του ΘωμΑ Π. Μαστακούρη
Η δημόσια διαπόμπευση, δηλαδή η ατιμωτική περιφορά του καταδίκου μέσα στους δρόμους της πόλης ή του χωριού και η παράδοσή του στη χλεύη και στους προπηλακισμούς του πλήθους, πολλές φορές με συνοδεία βασανιστηρίων και μερικές φορές με κατάληξη την εκτέλεσή του, είναι ένα φαινόμενο το οποίο παρατηρείται από τα πανάρχαια χρόνια στην Ελλάδα (όπως άλλωστε και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου) και φθάνει σχεδόν μέχρι τις μέρες μας, με τον διαβόητο «Νόμο 4.000 περί τεντυμποϊσμού».
Ο σκοπός της διαπόμπευσης ήταν ασφαλώς διττός: από τη μια η ηθική αλλά και η σωματική εξουθένωση του καταδικασμένου, από την άλλη η δημοσιότητα που έπαιρνε η τιμωρία του, η οποία πιθανώς να απέτρεπε άλλους παραβάτες να υποπέσουν στο ίδιο παράπτωμα. Στις πιο πολλές περιπτώσεις δεν εθεωρείτο «ίδια ποινή» αλλά συνήθως προηγείτο της τελικής τιμωρίας, είτε αυτή ήταν μαστίγωση, φυλάκιση, ακρωτηριασμός είτε θάνατος.
Αν και κάποιες φορές η διαπόμπευση γινόταν «αυθόρμητα» από τον εξαγριωμένο όχλο, συνήθως κατόπιν παρακίνησής του από το «θύμα» της παράβασης, όπως θα ήταν πιθανώς ένας απατημένος σύζυγος, πιο συχνά ήταν μια σκόπιμη κίνηση των Αρχών, που με τον τρόπο αυτόν φρόντιζαν να διοχετεύουν την τυφλή αγανάκτηση των μαζών σε κάποια ανήμπορα θύματα και όχι στους ίδιους. Ταυτόχρονα με αυτή την εκτόνωση των ζωωδών ενστίκτων του όχλου, οι φορείς της κρατικής βίας και της εξουσίας κατόρθωναν μέσα από τη δημόσια διαπόμπευση των παραβατών να εκφοβίζουν και να αποτρέπουν.
Η λέξη διαπόμπευση πήρε το όνομά της από τις θρησκευτικές πομπές της αρχαίας Ελλάδας, στη διάρκεια των οποίων οι συμμετέχοντες πολλές φορές κορόιδευαν και περιγελούσαν με χονδροειδή αστεία και χυδαιότητες οι μεν τους δε. Αυτό συνέβαινε όχι μόνο σε διονυσιακές εορτές όπως των Ανθεστηρίων, αλλά και σε πιο σοβαρές τελετές όπως των Ελευσινίων, με τους περίφημους «γεφυρισμούς». Αυτοί οι τελευταίοι ελάμβαναν χώρα όταν η πομπή των Ελευσινίων περνούσε πάνω από τη γέφυρα του Ελευσίνιου Κηφισού, και ήταν χονδροειδείς αστεϊσμοί από τους κατοίκους της Ελευσίνας προς τους συμμετέχοντες στην πομπή. Κάποιοι υποστηρίζουν πως το έθιμο είχε καθαρά θρησκευτική σημασία, παραπέμποντας στον ομηρικό ύμνο προς τη θεά Δήμητρα, όπου και αναφέρονται τα αστεία της σκλάβας Ιάμβης προς τη Δήμητρα στο ανάκτορο του Κελεού, τα οποία έκαναν τη θεά να ξεχάσει για λίγο τη λύπη της για τον χαμό της Περσεφόνης. Έτσι, η λέξη πομπή και το ρήμα πομπεύω είχαν ήδη αποκτήσει δίσημη σημασία από τον 4ο αιώνα π.Χ., σημαίνοντας και τη δημόσια διαπόμπευση εγκληματιών.
Η διττή σημασία της λέξης πομπή παρέμεινε σε χρήση μέχρι και τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα, εξ ου και η φράση: «Τις είδαμε τις πομπές σου», υποδηλώνοντας τον δημόσιο εξευτελισμό της διαπόμπευσης.