63. Ελικωτός κρατήρας του Εργοτίμου και του Κλιτία, γύρω στο 570 π.Χ. Φλωρεντία, Αρχαιολογικό Μουσείο. |
Γύρω στο 570
π.Χ., δημιουργήθηκε ένα από τα ωραιότερα και σημαντικότερα αρχαία
ελληνικά αγγεία που μας σώζονται, ένας μεγάλος κρατήρας με μεγάλες
ελικοειδείς λαβές (ελικωτός κρατήρας), έργο του κεραμέα Εργοτίμου και
του αγγειογράφου Κλιτία, που το υπογράφουν και οι δύο με περηφάνια (εικ. 63).
Το αγγείο, που σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της
Φλωρεντίας, το ανακάλυψε το 1845 σε έναν συλημένο ετρουσκικό τάφο κοντά
στη μικρή πόλη Chiusi της κεντρικής Ιταλίας ο αρχαιοδίφης Alessandro
François, και γι᾽ αυτό φέρει ως σήμερα το όνομά του (κρατήρας François).
Οι τυμβωρύχοι, αφού πήραν από τον τάφο όλα τα πολύτιμα αντικείμενα,
έσπασαν τον μεγάλο κρατήρα, αδιαφορώντας για την τύχη των κομματιών του
που σκόρπισαν στον γύρω χώρο. Ο François κατάφερε να συγκεντρώσει τα
πολυάριθμα θραύσματα και να ανασυγκροτήσει το μεγάλο αγγείο,
ανασκάπτοντας μια περιοχή πολλών δεκάδων στρεμμάτων. Αρκετά χρόνια
αργότερα ένας γεωργός βρήκε οργώνοντας ένα ακόμη θραύσμα.
Το αγγείο συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε ξανά πρόσφατα· δεν αποκλείεται κάποια από τα κομμάτια που ακόμη λείπουν να βρεθούν κάποτε.
Το αγγείο συντηρήθηκε και αποκαταστάθηκε ξανά πρόσφατα· δεν αποκλείεται κάποια από τα κομμάτια που ακόμη λείπουν να βρεθούν κάποτε.
Ολόκληρος ο κρατήρας François καλύπτεται με
εξαιρετικά ενδιαφέρουσες μυθολογικές παραστάσεις. Το σώμα, ο λαιμός και η
βάση χωρίζονται σε ζώνες με πολυπρόσωπες σκηνές. Αξιοσημείωτη είναι η
προσπάθεια του Κλιτία να ονοματίσει όλα τα στοιχεία των εικόνων με τη
βοήθεια επιγραφών. Οι επιγραφές δεν ταυτίζουν μόνο τις 270 μυθολογικές
μορφές (όπως στις αγγειογραφίες του Σοφίλου και παλαιότερα του «ζωγράφου
του Νέσσου») αλλά ακόμη και οικοδομήματα, όπως μια κρήνη, ή απλά
αντικείμενα, όπως ένα κάθισμα (θᾶκος).
Εξέχουσα θέση στο επάνω μέρος του σώματος του
αγγείου έχει η απεικόνιση των γάμων του Πηλέα, που μοιάζει πολύ με την
παράσταση στον δίνο του Σοφίλου που περιγράψαμε πιο πάνω, αν και η σειρά
προσέλευσης των προσκεκλημένων δεν είναι η ίδια. Δεν αποκλείεται οι δύο
αγγειογραφίες να έχουν κοινό πρότυπο. Κάτω από την κύρια ζώνη στην
πρώτη όψη του κρατήρα εικονίζεται ένα επεισόδιο από την αρχή του Τρωικού
Πολέμου που δεν μνημονεύεται στην Ιλιάδα, ήταν όμως ιδιαίτερα
δημοφιλές στην αρχαϊκή εποχή, όπως φαίνεται από τις πολυάριθμες
απεικονίσεις του σε αγγεία: η καταδίωξη και ο φόνος του Τρωίλου από τον
Αχιλλέα. Τον πρώτο καιρό μετά την απόβαση των Ελλήνων στην Τρωάδα, όταν
οι Τρώες είχαν κλειστεί στα τείχη της πόλης τους και δεν τολμούσαν να
ξεμυτίσουν, ο Τρωίλος, ο μικρότερος γιος του Πριάμου, αψηφώντας τον
κίνδυνο, βγήκε από την Τροία με το άλογό του και πήγε στο ιερό του
Θυμβραίου Απόλλωνα. Εκεί όμως, δίπλα σε μια κρήνη, του είχε στήσει
ενέδρα ο Αχιλλέας, που τον καταδίωξε και τον σκότωσε. Ο λόγος για τον
φόνο ήταν ότι, σύμφωνα με έναν χρησμό, η Τροία δεν θα έπεφτε, αν ο
Τρωίλος προλάβαινε να κλείσει τα είκοσι του χρόνια. Στην παράσταση
διακρίνονται τα τείχη της Τροίας και μια πύλη από την οποία βγαίνουν ο
Έκτορας και ο Πολίτης, για να βοηθήσουν τον αδελφό τους. Το δραματικό
επεισόδιο το παρακολουθεί καθιστός ο βασιλιάς Πρίαμος, έχοντας δίπλα του
τον φίλο του Αντήνορα. Στο αριστερό μέρος της εικόνας φαίνεται η κρήνη,
κοντά στην οποία είχε κρυφτεί ο Αχιλλέας, και φυσικά ο Απόλλωνας, ο
θεός του ιερού.
Στην ίδια ζώνη, αλλά στην άλλη όψη του αγγείου,
εικονίζεται η επιστροφή του Ηφαίστου στον Όλυμπο από τη Λήμνο, όπου τον
είχε εκσφενδονίσει θυμωμένος ο πατέρας του ο Δίας. Ο Ήφαιστος πέφτοντας
έσπασε το πόδι του, και έμεινε από τότε κουτσός. Ο θεός αρνούνταν να
επιστρέψει στον Όλυμπο· ο Άρης προσπάθησε να τον ξαναφέρει διά της βίας
και απέτυχε. Εκείνος που τελικά τα κατάφερε ήταν ο Διόνυσος, που μέθυσε
τον Ήφαιστο και τον μετέφερε καβάλα σε έναν γάιδαρο. Στην παράσταση
φαίνεται ο Ήφαιστος πάνω στο υποζύγιο του· τον οδηγεί ο Διόνυσος και τον
συνοδεύουν οι ακόλουθοι του θεού του κρασιού, σάτυροι και μαινάδες.
Στον Όλυμπο περιμένουν να υποδεχτούν την πομπή οι θεοί, με πρώτους τον
Δία και την Ήρα, καθισμένους στους θρόνους τους.
Στην επάνω ζώνη της κύριας όψης του λαιμού
εικονίζεται το κυνήγι του κάπρου της Καλυδώνας. Το φοβερό και θεόρατο
ζώο έχει ξεκοιλιάσει έναν σκύλο και έχει σκοτώσει έναν άνθρωπο, ενώ
πολλοί ήρωες, με πρώτους τον Πηλέα, τον Μελέαγρο, τον Κάστορα και τον
Πολυδεύκη (τους Διοσκούρους), προσπαθούν να το σκοτώσουν. Από κάτω
βλέπουμε την αρματοδρομία των αγώνων προς τιμήν του νεκρού Πατρόκλου,
την οποία συναντήσαμε στον δίνο του Σοφίλου από τα Φάρσαλα. Στην πίσω
όψη του λαιμού βλέπουμε επάνω τους νέους και τις νέες από την Αθήνα που
χορεύουν τον χορό γέρανο μετά τον φόνο του φοβερού Μινώταυρου
από τον Θησέα. Ο Θησέας διακρίνεται στα δεξιά να παίζει λύρα, ντυμένος
με λαμπρή ενδυμασία· απέναντί του η Αριάδνη, που τον βοήθησε να σκοτώσει
το ανθρωποφάγο τέρας και να βγει από τον Λαβύρινθο, κρατάει τον μίτο.
Από κάτω υπάρχει μια άλλη μυθική μάχη, στην
οποία συμμετείχε ο Θησέας, η θεσσαλική Κενταυρομαχία. Στους γάμους του
Πειρίθου, του βασιλιά των Λαπιθών και φίλου του Θησέα, οι Κένταυροι, που
ήταν ανάμεσα στους καλεσμένους, μεθυσμένοι από το κρασί, επιτέθηκαν
στις γυναίκες για να τις βιάσουν. Στη μάχη που ακολούθησε οι Λαπίθες, με
αρχηγούς τον Πειρίθου και τον Θησέα, κατάφεραν να νικήσουν τους
Κενταύρους. Στο πόδι του αγγείου εικονίζεται η μάχη των γερανών, των
αποδημητικών πτηνών που περνούν τον χειμώνα στην Αφρική, με τους
μικρόσωμους Πυγμαίους, που κατοικούσαν εκεί, όπως πίστευαν οι αρχαίοι.
Μυθολογικές παραστάσεις διακοσμούν ακόμη και τις λαβές του κρατήρα· στο
κάτω μέρος τους εικονίζεται ο Αίας, που κουβαλάει στους ώμους του τον
νεκρό Αχιλλέα, και δίπλα η Άρτεμις, φτερωτή και πλαισιωμένη από άγρια
ζώα, σε ένα εικονογραφικό σχήμα δανεισμένο από την τέχνη της Ανατολής.
Ο κρατήρας François είναι ένα εξαιρετικό έργο
τέχνης· η υψηλή του ποιότητα, η μεγάλη ποικιλία των παραστάσεων που τον
διακοσμούν και το πλήθος των επιγραφών που τις συνοδεύουν και τις
επεξηγούν τον κάνουν ένα από τα σημαντικότερα αγγεία της ελληνικής
Αρχαιότητας. Ο κεραμέας Εργότιμος και κυρίως ο αγγειογράφος Κλιτίας
κατασκεύασαν ένα αγγείο προορισμένο για τα μεγάλα συμπόσια των
αριστοκρατών, που είναι ταυτόχρονα μια πραγματική μυθολογική
εγκυκλοπαίδεια σε εικόνες. Είναι εύκολο να φανταστούμε ότι στη διάρκεια
των συμποσίων, όταν στεκόταν στη μέση ενός λαμπρά στολισμένου ανδρώνα
(έτσι λεγόταν το δωμάτιο όπου οι άνδρες έπιναν κρασί και διασκέδαζαν), ο
κρατήρας François θα ήταν πρώτα από όλα αντικείμενο θαυμασμού·
ταυτόχρονα, οι μυθολογικές του παραστάσεις με τις πολλές ονοματισμένες
μορφές, γνωστές στους συμπότες από διηγήσεις και ποιήματα, έδιναν
ευκαιρία για απαγγελίες και τραγούδια και πρόσφεραν θέματα για συζήτηση.
Δεν ξέρουμε πού, από ποιους και για πόσο χρόνο χρησιμοποιήθηκε το
θαυμάσιο αυτό έργο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι, πολλά χρόνια μετά την
κατασκευή του, κατέληξε σε έναν πλούσιο ετρουσκικό τάφο στην κεντρική
Ιταλία.