Σελίδες


Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

Ραβδοσκοπία: μια αμφιλεγόμενη τεχνική






Ραβδοσκόποι επί το έργον.


Η ραβδοσκοπία είναι μια τεχνική που χρησιμεύει στην ανακάλυψη υπογείων πηγών νερού ή μεταλλευτικών κοιτασμάτων. Με απλά σύνεργα (μία ή δύο ξύλινες ή μεταλλικές ράβδους ή ένα εκκρεμές), άτομα με ανεπτυγμένες ραδιαισθαντικές ικανότητες εντοπίζουν με ακρίβεια υπόγεια ύδατα ή μεταλλικά αντικείμενα και μεταλλεύματα.
Ο Ηρόδοτος, ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα, είναι ο πρώτος που αναφέρει τη ραβδοσκοπία στη Σκυθία. Τον 16ο αι. ο Λούθηρος την χαρακτηρίζει «διαβολική», ενώ ο σύγχρονός του Γερμανός Georgius Agricola, συγγραφέας του έργου De re metallica,προσπαθεί να εξηγήσει την τεχνική της ραβδοσκοπίας, αλλά δέχεται τα πυρά της εκκλησίας. Η Ελισάβετ Α´ της Αγγλίας, κατανοώντας τη σημασία που είχε για την αγγλική οικονομία η αξιοποίηση του φυσικού της πλούτου, καλεί ειδικούς ραβδοσκόπους από τη Γερμανία για να ερευνήσουν τα βρετανικά εδάφη. Το 1693, ο Γάλλος αββάς του Vallemon, Pierre le Lorrain, κυκλοφορεί ένα βιβλίο με τον «σκανδαλιστικό» τίτλο Physique Occulte (Απόκρυφη Φυσική), το οποίο απαγορεύτηκε μεν από την εκκλησία, έγινε δε best seller της εποχής του.

Δεισιδαιμονίες και κατάρες για κάθε χρήση....


Η ιστορία των δεισιδαιμονιών και του μυστικισμού αρχίζει με τις πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να κατανοήσει τη φύση και την πρωτόγονη κοινωνία. Συνεχίζεται δε ως "λαϊκή" σοφία και πρακτική μέχρι των ημερών μας, με μικρές παραλλαγές και τυποποιήσεις. Η μούντζα, το βουντού, η κατάρα και η κακολογία παρουσιάζεται σε κάθε ανταγωνισμό και αντιδικία μεταξύ ανθρώπων που δεν μπορούν να διευθετήσουν τις διαφορές τους ορθολογικά. Εννοείται, ο χριστιανισμός δεν έφερε καμιά αλλαγή σ' αυτές τις πανάρχαιες συνήθειες! Απλά, άλλαξε ορισμένες ονομασίες και σημασίες, αλλά η ουσία παρέμεινε ίδια... Οι στόχοι του, έλεγχος της εξουσίας και πλουτισμός εξυπηρετούνταν εξ ίσου και με τις αρχαίες συνήθειες...
(Μαρία Θερμού, ΤΟ ΒΗΜΑ, 10/9/2010)

Το μαρμάρινο ανάγλυφο μπορεί να μην είναι ιδιαίτερης τέχνης, όμως η παράστασή του είναι αποκαλυπτική: ένας όρθιος νέος βρίσκεται «αντιμέτωπος» με δύο... μούντζες (σφακέλους στην αρχαία ελληνική, φάσκελα στη νέα). Και η ερμηνεία είναι σαφής αφού οι σφάκελοι ήταν στην αρχαιότητα μια μορφή κατάρας, η οποία εξασθενημένη έφθασε ως τη σύγχρονη εποχή. Το έργο αυτό, μαζί με αρκετά ακόμη της ίδιας θεματολογίας, πρόκειται να εκτεθεί στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο από τις 24 Σεπτεμβρίου στην έκθεση «Μάγοι, ξόρκια και φυλακτά: Η μαγεία στον αρχαίο και χριστιανικό κόσμο», στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Ημερών Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Μολύβδινα πλακίδια με κατάδεσμους (κατάρες), φυλαχτά, αγγεία με παραστάσεις μαγικών δράσεων, αναθήματα, κ.ά., περιλαμβάνονται στην έκθεση, η οποία αν και μικρή αποδεικνύει ότι η δεισιδαιμονία, η μαγεία και οι μάγισσες κάνουν την εμφάνισή τους ήδη από τη Νεολιθική εποχή και ίσως και ακόμη παλαιότερα. Οποιος ήθελε λοιπόν στην αρχαιότητα να καταραστεί κάποιον έγραφε ένα ανάλογο κείμενο επάνω σε μια μολύβδινη πλάκα και την τοποθετούσε σε τάφους «άωρων και βιαιοθανάτων», δηλαδή προσώπων οι οποίοι είχαν πεθάνει πριν από την ώρα τους και με βίαιο τρόπο. Και αν δεν έφθανε αυτό προχωρούσαν ακόμη περισσότερο, «καταπασσαλεύοντας» τον ατυχή, φτιάχνοντας δηλαδή ένα ομοίωμά του το οποίο κάρφωναν με καρφιά.


Αντίθετα, για την προστασία απέναντι σε εχθρικές επιβουλές ο άνθρωπος έπρεπε να καταφύγει σε φυλαχτά που θα απέτρεπαν το κακό. Πρακτική ευρέως διαδεδομένη, αφού ακόμη και ο Περικλής όταν αρρώστησε δέχθηκε να του βάλουν φυλαχτό. Φυσικά δεν έλειπαν και τα διάφορα δηλητήρια και φίλτρα, την κατασκευή των οποίων αναλάμβαναν οι μάγισσες φαρμακίδες, που είχαν, λέει, τη δύναμη να κατεβάζουν τη Σελήνη από τον ουρανό και να τη φυλακίζουν! Οι σφάκελοι εξάλλου, δηλαδή το άνοιγμα των πέντε δακτύλων της παλάμης, βρίσκουν την απαρχή της ερμηνείας τους στους «αποτυμπανισμούς» του 5ου π.Χ. αιώνα. Πρόκειται για τον τρόπο εκτέλεσης καταδικασμένων σε θάνατο, που γινόταν με το δέσιμό τους σε πέντε κρίκους καρφωμένους σε μια σανίδα η οποία έμενε όρθια ώσπου να πεθάνουν (στη συνέχεια τους πετούσαν σε μια ερημιά για να τους φάνε οι σκύλοι, περιοχή που ένεκα αυτού ονομάστηκε Κυνοσάργους).

Οσο για τους λόγους προσφυγής στη μαγεία άπειροι, με τους ερωτικούς να προηγούνται και να ακολουθούν οι δικαστικοί, αλλά και οι αθλητικοί! Πολύ συνηθισμένοι μάλιστα ήταν οι κατάδεσμοι κατά ηνιόχων και των αλόγων τους στον ιππόδρομο: «Οπως αυτός ο πετεινός καταδένεται στα πόδια, στα χέρια και στο κεφάλι,έτσι να καταδέσουν οι δαίμονες τα σκέλη, τα χέρια και το κεφάλι και την καρδιά των ηνιόχων».

Στην έκθεση ένας κατάλογος του μουσείου θα ενημερώνει τους επισκέπτες σε ποιες συλλογές του θα εντοπίσουν και άλλα αντικείμενα με το ίδιο θέμα, ενώ την Παρασκευή 24 και το Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου (ώρα 19.00- 21.00) θα γίνει στο μικρό αμφιθέατρο του μουσείου προβολή της μικρού μήκους γαλλικής ταινίας «Ερευνώντας τη Γη των Νεκρών», η οποία τιμήθηκε με το ειδικό βραβείο «Αρχαιολογία και Τέχνες» στο Φεστιβάλ ΑΓΩΝ 2010. Η ταινία παρουσιάζει τελετουργίες μαγείας στο αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού και δύο σημαντικά μαντεία της αρχαίας Ελλάδας (με ελληνικούς υπότιτλους).

Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Η λογοτεχνία στα μίντια



Tου Ηλια Μαγκλινη

Πριν από περίπου ένα μήνα, ο Αμερικανός συγγραφέας Τζόναθαν Φράνζεν έγινε εξώφυλλο στο περιοδικό Time. Είχε περάσει δεκαετία από τότε που το φημισμένο αμερικανικό έντυπο τίμησε με εξώφυλλο και cover story έναν λογοτέχνη. Το 2000 ήταν ο Στίβεν Κινγκ, ο πιο αξιόλογος, ίσως, συγγραφέας best-seller που υπάρχει. Δύο χρόνια πριν, μέσα στο 1998, είχαμε δύο συγγραφείς σε εξώφυλλο του Time: τον Τομ Γουλφ και βέβαια τη νομπελίστα Τόνι Μόρισον. Ο επίσης διάσημος και ευπώλητος Μάικλ Κράιτον είχε προηγηθεί το 1995, πολύ πιο πριν ο Τζον Απντάικ (1982) και ακόμα πιο πριν ο εξαιρετικός Τζον Λε Καρέ (1977).

Από τους παραπάνω συγγραφείς, ο περισσότερο «συγγενής» στον Φράνζεν, ως προς τη λογοτεχνικότητα, την εκλεκτικότητα της ίδιας της γραφής, είναι μάλλον ο Απντάικ. Οι περισσότεροι συγγραφείς που έγιναν εξώφυλλα στο Time τις τελευταίες δεκαετίες ήταν διάσημοι όχι αυστηρά και μόνον μέσα από το γράψιμό τους: ο Μάριο Πούτζο (1978), δημιουργός του «Νονού», και ο Αρθουρ Χέιλι (1977), ο οποίος έγραψε τις «Ρίζες», βιβλία που διαδόθηκαν μέσα από το σινεμά και την τηλεόραση.

Το 1993, το αμερικανικό περιοδικό είχε προτείνει στον Φίλιπ Ροθ να γίνει εξώφυλλο, με αφορμή την έκδοση του μυθιστορήματός του «Επιχείρηση Σάιλοκ», όμως στη συνέχεια η προσφορά αποσύρθηκε (ίσως διότι η εικόνα του Ισραήλ στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα δεν είναι η πιο κολακευτική).

Για το αν αξίζει ή όχι αυτή την αποθέωση ο πενηντάχρονος Φράνζεν (μεταξύ των άλλων, ο Economist συνέκρινε το νέο του μυθιστόρημα, «Freedom», με το κλασικό «Paradise Lost» του Μίλτον) θα αποφανθεί ο ίδιος ο χρόνος. Πολλά άλλα λογοτεχνικά εξώφυλλα του Time σήμερα τα έχει καταπιεί η λήθη.

Αποτελεί μοναδική εξαίρεση αυτή η προβολή πάντως, καθώς ουδέποτε οι συγγραφείς θεωρούνταν «ζουμερό θέμα» για τα Μέσα, πόσο μάλλον τα τελευταία χρόνια. Και μιλάμε για γνήσιους συγγραφείς και όχι αγιοβασιλιάτικους. Ο Φράνζεν, ανεξάρτητα από το αν κανείς δηλώνει φανατικός αναγνώστης του ή όχι, είναι ένας καθαρόαιμος, ατόφιος, αφιερωμένος γραφιάς. Μιλάμε για συγγραφείς που γίνονται είδηση όχι εξαιτίας κάποιου σκανδάλου ή της προσωπικής τους ζωής, αλλά λόγω του έργου τους.

Αν ρίξετε μια ματιά σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, πρόσφατη συνέντευξη του Αμερικανού συγγραφέα στον Guardian, θα πάρετε μια γεύση από το πόσο ψυχαναγκαστική, μονήρης, πληκτική δουλειά είναι το γράψιμο ενός μυθιστορήματος. Ειδικά ο Φράνζεν δουλεύει μέσα σε ένα μικρό δωμάτιο που μοιάζει με κελί μοναχού, συχνά φορώντας ωτασπίδες, ενίοτε ακόμα και μάσκα ύπνου (!) για να μπορεί να φτάσει στο 100% της αυτοσυγκέντρωσης. Το μυθιστόρημα «Freedom», για το οποίο αποθεώθηκε έτσι, κυκλοφόρησε τον περασμένο Αύγουστο και το έγραφε επί εννέα συναπτά έτη.

Το αστείο είναι ότι ο ίδιος ο Φράνζεν είχε γράψει από το 1996 για το πώς τα περιοδικά και τα Μέσα γενικότερα αδιαφορούν όλο και περισσότερο για τη σοβαρή λογοτεχνία. Το εξώφυλλο αυτό τον δικαιώνει, διαψεύδοντάς τον λοιπόν. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα: το 2001, όταν η παγκοσμίως διάσημη Οπρα Ουίνφρεϊ συμπεριέλαβε τις «Διορθώσεις» (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανίδα στη χώρα μας) στην επίσης διάσημη τηλεοπτική λέσχη ανάγνωσής της (όποιο βιβλίο αναφέρεται από την Οπρα, αυτομάτως, κερδίζει ένα διαβατήριο στη μακρινή χώρα των εκατομμυρίων πωλήσεων), ο Φράνζεν τη σνόμπαρε. Αποτέλεσμα; Το Newsweek και άλλα έντυπα και εφημερίδες τον κατακρεούργησαν ως ένα εγωπαθές, κακομαθημένο πλάσμα. «Μάλλον πλησιάζω προς το τέλος της καριέρας μου», δηλώνει τώρα ο Φράνζεν. «Ο κόσμος αρχίζει να με εγκρίνει».

Η αλήθεια είναι ότι οι συγγραφείς δεν είναι ούτε ηθοποιοί ούτε τραγουδιστές. Οι συγγραφείς δεν είναι διασκεδαστές. Είναι ανύπαρκτοι, ειδικά για την τηλεόραση. Δεν «γράφουν στον φακό», μόνο στον ιδιωτικό τους χώρο. Δεν έχουν σχέση ούτε με τις εξωφρενικές ταχύτητες ούτε με τη σημερινή δυναστεία της ποσοτικής αξιολόγησης. Είναι αθόρυβοι επαναστάτες, σε διαρκή ανταρτοπόλεμο. Πού και πού γίνονται και εξώφυλλα.

ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ( παραθέματα )


Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες
Όταν τ’ ανοίγω βλέπω εμπρός μου ό,τι κι αν τύχει
Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ.

«Πουλιά του Προύθου», 16. Ενδοχώρα, 1945. Άγρα, 1997. 56.

Οι λογισμοί της ηδονής είναι πουλιά
Που νύχτα-μέρα διασχίζουν τον αέρα.

«Πουλιά του Προύθου», 15. Ενδοχώρα, 1945. Άγρα, 1997. 56.

Κυνηγητές εμείς της γοητείας των ονείρων
Του προορισμού που πάει και πάει μα δεν στέκει
Όπως δεν στέκουν τα χαράματα
Όπως δεν στέκουν και τα ρίγη
Όπως δεν στέκουν και τα κύματα
Όπως δεν στέκουν κι οι αφροί των βαποριών
Μήτε και τα τραγούδια μας για τις γυναίκες που αγαπάμε.

«Στροφές στροφάλων», 75-81. Ενδοχώρα, 1945. Άγρα, 1997. 103.

Η ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου. Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι δρόμοι μας είναι λευκοί. Τ’ άνθη μιλούν. Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες. Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος.

«Ο πλόκαμος της Αλταμίρας», 3. Ενδοχώρα, 1945. Άγρα, 1997. 107.

Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010

Στράτης Μυριβήλης: Φθινόπωρο.( Εφημερίς Πρωϊα )

Σήμερα, έκαμα μια συγκινητικήν ανακάλυψι. Βρήκα τα πρώτα κυκλάμινα. Και δεν ήταν, να πης, λίγα. Έγιναν ένα σωστό μάτσο. Τάβαλα μέσα σ' ένα κόκκινο μικρό κανάτι και τάχω κοντά μου. Είναι το ευγενικό αγριολούλουδο του φθινοπώρου. Τα βρήκα ξαφνικά, ψάχνοντας μέσα σε μια λαγκαδιά για καρύδια. Σαν ωριμάσουν τα καρύδια, ανοίγει από μοναχό του το πράσινο καρυδότσουφλο. Σκάει σταυρωτά και πέφτει από ψηλά το καρύδι, σαν μέσα από τη χοντρή φασκιά ενός κάλυκα. Κι έτσι, που η λαγκαδιά είναι γιομάτη μέντες και φτέρη και φύλλα πεσμένα, που σαπίζουν πάνω στο χώμα, τα καρύδια κρύβονται και ψάχνεις να τα βρης.

Σε μια απόμερη γωνίτσα, κάτω από μια τούφα πουρναρόκλαδα, τα βρήκα, μια μεγάλη παρέα κυκλάμινα. Τα πρώτα φετεινά μας κυκλάμινα. Η φρέσκη μοσκοβολιά τους είναι απ' τα πιο ακριβά χαρίσματα τούτης της εποχής. Εδώ στη Συκαμινιά, τα κυκλάμινα τα λένε ακόμα «καντινούλες», που θα πει χανουμάκια. Έτσι τα παρωμοίασαν οι κάτοικοι του χωριού, γιατί τους θυμίζουν τις χανουμίτσες, που αντάμωναν τα παλιά τα χρόνια στα σοκάκια του χωριού και τις έβλεπαν να σταματούν μονομιάς παραπέρα και να σκύβουν το κεφαλάκι τους κατ' από το γιασμάκι, ταπεινές και ντροπαλές, να μην τις ιδή ανθρώπου μάτι στο πρόσωπο.

Έτσι κρύβουνται και τα σεμνά κυκλάμινα στις υγρές γωνίτσες. Έτσι κρύβονται παράμερα και μυρίζουν μυστικά ανάμεσα στα κεντημένα του φύλλα οι «καντινούλες» της Συκαμινιάς. Σε λίγες μέρες σαν κάνη ακόμα μια-δυο βροχές, θα πλουμίσουν με το μωβ κέντημά τους δασωμένους λόφους ως κάτω στην ακρογιαλιά. Θα πλημμυρίσουν τον κόσμο. Θα βγούνε παρέες-παρέες μέσα στους χωραφόδρομους, μέσα στα λιοχτήματα, φουντωμένες σύρριζα στις «ποδόμες», όπως λέγονται εδώ οι μακρυές ξερολιθιές, που είναι μέσα στα κατηφορικά χωράφια, για να συγκρατήσουν το χώμα στα λιόδεντρα.

Οι Συκαμινιωτοπούλες τις αγαπούνε πολύ τις «καντινούλες». Και σαν αρχίσουν να ραβδίζουν τις ελιές, τα χωράφια γιομίζουν τραγούδια και κοπέλλες με τα σαλβάρια, «μαζώχτρες» δροσερές, με το καλαμένιο καλάθι στο μπράτσο, κάνουν μεγάλα δεμάτια, για να πάνε το βράδυ στις φτωχικές τους κάμαρες. Κάνουν ακόμα όμορφα μάτσα από φρεσκοκομμένα κυκλάμινα και τα προσφέρουν στην Παναγιά, μαζί με τις μυστικές προσευχές τους, που είναι κι αυτές ντροπαλές και σκεπασμένες στ' απόσκια της καρδιάς τους. Έτσι μπήκε το φθινόπωρο με ένα στεφάνι από κυκλάμινα στο κεφάλι.

Αυτό είναι ένα μεγάλο γεγονός, όπως είναι όλα τα σπουδαία και σημαντικά πράγματα που γίνονται στην εξοχή και στη θάλασσα τις τέσσερις εποχές της χρονιάς. Στην πολιτεία δεν παίρνουμε είδησι. Εκεί η ζωή ξεφεύγει ανούσια απ' τον ημεροδείχτη, που φυλλοροεί αδιάκοπα, με ανόητη ομοιομορφία, τα τετράγωνα χαρτάκια των ημερών του.

Εδώ, όμως, όλα έχουν τόση σπουδαιότητα. Όλες τις μέρες, όλες τις ώρες γίνονται πράγματα σοβαρά και συγκινητικά. Γυρίζεις μέσα στα χωράφια, σκαλώνεις στις ρεμματιές, που βρυάζουν τα μοσκόχορτα, φορτωμένα από πολύχρωμα έντομα και μικροσκοπικές πεταλουδίτσες, μικρές σαν πανσέδες. Εκεί μέσα, βασιλεύουν τα αρχαία πλατάνια και οι δροσερές καρυδιές. Οι γαλιές πηδάνε από δέντρο σε δέντρο τρομαγμένες. Τινάζονται πάνωθέ σου και μόλις βλέπεις ανάερα το φουσκωτό θύσανο της ουράς τους να χαϊδεύει τον αέρα. Αγαπούν ξεχωριστά τα μύγδαλα αυτές οι λιχούδες.

Προχτές οι χωριανοί είχαν πανηγύρι στις καρδιές, Έρριξε μια γερή, μια καλή βροχή όλη τη νύχτα. Φέτος είναι καλή η χρονιά, δόξα να' χη ο Θεός! Ο ελιώνας είναι ένα καμάρι να γυρίζης κάτω από τα δέντρα. Χόντρυναν οι ελιές, ψύχωσαν, άρχισαν κιόλας να κοκκινίζουν. Και περίμεναν ένα νερό πως και πως. Έβρεξε λοιπόν πάνω στα δέντρα, έβρεξε χαρμόσυνα. Άνοιξαν οι ουρανοί πάνω στη ζεστή γη και χύθηκε ποτάμι η ευλογία του Θεού. Αν κρατήση ως το τέλος ο καρπός, οι αγρότες θα ξεχρεώσουν πια φέτος και θα φάνε, λέω, μια φέτα μερωμένο ψσωμί.

Είδα έναν απλόν άνθρωπο να στέκεται στη μέση του δρόμου, μέσα στη βροχή. Είχε το πρόσωπό του σηκωμένο προς τον ουρανό και το νερό του Θεού έπεφτε πάνω στα μάγουλά του τα' αργασμένα από το λιοπύρι.

-Έ, μπάρμπα, του φώναξα, θα γίνης μουσκίδι!

Εγύρισε σιγά-σιγά το κεφάλι του και με κοίταξε ήσυχα. Τότες είδα πως χαμογελούσε φιλικά προς τον ουρανό.

Εσήκωσε το χέρι του και μούδειξε ψηλα. Είπε:

-Είδες; Βρέχει.

Χαμογελούσε ακόμα και εγώ μόλις κατάλαβα τη σπουδαία είδησι.

Πήγα και ξάπλωσα μια ζεστή μέρα κάτω από τις φυλλωσσιές ενός «ποτιζάμενου». Ένα χωράφι με όλα τα φρούτα της εποχής. Τα σταφύλια κρέμονται σκαλωμένα τετράψηλα πάνω στις λαμπαδωτές λεύκες. Οι ρωδιές. Πρέπει να δήτε τις ρωδιές. Είναι από τα πιο όμορφα πλάσματα της ελληνικής εξοχής. Η κλάδωσί τους είναι λεπτή, η φυλλωσσιά τους έχει τόσο άφθονο το πράσινο φως, που γεμίζει τρυφεράδα το τοπίο τα λουλούδια τους είναι εξαίσια σύνθεσι ενός ειδικού κόκκινου με το τρυφερό πράσινο της ρωδιάς. Τώρα τα λυγερά κλωνιά τους λυγάνε απ' τον καρπό.

Τα ρώδια κρέμονται χοντρά, στρογγυλά, τσιτωμένα απ' τις σφιχτές «ρωδοπαππούδες», που ζουλιούνται αλύπητα στριμωγμένες μέσα στον ίδιο κορσέ. Το ντόπιο παραμάντεμα έτσι ορίζει το ρώδι: «χίλιοι μύριοι καλογέροι σ' ένα ράσο τυλιγμένοι». Μερικά ρώδια σκάνουν απ' το ασυγκράτητο σφρίγος τους. Σκάνουν ψηλά σαν ειρηνικές χειροβομβίδες και σε ραντίζουν με τους τριανταφυλλιούς σπόρους τους, που αστράφτουν στον ήλιο. Σαν να σου ρίχνουν κατακέφαλα μια φούχτα ρουμπίνια. Είναι μερικές, που έχουν ωριμασμένους καρπούς και την κορφή τους στολισμένη ακόμα με μερικά από τα απ' τα θαυμαστά λουλούδια τους.

Μοιάζουν με κοπελλιές, που φορούνε στ' αφτί γαρύφαλλο κνικάτο. Κοντά τους οι κυδωνιές σκύβουν ως κάτω τα ελαστικά κλωνάρια τους. Είναι δέντρα βεργάτα, χαριτωμένα, με τη φυλλωσσιά τους θαμπή και σκούρα- Αμ' πώς να μην σκύψουν; Οι καρποί τους κρέμονται ογκώδεις, σκεπασμένοι από κιτρινωπό χνούδι. Το παραμερίζεις με το δάχτυλο και γυαλίζει από κάτω το τσιτωμένο φλούδι. Είναι κάτι νέα κυδωνίτσες τόσο φορτωμένες, που απορείς, πως το σηκώνουνε τόσο πράγμα.

Όλα τα δέντρα έτσι έσκυβαν μέσα σε τούτο το χωράφι. Ωρίμαζαν υπομονετικά τα μεγάλα φρούτα τους, εστέκονταν φορτωμένα απ' τ' αγαθά τους, εστέκονταν σκυφτά κι περιμέναν νάρθουν οι άνθρωποι, να τα ξαλαφρώσουν απ' το βάρος της δημιουργίας τους. Είναι η χαρά του «δίνειν». Μα υπάρχει πιο μεγάλη ευτυχία απ' αυτή; Αν δεν υπήρχαν οι τρυγητές, όλη η δημιουργία, η κάθε δημιουργία θα γινότανε δυστυχία πάνω στη γη.

Ξάπλωσα αποσταμένος γλυκά πάνω σε νιοθέριστη φτέρη. Μύριζε δυνατά. Πάνω στις απλωμένες ρίγανες. Παρέκει, εστέγνωναν τα σύκα. Μέσα απ' τους αγριόβατους, που τα βατόμουρά τους μαύριζαν πια και κανένας άλλος απ' τα πουλιά δεν τα καταδέχεται, έβγαιναν ξαφνικοί, βιαστικοί κελαηδισμοί. Το νερό έτρεχε μές' απ' το χορταριασμένο αυλάκι και τραγουδούσε. Είχα κλεισμένα τα μάτια και άκουγα συγκινημένος. Ένας μαλακός δούπος με ξάφνισε κοντά μου. Πλάϊ στον αγκώνα μου. Ανοίγω τα μάτια. Είναι ένα ροδάκινο μεγάλο σαν τη γροθιά μου. Μου τόρριξε τούτη η σγουρή ροδακινίτσα που γέρνει από πάνω μου.

Το παίρνω και λέω δυνατά «ευχαριστώ»- Ζουλιέται στα δάχτυλά μου σαν κερένιο. Χαϊδεύω το δέρμα του, που είναι λεπτότατο σαν ατζαλένιο, που είναι χνουδάτο και διάφανο. Σ' ένα μέρος είναι πληγωμένο απ' το πέσιμο και στάζει ο γλυκός χυμός του μέσα στη φούχτα μου.

Χώνω τα δόντια μου βαθιά στη σάρκα του και σηκώνω τα μάτια μου και χαμογελώ στη σγουρή ροδακινίτσα. Έτσι χαμογελούσε προς τον ουρανό κείνος ο απλός άνθρωπος, που στεκόταν μέσα στη βροχή και τη λουζόταν ευτυχισμένος.

Πετώ το κοκκινωπό κουκούτσι, κι αυτό κυλάει και κρύβεται κάπου. Ξέρω. Του χρόνου σ' αυτό το μέρος θα τεντώνη με λαχτάρα τα φύτρα της μια νέα ροδακινίτσα.

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

Ο ρόλος της θρησκείας στην εξωτερική πολιτική του Βυζαντίου / της Μαρίνας Μαραγκού


Ο Βούλγαρος ηγεμών Βόγορις βαπτίζεται και παίρνει το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ, το όνομα δηλαδή του αναδόχου του βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ'

H χρονολογία της ίδρυσης της Κωνσταντινούπολης, της «Νέας Ρώμης», από τον αυτοκράτοραΚωνσταντίνο σηματοδοτεί την αρχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ένα νέο αμάλγαμα προκύπτει, με ελληνική αυτοσυνείδηση στην παιδεία και στον πολιτισμό, συμβιβασμένο με τη διείσδυση του ρωμαϊκού στοιχείου.

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τον 4ο αιώνα έχει αρχίσει να γηράσκει και στην προσπάθεια ανόρθωσης και αποκατάστασης της ενότητάς της υποχρεώνεται να αναθεωρήσει τους πολιτικούς της προσανατολισμούς και «κάνει τη θρησκεία υπόθεση του κράτους». O χριστιανισμός θριαμβεύει σε μια εποχή απογοητεύσεων και το μήνυμά του έχει μια απήχηση πιο πλατιά σε σχέση με τις άλλες θρησκείες. O Καισαρείας Ευσέβιος στον «πανηγυρικό του Κωνσταντίνου», δοξολογώντας τη νέα θρησκεία, γράφει: «ένας Θεός κηρύχθηκε σε όλη την ανθρωπότητα, ενώ συγχρόνως αναπτύχθηκε μια παγκόσμια δύναμη: η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Με πίστη στον ίδιο Θεό, σαν δύο πηγές ευλογίας, παρουσιάστηκαν για το καλό των ανθρώπων η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και η χριστιανική ευσέβεια... Δύο παντοδύναμες δυνάμεις, εκκινώντας από το ίδιο σημείο, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και o χριστιανισμός, δάμασαν και συμβίβασαν όλα αυτά τα αντίθετα στοιχεία».

Στη διάρκεια των αιώνων που μεσουράνησε, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η θρησκεία είναι o βασικός παράγοντας που διαμορφώνει τον χαρακτήρα της σε σχέση με τους άλλους λαούς. O οικουμενικός χαρακτήρας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σταθεροποιείται από την οικουμενική χριστιανική ιδέα.

Στη συνέχεια θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε εν συντομία τον ρόλο που διαδραμάτισε η θρησκεία στις σχέσεις του Βυζαντίου με τον περιβάλλοντα κόσμο του, αντιπαραβάλλοντας τον κάθε λαό ξεχωριστά με την αυτοκρατορία.

Βυζάντιο και 'Αραβες

Ο Μωάμεθ (570-632) ενώνει τους 'Αραβες βεδουίνους ιδρύοντας μια αυστηρά μονοθεϊστική θρησκεία και οι διάδοχοί του, βάσει οργανωμένου κατακτητικού σχεδίου, διοχετεύουν την ενεργητικότητά τους στη διά της βίας εξάπλωση της νέας θρησκείας, σύμφωνα με το θέλημα του προφήτη τους.

Το βυζαντινό κράτος, εξαντλημένο από τους περσικούς πολέμους, δοκιμάζεται από τις θρησκευτικές αντιπαραθέσεις που ταράσσουν τους πληθυσμούς των ανατολικών και των νότιων επαρχιών του, των οποίων η πλειονότητα ήταν μονοφυσίτες. Στα δογματικά αυτά μίση, εμπνεόμενα και από τη βαριά φορολογία που εφαρμόζει, το Βυζάντιο, δείχνει το απάνθρωπο πρόσωπό του εξαπολύοντας απηνείς διωγμούς και υποδαυλίζοντας έτσι το θρησκευτικό μίσος, παρά τις προσπάθειες του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641) για θεολογική συμφιλίωση.

Οι θρησκευτικές αυτές έριδες είχαν στη πραγματικότητα, θα λέγαμε σήμερα, εθνικιστικό περιεχόμενο. Η γρήγορη και θριαμβευτική επιτυχία των Αράβων επί των βυζαντινών κτήσεων, μετά την αποφασιστική ήττα στον ποταμό Ιερομίακα (636), σε Συρία, Αίγυπτο, Παλαιστίνη, οφείλεται στο ότι κατέκτησαν ανθρώπους της φυλής τους, που μιλούσαν την ίδια γλώσσα, είχαν τις ίδιες εθνικές παραδόσεις και θρησκευτικές τάσεις.

Στην αρχή το Ισλάμ αντιμετωπίστηκε από την αυτοκρατορία ως μια χριστιανική αίρεση. Αργότερα όμως, κατά τη διάρκεια του 10ου αιώνα, όταν η Μεσόγειος έχε γίνει μια «μουσουλμανική λίμνη», θεωρώντας ότι θίγεται η αξιοπρέπεια και το γόητρό του, το Βυζάντιο προελαύνει και ανακαταλαμβάνει πολλά από τα χαμένα εδάφη του.

Μπροστά στον κίνδυνο που απειλεί τη θρησκεία και για τη σωτηρία της πατρίδας, απαντώντας στον «ιερό πόλεμο» των απίστων, θα γεννηθεί ο βυζαντινός εθνικισμός και o «περιούσιος λαός» θα γίνει o υπερασπιστής της χριστιανοσύνης και της χριστιανικής ιδέας.

O επίλογος των αλλεπάλληλων βυζαντινο-αραβικών συγκρούσεων γράφεται με την ανακατάληψη της Έδεσσας το 1032 από το Γεώργιο Μανιάκη και την οριστική ήττα του χαλιφάτου. Οι συγκρούσεις μεταξύ των Βυζαντινών και των μωαμεθανών έχουν αξιοσημείωτες προεκτάσεις διότι υπήρξαν σημαντικές αλληλεπιδράσεις προς όφελος περισσότερο των Αράβων Οι 'Aραβες επηρεάστηκαν από τον πλούτο του ελληνικού πνεύματος: αφού μετέφρασαν και μελέτησαν με πάθος τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, φιλοσόφους, ιατρούς, αναδείχθηκαν στις θετικές επιστήμες, ενώ άντλησαν πολλά στοιχεία από τη βυζαντινή διοίκηση και την τεχνολογία.

Οι Βυζαντινοί από την άλλη πλευρά, δέχονται σημαντική επίδραση όσον αφορά τις αντιλήψεις τους περί του Θεού, που είχε ως συνέπεια να προκληθεί στο εσωτερικό της αυτοκρατορίαςθρησκευτική θύελλα, διάρκειας άνω των εκατό χρόνων. Σύμφωνα με το κοράνι «οι εικόνες είναι μια σατανική βδελυγμία». Οι εικονομάχοι αυτοκράτορες της δυναστείας των Ισαύρων, καταγόμενοι από την ανατολή, γίνονται σκληροί υπέρμαχοι της εικονομαχίας, αποσκοπώντας σε μια στενότερη επαφή των χριστιανών με τους μωαμεθανούς, ώστε να διευκολυνθεί η υποδούλωση των τελευταίων στην αυτοκρατορία. Το 843, με την «αποκατάσταση της ορθοδοξίας», αναδεικνύεται νικητής το θεολογικό δόγμα των εικονολατρών και διαμορφώνεται o ελληνοχριστιανικός χαρακτήρας του Βυζαντίου.

Βυζάντιο και Σλάβοι

H εγκατάσταση των σλαβικών φύλων αρχίζει τον 6ο αιώνα στη Χερσόνησο του Αίμου. Το Βυζάντιο στρέφει σοβαρά την προσοχή του προς τους Σλάβους κατά τον 9ο αιώνα επιδιώκοντας την αύξηση της επιρροής του ανάμεσα στους βαρβάρους. Εφαρμόζει μέτρα για την αποδυνάμωση του σλαβικού στοιχείου με τη διασπορά σλαβικού πληθυσμού σε περιοχές όπου δεν υπήρχαν ομοεθνείς τους, στη Μικρά Ασία ή και αντιστρόφως, με τη μεταφορά ελληνικού πληθυσμού στιςσκλαβηνίες για την ενίσχυση του ελληνικού και χριστιανικού στοιχείου. Με την πρόθυμη υποστήριξη της εκκλησίας στην πολιτική του κράτους αναλαμβάνει την ομαλή συσσωμάτωση των λαών αυτών στην περιφέρειά τους, εκχριστιανίζοντάς τους.

Οι Μοραβοί

Μικρογραφία του συμποσίου που παρέθεσε ο πατριάρχης Νικόλαος Μυστικός προς τιμή του Βούλγαρου ηγεμόνα Συμεών, με την παρουσία του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ' και της αυτοκράτειρας Ζωής

O εκχριστιανισμός των Σλάβων ξεκινά όταν o Μοραβός ηγεμόνας Ραστισλάβος (862), για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο μιας ενδεχόμενης συμμαχίας των Φράγκων και των Βουλγάρων, ζητεί από το Βυζάντιο ιεραποστολή για τη διδασκαλία του χριστιανισμού στη γλώσσα του.

H αποστολή των δύο επιφανών Θεσσαλονικέων ιεραποστόλων, Κωνσταντίνου/Κυρίλλου καιMεθοδίου στη Μοραβία -η μέγιστη αυτή προσφορά του Βυζαντίου- επιτελεί κορυφαίο θρησκευτικό έργο και με την επινόηση του σλαβικού αλφαβήτου από τον Κωνσταντίνοεδραιώνεται o χριστιανισμός. Το έργο αυτό, παρότι η Μοραβία περνάει στη σφαίρα επιρροής της Ρώμης, δεν χάνεται και διαδίδεται χάρη στη Βουλγαρία και τους Νότιους Σλάβους.

Οι Σέρβοι εκχριστιανίζονται κατά το 867-874 και αφομοιώνονται σταδιακά από το ελληνικό στοιχείο. Δέχονται τους πνευματικούς θησαυρούς του ελληνικού πολιτισμού που επηρεάζει την εξέλιξή τους. H επίδραση που ασκήθηκε στη Σερβία, είναι και άμεση, απευθείας από το Βυζάντιο, από το ανθρώπινο δυναμικό και τους φορείς της εξουσίας, αλλά και έμμεση, από τη Βουλγαρία. Είναι έκδηλη στον νομοθετικό, στον διοικητικό και στον εθιμοτυπικό τομέα.

Βυζάντιο και Βούλγαροι

Οι Βούλγαροι είναι μια τουρκική φυλή, η οποία αφού διαβαίνει τον Δούναβη ιδρύει ένα ισχυρό βασίλειο κατά το δεύτερο ήμισι του 7ου αιώνα, που αποτελεί έκτοτε μόνιμη πηγή προβλημάτων για το Βυζάντιο και οι συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ των χαρακτηρίζονται από σφοδρότητα. O αυτοκράτορας Νικηφόρος A' (802-811) μεταφέρει πολλούς αποίκους, από άλλα μέρη της αυτοκρατορίας, φοβούμενος πιθανή συμμαχία του ικανού Βούλγαρου Κρούμου με τους Σλάβους της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Οι Βούλγαροι διαβλέπουν ότι για να εδραιώσουν την πολιτική και την πολιτιστική τους οντότητα έχουν συμφέρον να αποδεχθούν το χριστιανισμό. O Βόγοριςστο πλαίσιο αυτό, ενώ έχει απευθυνθεί και στην αδιάλλακτη παπική εκκλησία, βαπτίζεται χριστιανός (865) και χρησιμοποιεί τους ιεραποστόλους του Μεθοδίου για να εκσλαβίσει την εκκλησία του και να τελείται η εκκλησιαστική λειτουργία στη σλαβική γλώσσα.

Το Βυζάντιο αποκτάει έτσι τη δυνατότητα επιρροής στον επικίνδυνο αυτόν γείτονα. Το 1014 oΒασίλειος o B' κατατροπώνει τους Βούλγαρους στη μάχη του Κλειδίου. Δεν θα διστάσει να τυφλώσει 15,000 αιχμαλώτους -μολονότι ομόθρησκοί του- εφαρμόζοντας τη βυζαντινή ποινή για εγκλήματα εσχάτης προδοσίας. Το βουλγαρικό βασίλειο μεταβάλλεται σε επαρχία του Βυζαντίου. H Βουλγαρία λειτούργησε ως μεσάζων που παρέλαβε, επεξεργάστηκε και μετέδωσε τα υψηλά βυζαντινά πρότυπα και έτσι το Βυζάντιο συνέβαλε στην πνευματική ωρίμαση των λαών της Χερσονήσου του Αίμου και της Ρωσίας. O εκχριστιανισμός των Βουλγάρων το 864 έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη συνένωσή τους με τους Σλάβους και η χριστιανική θρησκεία και η εκκλησιαστική οργάνωση υπήρξαν βασικοί συντελεστές της πολιτικής συγκρότησης και της πνευματικής ανάπτυξης των Βουλγάρων.

Βυζάντιο και Ρώσοι

Στα μέσα του 10ου αιώνα το Βυζάντιο διαισθάνεται την απειλή που αντιπροσώπευε o νέος λαός των Ρως καθώς και τα πολιτικά και πνευματικά οφέλη που θα είχε o προσηλυτισμός του και στέλνει με τη συνδρομή της εκκλησίας ιεραποστόλους για τη διάδοση του χριστιανισμού.

H βάπτιση της δούκισσας Όλγας (957) υπήρξε καθοριστική για τον προσηλυτισμό των Ρώσων. Το 989 o χριστιανισμός γίνεται επίσημα θρησκεία του κράτους με την ομαδική βάπτιση του ρωσικού λαού στα ποτάμια από τους κληρικούς. Το έναυσμα δίνεται με τη βάπτιση τουΒλαδίμηρου Ρως μετά τον γάμο του με την 'Αννα, αδελφή του Βασιλείου Β', στο πλαίσιο των διακρατικών γαμικών συναλλαγών που εφάρμοζε το Βυζάντιο. H ορθόδοξη πίστη υπήρξε το σύμβολο της ενότητας του ρωσικού λαού και στην πνευματική του ανάπτυξη και στην καλλιτεχνική του έκφραση ασκήθηκε βαθιά επίδραση από το Βυζάντιο.

Ρως βαπτίζονται χριστιανοί στον ποταμό Δνείπερο

Βυζάντιο και Δύση

Οι διαφορές και οι αντιπαλότητες του Βυζαντίου, μιας συμπαγούς οντότητας που υποστηρίζεται από την ορθόδοξη εκκλησία του, και της «δύσης», μιας πανσπερμίας διαρκώς μεταβαλλόμενων κρατικών μορφωμάτων που τα ενώνει η δύναμη της παπικής εκκλησίας, εντοπίζονται στον χώρο της θρησκείας. H χριστιανική δύση, έχοντας απομονωθεί και αναπτύξει τις δικές της θεοκρατικές ιδέες, επιθυμεί να διατηρήσει τον τίτλο της ως βασικής κληρονόμου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας της δύσης και του μοναδικού υπερασπιστή της χριστιανικής θρησκείας, ενώ οι Βυζαντινοί βλέπουν, στην καλύτερη περίπτωση, τον σφετερισμό του τίτλου τους ως υπερασπιστές της χριστιανοσύνης και, στη χειρότερη, ένα πρόσχημα για να καλυφθούν ανομολόγητα επεκτατικά σχέδια.

Από τον 9ο αιώνα έχει ξεκινήσει μια περίοδος αμοιβαίας καχυποψίας εξαιτίας των εκκλησιαστικών προβλημάτων -κατά τη διάρκεια του Φωτίου σχίσματος- σε σχέση με επίμαχα δογματικά ζητήματα.

Σχεδόν δύο αιώνες αργότερα, η αδιαλλαξία των εκκλησιαστικών ηγετών -πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου και πάπα Λέοντα Θ' (Leo IX)- θα οδηγήσει στην πλήρη διάσταση και στο οριστικό σχίσμα μεταξύ των δύο εκκλησιών το 1054.

Κατά τον 11ο αιώνα, ο Αλέξιος A' Κομνηνός, υπό την πίεση των Τούρκων, των Νορμανδών και των Πετσενέγων, αναζητεί συμμάχους στη δύση και εντάσσει την ελπίδα για την ένωση των εκκλησιών στο διπλωματικό παιχνίδι. Στρέφεται προς τον πάπα, τον πνευματικό ηγέτη της δύσης (1091), o οποίος από την πλευρά του προσβλέπει στην αύξηση της επιρροής του και στην επαναφορά του «σχισματικού» Βυζαντίου στους κόλπους της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας.

H δυτική Ευρώπη ανταποκρίνεται και υποκινεί έναν «ιερό πόλεμο» για τους χριστιανούς αδελφούς και την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων κηρύσσοντας την A' σταυροφορία (1096). Οι σταυροφορίες βαθαίνουν το χάσμα και με τη Δ' σταυροφορία, η οποία παρεκκλίνει από τον αρχικό της στόχο, καταστρέφεται και η τελευταία πιθανότητα για την ένωση των δύο ομόδοξων κόσμων. Το 1204 καταλύεται προσωρινά η Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τους Λατίνους και το θρησκευτικό μένος εκδηλώνεται εναργέστατα με λεηλασίες και σφαγές στην Κωνσταντινούπολη.

Μετά την παλινόρθωση του Βυζαντίου (1261) και μπροστά στον ολοένα αναπτυσσόμενο κίνδυνο των Οθωμανών Τούρκων, στην ανατολή και στη δύση θα κυριαρχήσει πιεστικά η ιδέα της ένωσης των δύο εκκλησιών. Κατά το δεύτερο τέταρτο του 14ου αιώνα το κίνημα των «ησυχαστών» -που είναι συνήγοροι των ελληνικών εθνικών ιδεών, με κύριο εκπρόσωπο τονΓρηγόριο Παλαμά, σε αντίθεση με τον Βαρλαάμ, που κάνει προσηλυτισμό υπέρ των Λατίνων- θα ψυχράνει τις σχέσεις ανατολής-δύσης.

H δυναστεία των Παλαιολόγων, προσβλέποντας σε μια ουτοπική επεκτατική πολιτική, στρέφεται πάλι στην «αγία έδρα» για την ένωση των εκκλησιών, φθάνοντας στο έσχατο σημείο ταπείνωσης o αυτοκράτορας Ιωάννης H' να ασπαστεί τον καθολικισμό (1369). Οι ύστατες κινήσεις δεν καρποφορούν: το Βυζάντιο προτιμά να εκτουρκιστεί, παρά να εκλατινιστεί.

Σε όλη την ιστορία της Αυτοκρατορίας ασκήθηκε κατά διαστήματα επίδραση στη δύση από διάφορους δρόμους. Διαδόθηκαν οι βυζαντινές ιδέες, η βυζαντινή τέχνη, το δίκαιο, η διοίκηση και προωθήθηκε η μελέτη των ελληνικών γραμμάτων. H άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 προκάλεσε το μεγαλύτερο πλήγμα στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Κατά τον 15ο αιώνα όμως, οι Λατίνοι θα αναγνωρίσουν τα δώρα του πολιτισμού των Βυζαντινών. H Αναγέννηση είναι χρεώστης του Βυζαντίου.

Βυζάντιο και Τούρκοι: το τέλος

H ήττα στο Ματζικέρτ (1071) ανοίγει τις πύλες για μόνιμη εγκατάσταση των Σελτζούκων και την οριστική παγίωση της τουρκικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία. Οι Σελτζούκοι δέχονται μικρές επιδράσεις από το Βυζάντιο στον ελάσσονα πολιτισμό τους. Οι Βυζαντινοί τον 13ο αιώνα αναλαμβάνουν επιχειρήσεις προσηλυτισμού και αν δεν έρχονταν οι Οθωμανοί να τους ξαναδώσουν ζωή, μπορεί οι Σελτζούκοι να είχαν γίνει χριστιανοί υπήκοοι.

Στη διάρκεια του 14ου αιώνα, επί δυναστείας των Παλαιολόγων, μπροστά στην εφιαλτική απειλή των Οθωμανών Τούρκων, ξεκινούν διαπραγματεύσεις με τη δύση για την ένωση των δύο εκκλησιών με σκοπό τον κοινό αγώνα για τη σωτηρία της χριστιανοσύνης. Οι «ενωτικοί» και οι «ανθενωτικοί» προκαλούν αναστατώσεις στην Κωνσταντινούπολη και o ελληνισμός, με την καθοδήγηση της εκκλησίας, θα προσπαθήσει να σώσει τις ορθόδοξες παραδόσεις του.

Οι Βυζαντινοί, βυθισμένοι στην εσχατολογική προσδοκία και τυφλωμένοι από το αντιλατινικό μίσος, δεν είναι διατεθειμένοι να εξαγοράσουν την ελευθερία τους με αντίτιμο την ορθόδοξη πίστη τους.

Στις 29 Μαΐου 1453 o πολιτισμός σαρώθηκε αμετάκλητα και η Κωνσταντινούπολη, το κέντρο ενός κόσμου φωτός, γίνεται έδρα της θηριωδίας και της αμάθειας. Από το Βυζάντιο οι Οθωμανοί πολύ λίγα πράγματα πήραν εκτός από την πρωτεύουσα...

Βαθιά αίσθηση αποστολής

Συνάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι η θρησκεία για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία στην υπερχιλιετή ιστορία της λειτούργησε ως συνεκτικός κρίκος στην υπεράσπιση των συμφερόντων του κράτους απέναντι στους εχθρούς του αλλά και ως αποτελεσματικό όργανο πολιτισμικής αφομοίωσης των γειτονικών λαών. O χριστιανισμός, στην ορθόδοξη εκδοχή του, καθόρισε τις εξωτερικές σχέσεις του Βυζαντίου.

Κύριο μέλημα της Αυτοκρατορίας είναι η ενοποίηση του πληθυσμού της μέσω της χριστιανικής πίστης, βασικό στοιχείο συνοχής της για να αντιμετωπίσει τον μόνιμο κίνδυνο από την εθνική ανομοιογένεια.

Οι Βυζαντινοί, αντλώντας δυνάμεις από την ορθή πίστη τους, θα χαρακτηρίσουν «ευγενείς» τους πολέμους που διεξάγουν για τη διάδοση ή την επικράτηση της θρησκείας τους. Θα υπερασπιστούν με πάθος την ορθοδοξία απέναντι σε κάθε εξωτερικό εχθρό και συν τω χρόνω η νέα βυζαντινή ιδεολογία που διαμορφώνεται θα διεξάγει πολέμους όχι μόνο εναντίον των απίστων αλλά και εναντίον άλλων χριστιανών, γιατί απλά αυτοί οι χριστιανοί αμφισβητούν την πίστη που αντιπροσωπεύει το Bυζάντιο.

Θεωρείται επιβεβλημένο να τονιστεί ιδιαίτερα η τεράστια προσφορά του Βυζαντίου στον παγκόσμιο πολιτισμό με τη μετάγγιση πνεύματος και θεσμών. H Βυζαντινή Αυτοκρατορία συντήρησε μια βαθιά αίσθηση «αποστολής» -ότι έπρεπε να περιφρουρήσει μια μεγάλη κληρονομιά και να μεταλαμπαδεύσει την παιδεία του και το χριστιανικό ιδεώδες στον κόσμο των εθνών και των βαρβάρων.


Η Μαρίνα Μαραγκού είναι ιστορικός-ερευνήτρια
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Ιστορία» (τ. 507, Σεπτέμβριος 2010, όπου συμπεριλαμβάνεται πλούσια βιβλιογραφία και πλήθος διευκρινιστικών υποσημειώσεων)



Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΙΑ... ΥΠΑΙΘΡΙΟΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ

Ο υπαίθριος φωτογράφος χρησιμοποιούσε ένα ξύλινο ορθογώνιο πλαίσιο που στηριζόταν σε ένα τρίποδα, τη φωτογραφική μηχανή. Ο φακός βρισκόταν στο κέντρο του ορθογωνίου και από κάτω υπήρχε ένα κασελάκι με συρταράκια που περιείχαν όλα τα απαραίτητα υλικά εκτύπωσης μέσα σε μπουκαλάκια. Πολλοί φωτογράφοι στόλιζαν γύρω γύρω το πλαίσιο με παλιές φωτογραφίες. Από την άλλη μεριά του πλαισίου, υπήρχε ένα μαύρο ύφασμα όπου ο φωτογράφος έμπαινε από κάτω, τον σκέπαζε δηλαδή, για να μπορέσει να τραβήξει τη φωτογραφία. Ρύθμιζε τον φακό και.. τσαφ, έτοιμη η φωτογραφία!

Η εμφάνιση των φωτογραφιών γινόταν με τη χρησιμοποίηση του αρνητικού υγρού που υπήρχε στον κουβά όπου κρεμιόταν κάτω στον τρίποδα. Κουνούσαν το χαρτί στο υγρό και σιγά σιγά άρχιζαν να εμφανίζονται πρώτα τα πιο σκούρα σημεία της φωτογραφίας και στο τέλος όλη η φωτογραφία. Μετά σκούπιζαν τη φωτογραφία με ένα πανί για να φύγουν τα υγρά. Η δουλειά του φωτογράφου συνεχιζόταν καθώς έπαιρνε το ψαλίδι με τα δοντάκια και την έκανε σαν κέντημα.

Όταν επιθυμούσαν να βγάλουν ένα αντίγραφο της φωτογραφίας, τέντωνε το βραχίονα που κρεμιόταν κάτω από το πλαίσιο και έβαζε πάνω σε αυτό τη φωτογραφία. Αν παρουσίαζε κάποιο ελάττωμα η πρώτη φωτογραφία, τη διόρθωνε ο φωτογράφος με τη χρήση κάποιας μπογιάς με μελάνι, και μετά τη φωτογράφιζε.

Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010

Το ταξίδι του Διόνυσου ( παραμύθι) Σμαράγδα Δ. Μοστράτου


Μια φορά κι έναν καιρό, στα πολύ παλιά χρόνια, ένα νέο παλικάρι πήγαινε περίπατο στην ακρογιαλιά, μακριά πολύ από τη χώρα, σε κάποιο αμμουδιαστό ακρωτήρι.

Το έλεγαν Διόνυσο κι ήταν από ξακουσμένη γενιά· είχε ωραία μαύρα μαλλιά και το γερό κορμί του ήτανε ντυμένο με φόρεμα πορφυρό.
Εκεί που περπατούσε, βλέπει να προβάλλει πέρα από τη θάλασσα ένα δυνατό καράβι· ώσπου να το καλοδεί, νά και πηδούνε κοντά του οι άντρες.
Ήτανε πειρατές, που τους έφερε, καθώς λένε, η ώρα η κακή.
Πήρε το μάτι τους το λεβεντόπαιδο και γνεύτηκαν ο ένας με τον άλλον· σε μια στιγμή ορμούν απάνω του, τον αρπάζουν και τον καθίζουνε στη μέση του πλοίου. Ήτανε καταχαρούμενοι με τη λεία τους, γιατί λέγανε πως θα ’τανε γιος κάποιου μεγάλου άρχοντα, που για να τον ελευθερώσει θα πλήρωνε πλούσια λύτρα. Γι’ αυτό το λόγο αποφάσισαν να τον κρατήσουνε σφιχτοδεμένο στο καράβι τους.
Κάνουνε λοιπόν να τον τριγυρίσουνε με τα σκοινιά, μα κείνα δεν κρατούσαν απάνω του, μόνο γλιστρούσαν κι έπεφταν από τα χέρια κι απ’ τα πόδια του. Και καθώς κυλούσαν δεξιά κι αριστερά του τα πικρά δεσμά, γελούσε ο Διόνυσος μ’ όλη τη λαμπεράδα των κατάμαυρων ματιών του.
Ο τιμονιέρης όμως, που από την αρχή παρακολουθούσε το αιχμάλωτο παλικάρι και που σαν κάτι να υποψιάστηκε, φώναξε στους συντρόφους του τούτα τα λόγια:
– Ευλογημένοι άνθρωποι! Σίγουρα θεό μεγάλο τσακώσατε! Και γυρεύετε τώρα να τον κρατήσετε δεμένο; Ούτε το δυνατό μας καράβι δε θα τον βαστάξει. Ο Δίας είναι, ο Απόλλωνας είναι, ο Ποσειδώνας; Γιατί βέβαια δε μοιάζει με άνθρωπο θνητό παρά με τους θεούς που κατοικούνε στον Όλυμπο. Εμπρός, στη στεριά να τον βγάλουμε, μη σηκώσετε χέρι απάνω του, μη θυμώσει και μας στείλει κακούς ανέμους και φουρτούνες.
Μα πού να τον ακούσει ο καπετάνιος. Με λόγια άσκημα του αποκρίθηκε:
– Κοίτα, ευλογημένε, να ’χεις το νου σου στον καιρό κι έλα να τεντώσουμε το πανί. Κι οι ναύτες, το νου σας σε τούτον εδώ. Θα ταξιδεύει μαζί μας στην Αίγυπτο, στην Κύπρο, όπου κι αν πάμε, μακάρι και στην άκρη του κόσμου, ώσπου να μας φανερώσει ποιοι είναι οι δικοί του και ποια τα πλούτη του, γιατί σίγουρα κάποιος θεός μάς έχει στείλει τέτοια λεία.
Κι αφού τα είπε αυτά ο καπετάνιος, έπιασε να τεντώσει τα σκοινιά και το πανί κι όλα τα ξάρτια. Δεν πρόφτασε καλά καλά να τελειώσει τη δουλειά του, κι άρχισαν να τον κυκλώνουνε τα θαύματα.
Το καράβι πλημμύρισε μοσκομύριστο γλυκό κρασί, που γουργούριζε καθώς έπλεαν στο γοργό κύμα. Τα ’χασαν οι ναύτες μόλις ρούφηξαν τη θεϊκιά ευωδιά του. Και νά που κι από την ψηλή κορφή του καταρτιού κρέμασε ξαφνικά κι άπλωσε και κατέβηκε ένα κλήμα φορτωμένο τσαμπιά, ενώ γυροτρόγυρα στο κατάρτι τυλίχτηκε κισσός ανθισμένος και του κόσμου τα λουλούδια στεφανώσανε τους σκαρμούς.
Σαν είδαν αυτά οι ναύτες, άρχισαν όλοι μαζί να ξεφωνίζουνε πως έπρεπε ν’ αράξουν. Ο Διόνυσος τότε από τη γωνιά του, όπου τον είχαν αναγκάσει να καθίσει, μεταμορφώθηκε σε λιοντάρι.
Γυρίζουνε κατ’ αυτόν τα ξετρελαμένα τους μάτια, μόλις ακούστηκε του λιονταριού το βρούχιασμα, και νά που μια παχιά, μαλλιαρή αρκούδα ορθώθηκε τώρα στη μέση του πλοίου· το λιοντάρι την αγριοκοίταζε από κει που στεκόταν, κι οι ναύτες, έξω φρενών από τον τρόμο τους, τρέξανε δίπλα στο φρόνιμο τιμονιέρη.
Το λιοντάρι τότε κάνει έναν πήδο κι αρπάζει τον καπετάνιο· οι ναύτες, για να γλιτώσουν από την κακή τους μοίρα, πηδήξανε στη θάλασσα να σωθούνε κολυμπώντας. Μα δεν προφταίνει το κορμί τους να βουτήξει, και γίνονται όλοι τους δελφίνια.
Ο Διόνυσος όμως, που στο μεταξύ ξανάγινε πεντάμορφο παλικάρι, κράτησε τον καλό τον τιμονιέρη να μην πάει κι αυτός χαμένος μέσα στα κύματα.
Φαντάζεστε τώρα τη χαρά και το καμάρι του καλού ανθρώπου, σαν άκουσε τούτα τα λόγια:
– Μη φοβάσαι, καλέ μου, γιατί σε νιώθω φίλο. Ξέρεις ποιος είμαι; Με λένε Διόνυσο, είμαι του Δία γιος κι ο αγαπημένος θεός του κρασιού.

(από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος δεύτερο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Απεικονίσεις Ευρωπαίων στόλιζαν σαρκοφάγο Κινέζας αυτοκράτειρας


Πολεμιστές-κυνηγοί που αντιμετωπίζουν λεοντόμορφα τέρατα. Αυτό είναι το διακοσμητικό θέμα στη σαρκοφάγο της αυτοκράτειρας της κινέζικης Δυναστείας Τανγκ, Γου Χουιφέι(699-737), που «επαναπατρίστηκε» πρόσφατα και φυλάσσεται στο Ιστορικό Μουσείο της επαρχίας Σαανξί της Κίνας.

Για μια εποχή όπου τα θέματα από τον Βουδισμό κυριαρχούν στην εικονογραφία ανάλογων αντικειμένων, το κυνηγετικό θέμα αποτελεί εδώ μια ιδιαιτερότητα. Οι εκπλήξεις όμως δεν σταματούν εδώ καθώς οι πολεμιστές απεικονίζονται με μεγάλες μύτες, σγουρά μαλλιά και βαθύκογχα μάτια, χαρακτηριστικά δηλαδή ευρωπαϊκά παρά ασιατικά.

Η σαρκοφάγος (βάρους 27 τόνων και διαστάσεων 4 Χ 2 Χ 2 μ. ) χαρακτηρίζεται «εξωτική», ενώ δεν εκλείπουν οι τολμηρές υποθέσεις που συνδέουν την επιλογή του διακοσμητικού μοτίβου με τη ζωή της Γου Χουιφέι, αγαπημένης παλλακίδας του αυτοκράτορα Σουανζόνγκ, η οποία έμεινε στην ιστορία ως η «αυτοκράτειρα της Αρετής και της Πραότητας». Ειδικότερα, οGe Chengyong, ειδικός στους πολιτισμούς του Δρόμου του Μεταξιού υποστηρίζει ότι πρόθεση των δημιουργών της σαρκοφάγου ήταν η μίμηση ελληνικού τραγικού θέματος, κατ’ αναλογία ίσως προς την τραγική ζωή της αυτοκράτειρας η οποία έχασε αρκετά από τα παιδιά της ενώ και η ίδια είχε απειληθεί πολλές φορές. Λιγότερο τολμηρή όμως και περισσότερο προφανής είναι η καταγραφή στη σαρκοφάγο τηςανταλλαγής πολιτισμικών στοιχείων μεταξύ Ανατολής και Δύσης μέσα από τον Δρόμο του Μεταξιού, ο οποίος ένωνε των ελληνορωμαϊκό με τον σινοασιατικό κόσμο.



Πηγή:
People’s Daily Online