Η βαριά ιστορία της μυστηριώδους νησίδας-φαντάσματος μεταξύ Περάματος και Σαλαμίνας.
Στους κατοίκους του απώτατου άκρου του λιμανιού του Πειραιά, του Περάματος, όπως και σε εκείνους της Σαλαμίνας, είναι γνωστό ως «νησί των τρελών»: μία νησίδα γης με αρκετό πράσινο και μερικά διάσπαρτα ερημωμένα κτίρια του 19ου αιώνα χωρίς πόρτες και παράθυρα, που σαν φάντασμα απλώνεται σιωπηλά στο μέσον της πολυσύχναστης ακτοπλοϊκής γραμμής που συνδέει το Πέραμα με τη Σαλαμίνα.Ποιος όμως γνωρίζει τη μακραίωνη, αλλά και πιο πρόσφατη ιστορία του;
Ο Άγιος Γεώργιος είναι μία νησίδα έκτασης 9.000 στρεμμάτων που βρίσκεται στα βόρεια του Σαρωνικού κόλπου, ανατολικά της Σαλαμίνας και ενώνεται με με αυτήν με μία γέφυρα. Διοικητικά ανήκει στον δήμο Σαλαμίνας.
Το αρχαίο όνομα του τόπου δεν είναι γνωστό. Σήμερα ονομάζεται έτσι από ένα μικρό εκκλησάκι που είναι κτισμένο επάνω στον βράχο. Στο σημείο αυτό πιστεύεται ότι υπήρχε αρχαιότερος ναός, και ότι το νησί κατοικείτο ή τουλάχιστον χρησιμοποιούνταν ως βάση.Εκεί σήμερα βρίσκονται διάφορα μεταγενέστερα ίχνη αρχαίας Ελληνικής τέχνης και στρώματα κοχυλιών. Ο Άγιος Γεώργιος στην αρχαιότητα φιλοξενούσε αποικία των Φοινίκων, οι οποίοι ασχολούνταν με την αλιεία κοχυλιού και την παραγωγή πορφύρας.
Το 1865 δημιουργήθηκε στην νησίδα του Αγίου Γεωργίου λοιμοκαθαρτήριο με σκοπό την αντιμετώπιση κρουσμάτων χολέρας. Στο νησί παρέμεναν πληρώματα και επιβάτες πλοίων που προέρχονταν από περιοχές που βρισκόταν σε έξαρση η επιδημία, ενώ από εκεί είχαν περάσει για «κάθαρση» και μεγάλες προσωπικότητες της Ελλάδας, όπως ο Ανδρέας Συγγρός και η Πηνελόπη Δέλτα.
Το 1924 δέχτηκε περισσότερους από 100.000 πρόσφυγες από την Μικρά Ασία για κάθαρση, ενώ το τελευταίο κρούσμα χολέρας αντιμετωπίστηκε στο νησί το 1947. Εν συνεχεία, πέρασε στη δικαιοδοσία του Ναυστάθμου του Πολεμικού Ναυτικού για τις λειτουργικές ανάγκες του.
Σύμφωνα με σχετικό cover story της Espresso, επ’ ευκαιρία της απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων , σύμφωνα με την οποία το νησί παραχωρείται στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου:
Το πρώτο λοιμοκαθαρτήριο είχε δημιουργηθεί στο λιμάνι του Πειραιά στις αρχές του 19ου αιώνα και εκεί οι επιβάτες των πλοίων του εξωτερικού από ορισμένα λιμάνια υποχρεούνταν σε ολιγοήμερη καραντίνα, λόγω των πολλών μεταδοτικών ασθενειών της εποχής και κυρίως της χολέρας. Οι ρυθμοί όμως με τους οποίους αναπτυσσόταν το λιμάνι ήταν γοργοί και οι αποθηκευτικοί χώροι πλέον δεν αρκούσαν, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα το κτίριο του λοιμοκαθαρτηρίου να μεταβληθεί το 1863 σε αποθηκευτικό χώρο εμπορευμάτων. Ετσι το λοιμοκαθαρτήριο μεταφέρθηκε στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου Σαλαμίνας, όπου όσοι ταξιδιώτες έφταναν από το εξωτερικό στη χώρα μας υποχρεώνονταν να μείνουν μέχρι και 21 ημέρες. Επειδή η εγκατάσταση του λοιμοκαθαρτηρίου σε γενικές γραμμές ήταν άθλια, το 1865 μετατράπηκε επίσημα σε Υγειονομικό Φυλάκιο και σύμφωνα με την εντοιχισμένη ενεπίγραφη στήλη, κατασκευάστηκαν η αποβάθρα, οι δρόμοι και ανακαινίστηκε η παμπάλαια εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.
«Στο λοιμοκαθαρτήριο αντιμετωπίστηκαν κρούσματα χολέρας και χιλιάδες άνθρωποι πέρασαν τη διαδικασία της κάθαρσης σε συνθήκες συχνά απάνθρωπες. Είναι χαρακτηριστικό πως μόνο το 1884 δέκα ιστιοφόρα και 25 ατμόπλοια έστειλαν τους 1.239 επιβάτες τους για κάθαρση. Στο ίδιο λοιμοκαθαρτήριο αντιμετωπίστηκαν οι επιδημίες του 1892, του 1900, του 1911 και του 1913, ενώ μετά τη Ρωσική Επανάσταση (1917) το «νησί των κολασμένων» δέχτηκε ελληνικούς προσφυγικούς πληθυσμούς.
Την επόμενη χρονιά αντιμετώπισε τμηματικά 6.500 στρατιώτες του Δ’ Σώματος Στρατού που είχαν παραδοθεί στους Γερμανούς, είχαν μεταφερθεί στο Gorlitz και μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψαν στην Ελλάδα. Και το 1924 δέχτηκε σταδιακά για κάθαρση περισσότερους από 100.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες…
Στη διετία 1939-1940 κατασκευάστηκαν νέα κτίρια στην ανατολική άκρη της νήσου, το σημερινό φυλάκιο του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ κατά τη γερμανική κατοχή (1940-1944) χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα του ανώτατου στρατιωτικού προσωπικού. Μετά την αποχώρηση, στις 12 Οκτωβρίου του 1944, οι εγκαταστάσεις του λεηλατήθηκαν και το τελευταίο κρούσμα χολέρας που αντιμετώπισαν στο λοιμοκαθαρτήριο ήταν το 1947.Επειτα λειτούργησε ως παράρτημα του Δημόσιου Ψυχιατρείου (γι’ αυτό είναι και γνωστό ως «το νησί των τρελών»), το 1967 παραχωρήθηκε από το Δημόσιο στον Ναύσταθμο του Πολεμικού Ναυτικού και το 1982 συνδέθηκε με αυτόν με ισχυρή επιχωμάτωση».
Σύμφωνα και πάλι με το δημοσίευμα της Espresso, «στο παρελθόν πολλοί ιστορικοί ασχολήθηκαν με το νησί του Αγίου Γεωργίου. Μια λεπτομερή περιγραφή του νησιού, αλλά και των αρχαιοτήτων που υπήρχαν εκεί δίνει ο μεγάλος Γερμανός ιστορικός και βυζαντινολόγος Karl Krumbacher (1856-1909), όπως την κατέγραψε μέσα από την προσωπική του εμπειρία τον χειμώνα του 1885».
Επιπλέον, το νησάκι είχε επισκεφτεί το 1911 και ο νεαρός τότε αρχιτέκτονας και σχεδιαστής Charles Edouard Jeanneret, ο οποίος αργότερα έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο «Le Corbusier» ως ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης Αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα, ο οποίος μάλιστα κατέγραψε τις εντυπώσεις του από τον «εγκλεισμό» του στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα. [pressgr.info]
--------------------------------------------------------------
Αγ. Γεώργιος του Λοιμοκαθαρτηρίου, το άγνωστο νησί ανάμεσα, Πέραμα-Σαλαμίνα.
Είναι ένα μικρό νησί που πρωταγωνίστησε τους δύο τελευταίους αιώνες στη σύγχρονη ιστορία του μεγαλύτερου λιμανιού της Ελλάδας, του Πειραιά.
Η εφημερίδα “Καθημερινή” σε παλιό φύλλο της σχετικά με τον Πειραιά αναφέρει:
“Στο πρώτο Λοιμοκαθαρτήριο του Πειραιά, οι επιβάτες των πλοίων που προέρχονταν από ορισμένα λιμάνια του εξωτερικού, υφίσταντο ολιγοήμερη υποχρεωτική καραντίνα. Δυστυχώς, δεν έχουν διασωθεί στοιχεία για τη μορφή του κτιρίου. H ανεπάρκεια αποθηκευτικών χώρων όμως στο ολοένα αναπτυσσόμενο λιμάνι, είχε ως αποτέλεσμα, το κτίριο αυτό να μεταβληθεί, το 1863, σε αποθήκη εμπορευμάτων. Ενώ το Λοιμοκαθαρτήριο μεταφέρθηκε στο τότε έρημο νησί του Aγ. Γεωργίου, στο στενό της Σαλαμίνας.” Οι συνεχώς λοιπόν αυξανόμενες ανάγκες οδήγησαν το 1863 στη δημιουργία λοιμοκαθαρτηρίου στο νησάκι του Αγίου Γεωργίου στο στενό Περάματος – Σαλαμίνας. Ήταν η άποψη της τότε εποχής (όπως το νησί, λεπροκομείο Λαζαρέτο της Κέρκυρας, η Σπιναλόγκα της Κρήτης), να περνούν χρόνο απ’ τη ζωή τους η καχυποψία ‘’ασθενείς’’…
Η γνωστή συγγραφέας Πηνελόπη Δέλτα στο ημερολόγιό της που αναφέρεται στα παιδικά της χρόνια, καταγράφονται από την ίδια οι εντυπώσεις τής μίας ημέρας από τον Αγ. Γεώργιο. Εφόσον αναγκάστηκε με μέλη της οικογενείας της να έρθουν στην Αθήνα (καθώς στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όπου διέμεναν), είχαν ξεσπάσει πάμπολλα κρούσματα χολέρας. Το γεγονός που κατέγραψε και παρουσιάζει η Π. Δέλτα έγινε το καλοκαίρι του 1883: «Οι ταξιδιώτες που έφθαναν στην Ελλάδα από την Αίγυπτο, έπρεπε να πάνε στον Αϊ-Γιώργη της Σαλαμίνας όπου ήταν το λοιμοκαθαρτήριο, καθώς έμεναν εκεί για 21 μέρες, και αν τύχαινε κανένα κρούσμα χολέρας στο μεταξύ ανάμεσα στους ταξιδιώτες έπρεπε να μείνουν άλλες 21 μέρες. Η εγκατάσταση του λοιμοκαθαρτηρίου ήταν ελεεινή. Η μητέρα δεν μπόρεσε ν’ αποφασίσει να πάμε κει να κάνομε κάθαρση. Ενοικίασε ο πατέρας τηλεγραφικώς ένα βαποράκι της εταιρίας του Γουδή, και περάσαμε από το βαπόρι της γραμμής στο πλοίο του Γουδή, όπου εγκατασταθήκαμε σε καμπίνες και κοκέτες…».
Ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων καταγράφει στο στενό μεταξύ Σαλαμίνας και Αττικής δύο νήσους, τις Φαρμακούσες, όπου στη μία αναφέρει ότι υπάρχει ο τάφος της Κίρκης. Η πληροφορία αυτή οδήγησε τον Ερρίκο Σλήμαν να προβεί στην πρώτη του ανασκαφή κατά την παραμονή του στην Ελλάδα στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυράδων, βορειοανατολικά της Σαλαμίνας, στο στόμιο του Ελευσινιακού κόλπου.
Έχει επισημανθεί πως το σύμπλεγμα των δύο νησίδων που αποτελούσαν τις Φαρμακούσες είναι δυνατό να είναι η νησίδα του Αγίου Γεωργίου μαζί με τον μικρό ύφαλο λίγο πιο πέρα, πάνω στον οποίο σήμερα υπάρχει βάση κυβόλιθου. Συνεπώς (εάν βρισκόταν εκεί), ο τάφος της Κίρκης ήταν χτισμένος στον ύφαλο αυτό, ο οποίος κατά την αρχαιότητα θα ήταν πιθανών υπερυψωμένος από την επιφάνεια της θάλασσας.
Τα κτίσματα του Λοιμοκαθαρτηρίου φαίνονται ακόμη και σήμερα στο κεντρικό και νότιο τμήμα του νησιού.
Έτσι λοιπόν το 1865, μετατράπηκε επίσημα σε Υγειονομικό Φυλάκιο και, σύμφωνα με την εντοιχισμένη ενεπίγραφη στήλη, κατασκευάστηκαν η αποβάθρα, οι δρόμοι και ανακαινίστηκε η παμπάλαια εκκλησία του Αγ. Γεωργίου, στο νησάκι ετούτο.
Εκεί έκτοτε αντιμετωπίστηκαν κρούσματα χολέρας και χιλιάδες άνθρωποι πέρασαν τη διαδικασία της κάθαρσης. Ενδεικτικά αναφέρεται πως το 1884 10 ιστιοφόρα, 25 ατμόπλοια και 1239 επιβάτες, υπέστησαν κάθαρση. Αντιμετωπίστηκαν επίσης οι επιδημίες του 1892, του 1900, του 1911 και του 1913. Μετά τη Ρωσική Επανάσταση (1917) δέχθηκε προσφυγικούς ελληνικούς πληθυσμούς, ενώ από την επόμενη χρονιά αντιμετώπισε τμηματικά 6.500 στρατιώτες του Δ´ Σώματος Στρατού που είχαν παραδοθεί στους Γερμανούς και μεταφερθεί στο Görlitz και μετά τη λήξη του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψαν στην Ελλάδα. Το 1924 δέχτηκε σταδιακά πάνω από 100.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες για κάθαρση. Το 1939-40 κατασκευάστηκαν νέα κτίρια στην ανατολική άκρη της νήσου, το σημερινό φυλάκιο του Π.Ν. Κατά τη γερμανική κατοχή 1940-44 χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα του ανώτατου στρατιωτικού προσωπικού. Μετά την αποχώρηση (12-10-1944), οι εγκαταστάσεις του λεηλατήθηκαν. Το τελευταίο κρούσμα χολέρας που αντιμετώπισαν στο Λοιμοκαθαρτηρίο ήταν το 1947.
Τα κατοπινά χρόνια λειτούργησε ως Παράρτημα του Δημόσιου Ψυχιατρείου. Με τη λειτουργία αυτή είναι περισσότερο γνωστό το νησί του Αγ. Γεωργίου και έρχεται σε δεύτερη μοίρα η υπόλοιπη σημαντική προσφορά του ως Λοιμοκαθαρτηρίου στη νεότερη ελληνική ιστορία.
Το 1967 παραχωρήθηκε από το Δημόσιο στο Ναύσταθμο και το 1982 συνδέθηκε δε μ’ αυτόν με ισχυρή επιχωμάτωση.
Σήμερα στο νησί του Αγ. Γεωργίου λειτουργεί ο Ναύσταθμος. Και τα ιστορικά οικήματα, παρά την παλαιότητά τους (1865), διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση.
Πρόσφατα, κατά τη διάνοιξη δρόμου στα βόρεια του νησιού εντοπίστηκε ομαδική ταφή όπου τούτη ίσως μπορεί να συνδεθεί με την εγκατάσταση κλιβάνου απολύμανσης των νεκρών από χολέρα τα περασμένα χρόνια.
newsn
-------------------------------------------------------------------------
Μικρή συμβολή στην ιστορία της νήσου του Αγίου Γεωργίου
Γράφει ο Παναγιώτης Βελτανισιάν
Η νησίδα του Αγ. Γεωργίου
βρίσκεται στον όρμο των Παλουκίων μεταξύ Ναυστάθμου και Καματερού. Ο αρχαίος
γεωγράφος Στράβων καταγράφει στο στενόμεταξύ Σαλαμίνας και Αττικής δύο νήσους,
τις Φαρμακούσες, όπου στη μία αναφέρει ότι υπάρχει ο τάφος της Κίρκης
. Η πληροφορία αυτή οδήγησε τον Ερρίκο Σλήμαν ναπροβεί στην
πρώτη του ανασκαφή κατά την παραμονή του στην Ελλάδα στο νησιωτικό σύμπλεγμα
των Κυράδων, βορειοανατολικά της Σαλαμίνας, στο στόμιοτου Ελευσινιακού κόλπου.
Στη μεγαλύτερη από τις δύο νήσους εντόπισε μαζί με τησύζυγό του Σοφία ένα
μεταβυζαντινό κτίσμα (ίσως εκκλησία). Συνέχισε τηναναζήτησή του για τον τάφο
της Κίρκης στη νήσο Λέρο
(Λέρα ή Νέρα) βόρεια
του Ναυστάθμου και σήμερα ενωμένη με επιχωμάτωση με τον τελευταίο. Εκεί
έκανεανασκαφή σε μια φρυκτωρία. Άπρακτος κι απογοητευμένος εγκατέλειψε
τηΣαλαμίνα. Πάντως έχει επισημανθεί
πως το σύμπλεγμα των δύο νησίδων πουαποτελούσαν τις
Φαρμακούσες είναι δυνατό να είναι η νησίδα του Αγίου Γεωργίουμαζί με τον
σημερινό ύφαλο, πάνω στον οποίο σήμερα υπάρχει βάση κυβόλιθου
. Συνεπώς ο τάφος της Κίρκης ήταν χτισμένος στον ύφαλο αυτό,
ο οποίος κατά τηναρχαιότητα θα ήταν κάπως υπερυψωμένος από την επιφάνεια της
θάλασσας. Πολύπιθανό επίσης να ήταν το ταφικό αυτό μνημείο στην ανατολική άκρη
της νησίδας τουσημερινού Αγ. Γεωργίου και πάνω σ’ αυτό να ανοικοδομήθηκε η
αρχικήπαλαιοχριστιανική βασιλική. Εξάλλου, οι βυζαντινοί συνήθιζαν να
ανεγείρουνεκκλησίες πάνω σε αρχαία ερείπια.Κατά την επίσκεψή μας στη νήσο
παρατηρήθηκαν στην ανατολική και νότιαακτή της άπειροι σωροί οστράκων που
ξεπερνούσαν σε ύψος το μισό μέτρο και κατελάμβαναν επιφάνεια άνω των πέντε
τετραγωνικών μέτρων ο καθένας. Αυτά τακελύφη πορφυρών οδήγησαν πολλούς
μελετητές στο συμπέρασμα πως αποτελούνκατάλοιπα βαφικής βιοτεχνίας των Φοινίκων
.Η επισήμανση αυτή ταυτίζεται με την άποψη πως η ονομασία
της νήσουΣαλαμίνας προέρχεται από τη φοινικική λέξη «chalan» που σημαίνει
«ειρήνη» και συνεπώς η Σαλαμίνα είναι «ο τόπος της ειρήνης, της γαλήνης»
. Όσον αφορά τηνετυμολόγηση της λέξης «Σαλαμίς» παραβλέπεται
το γεγονός πως η συγκεκριμένηονοματοθεσία είναι σύνθετη και αποτελείται από τη
ρίζα σαλ (σάλος = οθαλασσόβρεχτος) και την κατάληξη –αμίς (= δηλωτικό της
ποσότητας, κατά το βιτ-αμίς). Συνεπώς «Σαλαμίς» σημαίνει το νησί του
«θαλασσοβρέχεται πάρα πολύ». Ηετυμολογία αυτή πιστεύω είναι ορθότερη και είναι
σύμφωνη με την ελληνική.Η άποψη μάλιστα αυτή είναι σχετική με την
εμπεριστατωμένη επιτόπιαέρευνα που είχε πραγματοποιήσει κατά το 1987 ο
αείμνηστος Δημήτριος Ι. Πάλλας,Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας, ο οποίος είχε
υποστηρίξει πως τα ερείπια τηςβαφικής βιοτεχνίας δεν έχουν καμιά σχέση με
φοινικική εγκατάσταση. Η ύπαρξημάλιστα μιας ερειπιώδους κοσμικής οικίας,
σύγχρονης με την αρχική