Περσέας
Ο Δίας πέφτει σαν χρυσή βροχή στα πόδια της Δανάης. |
Μυθικός ήρωας του Άργους,
γιος του Δία και της Δανάης, κόρης του Ακρίσιου. Σύμφωνα με το μύθο,
κάποιος χρησμός προειδοποιούσε τον Ακρίσιο, που ήταν βασιλιάς στο Άργος,
ότι ο εγγονός του θα του άρπαζε το θρόνο σκοτώνοντάς τον. Τότε ο
Ακρίσιος αποφάσισε να κλειδώσει την κόρη του σε υπόγειο χάλκινο δωμάτιο,
για να εμποδίσει την ένωσή της με κάποιον άνδρα. Αλλά ο Δίας αγάπησε
την όμορφη και γλυκιά Δανάη και μπήκε στο σκοτεινό δωμάτιο με τη μορφή
χρυσής βροχής. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Περσέας. Κατατρομαγμένος ο
Ακρίσιος έκλεισε την κόρη του και το μωρό σε κιβωτό και διέταξε τους
ναύτες να την πετάξουν στο πέλαγο. Όμως, τα κύματα παρέσυραν την κιβωτό
μέχρι τη Σέριφο, όπου μητέρα και γιος βρήκαν σωτηρία· κάποιος ψαράς τους
ανέσυρε από τα κύματα και ο βασιλιάς του νησιού Πολυδέκτης τους
προσέφερε φιλοξενία.
Ο Πολυδέκτης στη συνέχεια αγάπησε τη
Δανάη και θεωρώντας τον Περσέα εμπόδιο στον έρωτά του, του αναθέτει να
αποκεφαλίσει τη δαιμονική γοργόνα Μέδουσα.
Περσέας (Μπενβενούτο Τσελίνι) |
Σ’ αυτή την επικίνδυνη αποστολή ο νέος
είχε συμπαραστάτες τον Ερμή και την Αθηνά. Η Μέδουσα, ένα από τα τέρατα
της ελληνικής μυθολογίας, ήταν θνητή κόρη του Φόρκυος και της Κητούς,
που μαζί με τις δύο αθάνατες αδελφές της Σθεννώ και Ευρυάλη κατοικούσαν
πέρα από τον Ωκεανό, στις εσχατιές της Δύσης.
Με κεφάλι γεμάτο φολίδες φιδιού, τεράστια δόντια, χάλκινα χέρια και χρυσά φτερά η Μέδουσα* απολίθωνε
όποιον τολμούσε να την κοιτάξει. Ο Περσέας ακολουθώντας τις συμβουλές
του Ερμή συνάντησε πρώτα τις Γραίες, που όπως και οι Γοργόνες ήταν κι
αυτές κόρες του Φόρκυος και της Κητούς.
Ο Περσέας παίρνοντάς τους το μοναδικό
μάτι και δόντι που είχαν και οι τρεις και μοιράζονταν μεταξύ τους, τις
ανάγκασε να του δείξουν το δρόμο για τις Νύμφες, που κατείχαν τα απαραίτητα μαγικά αντικείμενα για να νικήσει τη Μέδουσα: την περικεφαλαία του Άδη, που όποιος τη φορούσε γινόταν αόρατος, τα φτερωτά σανδάλια, ένα ξίφος (τη χαλύβδινη άρπη)
κι ένα σακίδιο. Μ’ αυτά τα αντικείμενα έφτασε στον τόπο που ζούσαν οι
Γοργόνες και σκότωσε τη Μέδουσα την ώρα που κοιμόταν, αλλά για να μην
απολιθωθεί από το βλέμμα της, την κοιτούσε μέσα από την χάλκινη ασπίδα
της Αθηνάς.
Ο Περσέας έκοψε με το μαγικό ξίφος το
κεφάλι της Μέδουσας, το έριξε στο σακίδιο και αόρατος από τη μαγική
περικεφαλαία, εξαφανίστηκε με τα φτερωτά σανδάλια. Οι αδελφές της
Μέδουσας δεν μπόρεσαν να τον καταδιώξουν. Από τον κορμό της
αποκεφαλισμένης Μέδουσας ξεπήδησαν οι θεϊκοί ίπποι Χρυσάωρ και Πήγασος,
καρποί και οι δύο της ένωσης της Μέδουσας με τον Ποσειδώνα, ενώ η θεά
Αθηνά περισυνέλεξε το αίμα της που είχε τη δυνατότητα να σώζει ή να
καταστρέφει ζωές και το δώρισε στον Εριχθόνιο ή τον Ασκληπιό.
Η Ανδρομέδα με τον Περσέα, σε τοιχογραφία της Πομπηίας. |
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο Περσέας πέρασε από την Αιθιοπία, όπου απελευθέρωσε την Ανδρομέδα,**
που ο πατέρας της, ο βασιλιάς Κηφέας, μετά από χρησμό του Άμμωνα Δία
αναγκάστηκε να δέσει σ’ ένα βράχο, βορά σ’ ένα τέρας που έστειλε ο
Ποσειδώνας, αφού η γυναίκα του Κηφέα, η Κασσιόπεια, καυχήθηκε πως ήταν
πιο όμορφη από τις Νηρηίδες. Ο Περσέας παντρεύτηκε την Ανδρομέδα, την πήρε μαζί του στην Ελλάδα κι απόκτησαν επτά παιδιά.
Επιστρέφοντας στη Σέριφο και βρίσκοντας τη μητέρα του Δανάη και
το σωτήρα τους Δίκτυ ικέτες στο βωμό του Δία για να γλιτώσουν από τον
Πολυδέκτη, ο Περσέας απολίθωσε με το κεφάλι της Μέδουσας το διώκτη τους
και έχρισε βασιλιά το Δίκτυ.
Όταν επανήλθε στο Άργος
με τη μητέρα του, ο παππούς Ακρίσιος κατέφυγε στη Λάρισα, φοβούμενος
για τη ζωή του. Ο Περσέας ήθελε να γνωρίσει τον παππού του και τον
ακολούθησε με αγαθές προθέσεις. Στη Λάρισα όπου τον συνάντησε, έλαβε
μέρος σε νεκρικούς αθλητικούς αγώνες και πετώντας το δίσκο τραυμάτισε
άθελά του τον Ακρίσιο σοβαρά, ο οποίος στη συνέχεια πέθαινε. Έτσι ο
χρησμός επαληθεύτηκε.
Έθαψε τον παππού του με τιμές αλλά επειδή
δεν ήθελε να τον διαδεχθεί στον θρόνο του, έκανε συμφωνία με τον
ξάδελφο του Μεγαπένθη, γιο του Προίτου, να ανταλλάξουν τα βασίλεια τους.
Έτσι πήρε το βασίλειο της Τύρινθος αντί του Άργους και αργότερα έκτισε τις Μυκήνες.
Όταν ο Περσέας πέθανε, οι θεοί δεν τον
έστειλαν στον Άδη, αλλά στα άστρα. Μαζί του καταστέρισαν την Ανδρομέδα
και τους γονείς της Κηφέα και Κασσιόπη. Έτσι δημιουργήθηκαν οι
αστερισμοί του Περσέα, της Ανδρομέδας, της Κασσιόπης και του Κηφέα,
αποτυπώνοντας την ιστορία τους στον ουράνιο θόλο.
Ο μύθος της Δανάης και του Περσέα είναι
από τους πιο όμορφους. Γι’ αυτό και οι καλλιτέχνες εμπνέονται απ’ αυτόν,
ιδιαίτερα από την ένωση της Δανάης με το Δία και από τον αποκεφαλισμό
της Μέδουσας. Ο μεγάλος λυρικός ποιητής και επιγραμματοποιός Σιμωνίδης ο Κείος***
έγραψε ένα τρυφερό και χαριτωμένο ποίημα, όπου φαντάζεται μάνα και γιο
να ταξιδεύουν στο πέλαγος κάτω από τη βουή των κυμάτων. Η τραγική μάνα
έχει χάσει τις μυθικές της διαστάσεις· είναι η απλή γυναίκα που υπομένει
τον πόνο της, η τρυφερή και στοργική μάνα και ανεξίκακη κόρη, που δε
μνησικακεί για τη σκληρότητα του πατέρα.
Παραθέτουμε ορισμένους στίχους. (Η Δανάη απευθύνεται στο μωρό της):
… Γιε μου, καημό που νιώθω! Όμως εσύ κοιμάσαι!
Πα’ στ’ άχαρα σανίδια αυτά η μικρούλα σου καρδιά
γαλήνια υπνώνει. Ξαπλωμένο μου λάμπεις στο βαθύ
σκοτάδι μέσα και στη νυχτιά τη χαλκοκαρφοπλούμιστη.
Περνά του ανέμου ο βόγκος κι η άχνη του κυμάτου
απ’ τα μαλλιά σου απάνω, όμως εσύ, ως πλαγιάζει
σε πορφυρά στρωσίδια το γλυκό σου πρόσωπο,
έγνοια καμιά δεν έχεις…
(μτφρ. Ι. Θ. Κακριδή)
Υποσημειώσεις
* Η Μέδουσα στην
ελληνική μυθολογία αναφέρεται ως μία από τις τρεις Γοργόνες. Από τις
τρεις αδελφές η Μέδουσα ήταν η θνητή. Το άλλο της όνομα ήταν Γοργώ, που
σημαίνει άγρια ματιά. Κόρη του Φόρκυ ή Φορκέα και της Κητούς, αδελφή των
Γοργόνων Σθενώ και Ευρυάλη, και των Γραιών Δεινώ, Ενυώ και Πεφρηδώ,
ήταν στην αρχή Κενταύρισσα. Κατά μια εκδοχή ήταν τόσο όμορφη που ο
Ποσειδώνας ήθελε να ενωθεί μαζί της. Μεταμορφωμένος σε άλογο βρέθηκε σε
επαφή μαζί της, στον ιερό χώρο της Αθηνάς. Η θεά, εξοργισμένη με το
γεγονός, δεν μπορούσε να έρθει σε ρήξη με τον Ποσειδώνα και έτσι ξέσπασε
πάνω στην Μέδουσα. Την μεταμόρφωσε σε απεχθές τέρας, που αντί για μαλιά
είχε φίδια. Η ασχήμια της ήταν τέτοια, που όποιος την κοιτούσε στο
πρόσωπο πέτρωνε. Τελικά τη σκότωσε ο Περσέας, με την βοήθεια της Αθηνάς.
Το κεφάλι της, το περίφημο “Γοργόνειο”, το παρέλαβε η θεά από τον ήρωα
και το επίθεσε στην ασπίδα της, επειδή το κεφάλι της, ακόμη και νεκρό,
πέτρωνε όποιον το κοίταζε.
** Η Ανδρομέδα ήταν κόρη
του Κηφέα και της Κασσιόπης, βασιλέων του Φοινικικού βασιλείου της
Αιθιοπίας. Η Κασσιόπη, θεωρούσε ότι ήταν τόσο όμορφη όσο και οι
Νηρηϊδες, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Ποσειδώνα, ο οποίος έριξε
λιμό στη χώρα και έστειλε ένα θαλάσσιο κτήνος που κατέτρωγε το λαό και
τη χώρα. Σύμφωνα με το χρησμό του μαντείου του Άμμωνα η σωτηρία θα
ερχόταν μόνο αν ο βασιλιάς παρέδιδε την κόρη του Ανδρομέδα στο κτήνος.
Έτσι η Ανδρομέδα βρέθηκε δεμένη στο βράχο, στο έλεος του κτήνους.
*** Σιμωνίδης ο Κείος: Μεγάλος
λυρικός ποιητής της ελληνικής αρχαιότητας (556 – 468 π.Χ.). Γεννήθηκε
στη μικρή πόλη Ιουλίδα του νησιού Κέω (σημερινή Τζιά). Το δώρο της
ποίησης το κληρονόμησε από τον πατέρα και τον παππού του και το
καλλιέργησε από τη νεανική του ηλικία. Γρήγορα η φήμη του έφτασε και
στην Αθήνα, όπου τον προσκάλεσε ο Πεισιστρατίδης Ίππαρχος, ο οποίος τον
είχε διαρκώς μαζί του και τον τιμούσε πολύ. Μετά το θάνατο εκείνου πήγε
στη Θεσσαλία, όπου τον δέχτηκαν με φιλόφρονα αισθήματα οι Σκοπάδες και
οι Αλευάδες και τους οποίους εγκωμίαζε με αμοιβή. Επειδή κατά την
εισβολή των Περσών οι Θεσσαλοί μήδισαν, ο Σιμωνίδης επέστρεψε στην
Αθήνα και, μετά τη νίκη στο Μαραθώνα, νίκησε σε ποιητικό διαγωνισμό τον
Αισχύλο, γράφοντας ελεγεία για τους υπερασπιστές της πατρίδας. Αργότερα
ύμνησε τις νίκες των Ελλήνων στο Αρτεμίσιο, στη Σαλαμίνα και στις
Πλαταιές. Οι ελεγείες και τα επιγράμματά του αυτά τον έκαναν διάσημο και
τον αντάμειψαν με τη φιλία του Θεμιστοκλή, του Αριστείδη και του
Παυσανία.
-
Οδυσσέα Κουμαδωράκη, « Άργος το πολυδίψιον » Εκδόσεις Εκ Προοιμίου, Άργος 2007.
-
Larousse, «Θρησκεία – Μυθολογία», τομ. 9, Τα Νέα 2008.ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ