλος. Και ο Δημητριάδης όσον αναφορά τη γραμμή του, αλλά ο Παυλίδης είχε ιδέες. Υπήρχαν κάποιοι παλαιότεροι γελοιογράφοι, ένας Γκέιβελης, ένας Κορογιαννάκης. Αλλά δεν είχαμε καμία σύγκριση. Αυτοί φεύγανε, εμείς ερχόμασταν.
Με αυτό το επάγγελμα που σας έτυχε, τη γελοιογραφία, πιστεύετε ότι σας έκανε να βλέπετε τον κόσμο διαφορετικά;
Να σας πω κάτι άλλο. Η γελοιογραφία δεν είναι επάγγελμα. Δεν μπορείς να ζήσεις από την γελοιογραφία αν δεν είσαι τρελός να δουλεύεις και στον ύπνο σου και να μη φείδεσαι της σωματικής σου ακεραιότητας. Δεν μπορείς αλλιώς να ζήσεις. Πρέπει παράλληλα να είσαι κάπου, να κάνεις μια ρουτινιάρικη δουλίτσα, να έχεις ένα σταθερό, κι από κει και πέρα... Εγώ δεν έδωσα ποτέ κάτι άλλο. Έζησα -κι αν έκανα καμία δεκάρα- από τα σκίτσα μου αποκλειστικώς.
Έχετε βγάλει και κάποια αλμπουμάκια με πολιτικές γελοιογραφίες στις εκδόσεις «Σμυρνιωτάκη».
Που τα βρήκατε αυτά; Είχα βγάλει μια σειρά βιβλία επί Παπανδρέου.

Από τις κοινωνικές γελοιογραφίες σας, υπάρχουν κάποιες σε άλμπουμ;
Όχι. Η πληθώρα δεν ξέρω που υπάρχει. Όταν ζεις τη ζωή, δεν τα δίνεις σημασία να τα φυλάξεις αυτά. Που και που έρχεται κάποιος φίλος μου, μου λέει κοίτα εδώ ..

Παλαιότερα είχατε βγάλει κι ένα βιβλιαράκι που το είχατε κάνει με τον Αρχέλαο...
«Χαμογελάτε Ελληνικά» κάπως έτσι;

Ναι, ναι. Το έχω φέρει αυτό το βιβλιαράκι, να το αυτό εδώ.
Που το βρήκες βρε θηρίο;

Μου το είχε χαρίσει ο Αρχέλαος. Μου το είχε δώσει έτσι, για ιστορικούς λόγους.
(ξεφυλλίζουμε το βιβλιαράκι)

Και τα είχαμε τόσο μοιρασμένα ...αυτό το εξώφυλλο είναι δικό μου. Βγάλαμε δύο εκδόσεις.( Ήταν το ίδιο με 2 εξώφυλλα.) Η άλλη έκδοση είχε εξώφυλλο του Αρχέλαου... τι μου θυμίζουν αυτά τώρα...
Και παρουσιάζατε και τους συναδέλφους σας βλέπω.( στο βιβλιαράκι υπάρχουν ανάμεσα στις γελοιογραφίες, παρουσιάσεις σατιρικών συγγραφέων και γελοιογράφων της εποχής).
Ήταν και οι ευθυμογράφοι τότε. Πολλοί καλοί και γνωστοί. Οι ευθυμογράφοι και οι γελοιογράφοι είχαμε γίνει ένα. Ήταν η εποχή του ωραίου αστείου, του Ελληνικού, στα θέατρα, στις επιθεωρήσεις με τον Γιαννακόπουλο, το Σακελάριο, το Θύσβιο, τον Παπαδούκα... ήταν όλοι καλοί συγγραφείς.
Δεν υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ σας που γράφατε στο ίδιο περιοδικό;
Ανιδιοτέλεια. Ξέραμε ότι να λάμψει ο ένας, λάμπει κι ο άλλος μαζί.
Έψαχνα στο μοναστηράκι και βρήκα αυτά... (βγάζω 2 τεύχη του «Ρομάντζου» και ξεφυλλίζουμε).
Για να δω...

Να, εδώ είσαστε όλοι μαζί.. Ο Παυλίδης, Βλάχος, Χριστοδούλου, ο «Σπαγκοραμμένος» του Πολενάκη..
Ναι, τα μοιραζόμαστε... Να, δικό μου, «βαρελόφρων» (γέλιο). Ήταν της εποχής η νοοτροπία. Τότε τα λαϊκά στρώματα δεν απείχαν και παρά-πάρα πολύ. Ο τρόπος με τον οποίο ζούσε ο κοσμάκης τότε, και γελούσε και υπέφερε.
Να, σας έχουν και μαζί εδώ. Χριστοδούλου- Αρχέλαος (στην ίδια σελίδα δύο γελοιογραφίες κολλητά).
Λιγάκι συγκινούμαι από την άποψη... τα χρόνια που πέρασαν...
Αυτά. Είμαστε εντάξει;
Μια χαρά.
Σας ευχαριστώ πολύ.
(Ο Βασίλης Χριστοδούλου δουλεύει καθημερινά ως πολιτικός γελοιογράφος στην εφημερίδα «Χώρα».Την εβδομάδα πο προσπαθούσαμε να κλείσαμε το ραντεβού της συνέντευξης αν και ταλαιπωρημένος από ένα άγριο κρυολόγημα, επέμενε να πηγαίνει -με ζήλο φρεσκοπροσληφθέντος σκιτσογράφου -στην εφημερίδα και να καταθέτει τα σκιτσάκια του. )
Κύριε Χριστοδούλου, σας ευχαριστώ κι εγώ...


 Βασίλης Χριστοδούλου


 Ο τελευταίος της «φρουράς» των προπολεμικών γελοιογράφων

 «Αν πάψω να δουλεύω, θα πεθάνω. Γι' αυτό συνεχίζω να κάνω σκίτσα, για να ζω...». Με αυτά τα λόγια έκλεινε, πριν από δύο χρόνια, τον επίλογο μιας τηλεοπτικής εκπομπής-αφιέρωμα στην -τόσο πλούσια- δουλειά του ο γελοιογράφος Βασίλης Χριστοδούλου.
Εφυγε ο τελευταίος της «φρουράς» των σπουδαίων γελοιογράφων! Τα ξημερώματα της Τρίτης, 7 προς  8 Σεπτεμβρίου 2010, σε ηλικία 94 ετών, «έσβησε» ο Βασίλης Χριστοδούλου. Καθόταν έχοντας μπροστά του τα σύνεργα της δουλειάς του, πένες, μαρκαδόρους, χρώματα, χαρτιά και σκίτσα... Ξαφνικά ένιωσε αδιαθεσία, έγειρε πάνω στο τραπέζι και ξεκίνησε το ταξίδι για τη «γειτονιά των αγγέλων». Παρά την ηλικία του, ήταν κεφάτος, γεμάτος ζωντάνια και πάντα με το χαμόγελο.

Ο Βασίλης Χριστοδούλου ανήκε στη γενιά των κορυφαίων σκιτσογράφων (Δημητριάδη, Παυλίδη, Γάλλια, Αρχέλαου, Πολενάκη, Βλασσόπουλου) που άφησαν έντονα τη σφραγίδα τους στον χώρο του Τύπου και της τέχνης. Γεννημένος στη Φρεαττύδα, άρχισε να δραστηριοποιείται αμέσως μετά την Κατοχή και από τότε μέχρι την τελευταία του πνοή δεν σταμάτησε να εργάζεται ακατάπαυστα, προσφέροντας χιούμορ και σάτιρα μέσα από τα έντυπα. Επί εξήντα πέντε περίπου χρόνια σατίριζε με τις γελοιογραφίες του την πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας.

Εργάστηκε στην «Αθηναϊκή», τον «Ελεύθερο Λόγο» του Γιάννη Παπαγεωργίου, στη «Βραδυνή» και την «Ημέρα» του Γεωργίου Αθανασιάδη, τη «Μακεδονία» και σε πολλές άλλες ημερήσιες και εβδομαδιαίες εφημερίδες, καθώς και σε όλα τα περιοδικά «ποικίλης ύλης» της παλιάς εποχής («Θησαυρός», «Ρομάντζο», «Θεατής», «Πρώτο», «Φαντασία» κ.ά.).

Ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Σπύρος Μαρκεζίνης έτρεφαν για εκείνον αισθήματα αγάπης και εκτίμησης, ενώ διατηρούσαν στο αρχείο τους πλήθος γελοιογραφιών του, όπου τους σατίριζε συχνά με καυστικό τρόπο - χωρίς όμως ποτέ να ξεφύγει από τα όρια της καλόπιστης, εύθυμης κριτικής.

Κατά τη δικτατορία από τις στήλες της «Βραδυνής» είχε τον τρόπο του να σατιρίζει και να καυτηριάζει το καθεστώς. Σειρά από αυτές τις γελοιογραφίες της δύσκολης εκείνης εποχής εξέδωσε αργότερα σε βιβλίο, υπό τον τίτλο «Με το πενάκι στον γύψο».

Παράλληλα με τη γελοιογραφία, ο Χριστοδούλου ασχολήθηκε και με το θέατρο. Στήριγμα και «λιμάνι» του ήταν η σύζυγός του Σούλα, που με την αγάπη και τη στοργή της του έδινε το κέφι και τη νεανικότητα να προχωράει με αισιοδοξία. Ενα ταιριαστό ζευγάρι, παρά τη διαφορά ηλικίας.

http://www.espressonews.gr/default.asp?pid=79&catID=1&artID=1254120




Εκτός από τη «βιτρίνα», το πρωτοσέλιδο των εντύπων, ο Βασίλης Χριστοδούλου «κεντούσε» και στις εσωτερικές σελίδες των εβδομαδιαίων λαϊκών περιοδικών -με τους χιλιάδες αναγνώστες και τις ακόμα περισσότερες αναγνώστριες. Στο «Θησαυρό» του Παπαγεωργίου αρχικά, και στο «Ρομάντζο» του Θεοφανίδη στη συνέχεια, παρέα με τον αχώριστο φίλο του Αρχέλαο (Αντώναρο), έγραψαν ιστορία με γελοιογραφίες κοινωνικής σάτιρας. Το πηγαίο χιούμορ του Χριστοδούλου δεν ξεπερνούσε ποτέ τα όρια της χυδαιότητας. Ακόμα και όταν σκιτσάριζε τις καλλίγραμμες νεαρές με το μίνι, που έσερναν πίσω τους κοπάδια αρσενικών. Ή, όταν έκανε για το «Ρομάντζο» τη δημοφιλέστατη σειρά του «Κόμματος των Βαρελοφρόνων» (για χρόνια και μέχρι το κλείσιμο του περιοδικού) στην τελευταία σελίδα.

«Δεν μπόρεσα να κάνω λεφτά, επειδή δούλευα συνεχώς», είχε πει αστειευόμενος στην τελευταία τηλεοπτική του εμφάνιση, από τη σειρά της ΕΤ-1 «Ελληνες γελοιογράφοι». Τιμήθηκε, εντούτοις, από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, για το εντυπωσιακό σε όγκο και αξεπέραστο σε χιούμορ έργο του. Μια επίζηλη διάκριση που τη συμπληρώνουν χιλιάδες άλλες. «Ανώνυμες», όπως το αναγνωστικό κοινό που του τις απένειμε, καθημερινά ή εβδομαδιαία, γελώντας από καρδιάς με τα σκίτσα του.
Απόσπασμα από το άρθρο του