Προσθήκη λεζάντας |
Ο «πατέρας της Ιστορίας», ο Ηρόδοτος, ήταν γόνος Έλληνα αποίκου της Καρίας και γεννήθηκε το 485 π.Χ. στην Αλικαρνασσό. Θα ζούσε μια εύπορη και ήσυχη ζωή, αν δεν τον ξερίζωνε από την πατρίδα του η αντίσταση στην τυραννία. Ήταν 30 χρόνων όταν βρέθηκε να περιπλανιέται στα μέρη του τότε γνωστού κόσμου, από την Κύπρο ως τη Βαβυλωνία και από την Κριμαία ως την Αθήνα, την Αίγυπτο και την Κυρηναϊκή. Κατέληξε να ιδρύσει, μαζί με τον Πρωταγόρα, την αποικία των Θουρίων, στην Κάτω Ιταλία. Εκεί έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, γράφοντας τα όσα είχε δει και είχε ακούσει.
Την «παγκόσμια Ιστορία» του οι αλεξανδρινοί μελετητές τη χώρισαν σε εννέα βιβλία και έδωσαν στο καθένα το όνομα μίας από τις εννέα Μούσες. Τα πέντε τελευταία βιβλία του περιέγραφαν αναλυτικά τους Περσικούς Πολέμους, αλλά τα τέσσερα πρώτα θεωρήθηκαν περισσότερο πολιτικο-γεωγραφικές πληροφορίες, μύθοι και ανέκδοτα για τους μακρινούς μας λαούς. Από αυτά πήγασε η «ρετσινιά» που τον ακολουθεί ως σήμερα: «Ιστοριογράφος ναι, ιστορικός όχι». Άρα, αμφιβόλου αξιοπιστίας.
Η ετυμηγορία αυτή των ιστορικών για τον «πατέρα τους» θα παρέμενε ως μία ακόμη σταθερά, αν οι ανακαλύψεις των τελευταίων ετών δεν αποδείκνυαν του λόγου του το αληθές.
Ο κατάλογος των «τερατολογιών του Ηροδότου», που έκαναν τους νεότερους ιστορικούς να μειδιούν ειρωνικά, είναι μακρός. Γνωστότερη -και σημαντικότερη για την ιστορία μας- η απαρίθμηση των Περσών του Ξέρξη: ήταν 1.500.000 οι αντίπαλοι των 300 του Λεωνίδα ή… 100.000; Μάλλον απίθανο να βρεθεί ποτέ έγκυρη απάντηση στο ερώτημα, αλλά για πολλά άλλα ρηθέντα υπό του ιδίου έχουν αρχίσει να προκύπτουν συγκλονιστικές επιβεβαιώσεις.
Στο τρίτο βιβλίο του, το επονομασθέν «Θάλεια», ο Ηρόδοτος διηγείται πώς ο γιος του Κύρου του Μεγάλου, ο Καμβύσης, ξεκίνησε το 525 π.Χ. να καταλάβει -μετά την Αίγυπτο- την υπόλοιπη Αφρική. Σχεδίασε, λέει, τρεις εκστρατείες: μία προς την Καρχηδόνα, μία προς τη Σίβα και μία προς την Αιθιοπία. Από τις Θήβες, όπου είχε καταλύσει, διέταξε τον στόλο του να κινηθεί προς την Καρχηδόνα και έστειλε ένα εκστρατευτικό σώμα 50.000 ανδρών στη Σίβα, με διαταγές να αιχμαλωτίσουν τον απείθαρχο λαό της και να κάψουν τον Ναό του Άμμωνα Δία. Αλλά «όταν οι Πέρσες ξεκίνησαν από την πόλη Όαση εναντίον των Αμμωνίων διασχίζοντας την έρημο και ήταν περίπου στα μισά της διαδρομής μεταξύ της πόλης τους και της Όασης, κατά τη διάρκεια του φαγητού φύσηξε ένας δυνατός άνεμος και τους έθαψε όλους. Έτσι χάθηκαν…».
Αυτά έγραψε, αλλά κανείς μεταγενέστερος ιστορικός δεν τον πίστεψε. Πώς γίνεται να αφανιστεί ένας στρατός 50.000 ανδρών χωρίς κανείς άλλος να το αναφέρει εκτός από τον -μη αυτόπτη μάρτυρα- Ηρόδοτο; Επομένως… φαντασίωση. Παρά το «ανιστόρητο» του θέματος, όμως, τον Απρίλιο του 1874, ο περίφημος Γερμανός αιγυπτιολόγος Χάινριχ Μπρουγκς Μπέι (Ηeinrich Βrugsch Βey) προήδρευσε μίας σύσκεψης στο Ιnstitut Εgyptien, όπου κυριάρχησε ως θέμα η «φανταστική» κατάληξη του στρατού του Καμβύση. Παρών στη σύσκεψη ήταν ο Γκέραρντ Ρολφ (Gerhard Rohlf), που μόλις είχε επιστρέψει από τη διάβαση της λιβυκής ερήμου ως τον Νείλο. Στην αναφορά του (Drei Μonate in der Libyschen Wuste, Κassel 1875, σελ. 332-334) ο Ρολφ είχε συμπυκνώσει όλες τις υποθέσεις για το ποια πορεία είχε ακολουθήσει αυτός ο αναπόδεικτος στρατός.
Από τότε και ως πρόσφατα, κανείς αρχαιολόγος δεν φαινόταν να ασχολείται με το θέμα. Κανείς, εκτός από δύο Ιταλούς σκηνοθέτες ντοκιμαντέρ, τους δίδυμους Άντζελο και Αλφρέντο Καστιλιόνι (Α. & Α. Castiglioni). Άρχισαν να καταπιάνονται με αυτό από το 1996, όταν βρέθηκαν κοντά στη Σίβα ψάχνοντας για υπολείμματα σιδηρούχων μετεωριτών. Βρήκαν τυχαία μια μισοθαμμένη πήλινη στάμνα και υπολείμματα ανθρώπου, σε κάτι που έμοιαζε με καταφύγιο από αμμοθύελλα. Ο ανιχνευτής μετάλλων του συνεργάτη τους γεωλόγου Αλί Μπακαράτ από το Πανεπιστήμιο του Καΐρου, είχε αρχίσει να χτυπάει επίμονα και ξέθαψαν ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα σκουλαρίκι πολεμιστή, χάντρες από περιδέραιο, τη λαβή από ένα χάλκινο σπαθί και αρκετές αιχμές από βέλη. Όλα αναλύθηκαν με τη μέθοδο της θερμοφωταύγειας και βρέθηκαν να ανήκουν στην εποχή του Καμβύση!
Τα δύο αδέλφια εντρύφησαν τα επόμενα χρόνια στη βιβλιογραφία των δρομολογίων καραβανιών, προκειμένου να διασταυρώσουν αν όντως τα υπολείμματα ήταν από το θρυλούμενο εκστρατευτικό σώμα των Περσών. Βρήκαν ότι όντως υπήρχε ένας «νότιος δρόμος», αλλά και ότι αρχαίοι χάρτες της περιοχής έδειχναν εσφαλμένα τον Ναό του Άμμωνα να βρίσκεται 100 χιλιόμετρα νοτιότερα από την πραγματική θέση της όασης της Σίβας. Ακολούθησαν αυτόν τον αρχαίο δρόμο και βρήκαν «τεχνητά πηγάδια», φτιαγμένα από εκατοντάδες πήλινα αγγεία χωμένα στην άμμο. Όλα ηλικίας 2.500 ετών! Έπειτα, το 2002, άκουσαν ιστορίες των Βεδουίνων για χιλιάδες κρανία και κόκαλα που ξέθαψε ο άνεμος πριν από δεκαετίες. Ακολούθησαν τις διηγήσεις τους και, στην τελευταία τους επίσκεψη στην έρημο, βρήκαν έναν μαζικό τάφο με εκατοντάδες ξασπρισμένους και διαλυμένους σκελετούς. Ανάμεσά τους, περσικά βέλη και ένα θηλύκι από χάμουρο αλόγου -ολόιδιο με αυτά που βλέπουμε σε τοιχογραφίες της Βαβυλώνας. Τα λείψανα αυτά είχαν αποκαλυφθεί από τυμβωρύχους, που είχαν προλάβει να πουλήσουν ένα όμορφο ξίφος σε… Αμερικανούς τουρίστες.
Οι αδελφοί Καστιλιόνι ενημέρωσαν επίσημα τη Γεωλογική Υπηρεσία της Αιγύπτου για τα ευρήματά τους αλλά δεν πήραν απάντηση, οπότε προχώρησαν στη δημοσιοποίησή τους. Κατά το σκεπτικό τους, η «πόλη Όαση» του Ηροδότου είναι η τωρινή Χάργκα. Από εκεί ο στρατός του Καμβύση επέλεξε να ακολουθήσει την ξεχασμένη νότια διαδρομή, προκειμένου να επιτεθούν στη Σίβα από την αφύλαχτη πλευρά της. Έπειτα από επταήμερη πορεία στην έρημο έφτασαν στο σημείο που ο χάρτης έδειχνε τη Σίβα, αλλά δεν γνώριζαν ότι βρίσκονταν ακόμη 100 χιλιόμετρα νότιά της. Τότε, το μεσημέρι, σηκώθηκε ο φοβερός ΝΑ άνεμος της ερήμου, ο Χαμσίν, που κάλυψε τον ουρανό με άμμο. Οι στρατιώτες προσπάθησαν απεγνωσμένα να βρουν κάποιο καταφύγιο, αλλά οι περισσότεροι θάφτηκαν ζωντανοί. Επέζησαν -για λίγο- όσοι βρήκαν κάποιο απάγκιο σε κάποιο βράχο, όπως εκείνος που οι Καστιλιόνι βρήκαν το 1996.
Επί της ουσίας, όμως, είναι η δεύτερη φορά που βρίσκονται τα ίχνη του Καμβύση, έστω και από μη αρχαιολόγους: Τον Σεπτέμβριο του 2000 μια ομάδα γεωλόγων από το αιγυπτιακό Πανεπιστήμιο Ηelwan δήλωσε ότι βρήκε ίχνη των άτυχων Περσών, όταν αποκάλυψε ανθρώπινα οστά και υλικά κατάλοιπα κατά τη διάρκεια ερευνών για πετρέλαιο στη Δυτική Έρημο.
Τέλος, για την ιστορία ή την ιστοριογραφία, ο Ηρόδοτος μάς περιέγραψε και την κατάληξη του ίδιου του Καμβύση: ηγήθηκε του τρίτου του εκστρατευτικού σώματος, προς την Αιθιοπία, σε μια «πορεία δίψας και πείνας». Αντί όμως να την υποστεί με το ψυχικό μεγαλείο που επέδειξε αργότερα ο Αλέξανδρος στη Γεδρωσία, ο Καμβύσης διέταξε να ρίξουν οι στρατιώτες του κλήρο, για να επιλεχθεί ένας ανά δέκα προς… κανιβαλισμό! Ακόμη όμως κι αυτή η φρικτή επιλογή δεν τους έσωσε, όπως και τον ίδιο τον Καμβύση. Μένει τώρα να βρούμε και τα δικά τους υπολείμματα, προς δόξαν του Ηροδότου. (Δείτε σχετικά βίντεο: 1, 2)
Οι μούμιες
Τα «μυρμήγκια» του χρυσού
Οι Αμαζόνες
Οι Ετρούσκοι
Ο Φειδιππίδης
Φοίνικες στο Βόρειο Αιγαίο
Το 2001, κατά τις ανασκαφικές εργασίες, από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης, στη θέση όπου βρισκόταν το λιμάνι της αρχαίας Θέρμης της σημαντικότερης από τις πόλεις της περιοχής πριν κτιστεί η Θεσσαλονίκη , που έδωσε και το όνομά της στον Θερμαϊκό Κόλπο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η ανεύρεση φοινικικών αγγείων ανάμεσα στις μεγάλες ποσότητες της κεραμικής του 7ου-6ου αι. π.Χ. που ήλθαν στο φως.