Ο Καββαδίας αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα του από πολύ νωρίς σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά αλλά την επίσημη είσοδο του στα ελληνικά γράμματα την κάνει το 1933 με την ποιητική του συλλογή “Μαραμπού” που μουδιάζει τους λογοτεχνικούς κύκλους. Μόνο ο Φώτος Πολίτης και ο Κώστας Βάρναλης μιλάνε με ενθουσιασμό για το νέο ποιητή. Η βιωματική ποίηση του με την ιδιωματική γλώσσα των ναυτικών, η άψογη δημοτική με τον ομοιοκατάληκτο στίχο και η δυσκολία κατάταξης του σε μια από τις σχολές της ελληνικής ποίησης τον αφήνουν απέξω από όλες τις ανθολογίες να τραβάει τον μοναχικό του δημιουργικό δρόμο μέχρι το θάνατο του.
Η δημοτικότητα του Καββαδία και του έργου του εκτοξεύτηκε στα ύψη την δεκαετία του 80 με τις πρώτες μελοποιήσεις των ποιημάτων του απο διάφορους συνθέτες αλλά και με τον "Σταυρό του Νότου" του Θάνου Μικρούτσικου.
Γεννήθηκε το 1910 στην Ματζουρία. Ο πατέρας του ήταν έμπορος, προμηθευτής του τσαρικού στρατού. Με την έναρξη του πρώτου παγκόσμιου πολέμου η οικογένεια του επιστρέφει στον τόπο καταγωγής της, την Κεφαλονιά και αμέσως μετά στον Πειραιά. Ηδη από το σχολείο δείχνει το ταλέντο του και τη στιχουργική του δεινότητα εκδίδοντας ένα σχολικό περιοδικό τον “Σχολικό Σάτυρο”. Τελειώνοντας το γυμνάσιο δουλεύει υπάλληλος σε ένα ναυτικό γραφείο στο Πειραιά. Όμως το υπαλληλίκι δεν του ταιριάζει και μπαρκάρει ναύτης σε φορτηγό, για να ζήσει αυτά που ονειρεύονταν ανάμεσα στα λογιστικά βιβλία του ναυτικού γραφείου, όπως το περιγράφει έξοχα στο ποιήμα του “Ιδανικός και ανάξιος εραστής...”. Για να καλυτερεύσει τις συνθήκες εργασίας στα καράβια που δουλεύει αποφασίζει
να γίνει μαρκόνης. Το 1939 παίρνει το δίπλωμα του ασυρματιστή αλλά τον προλαβαίνει ο πόλεμος και επιστρατεύεται στο αλβανικό μέτωπο. Από εκείνη την εποχή δημοσιεύτηκε το 1987 μετά τον θάνατό του ένα υπέροχο μικρό πεζό, “Στο άλογό μου”. Με το τέλος του πολέμου μπαρκάρει ασυρματιστής και ταξιδεύει συνεχώς για 30 χρόνια, όταν προβλήματα υγείας τον αναγκάζουν να σταματήσει . Μόλις μετά από τρεις μήνες στη στεριά, πεθαίνει ο Νίκος Καββαδίας στις 1Ο Φεβρουαρίου 1975, από εγκεφαλικό.Ο Καββαδίας αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα του από πολύ νωρίς σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά αλλά την επίσημη είσοδο του στα ελληνικά γράμματα την κάνει το 1933 με την ποιητική του συλλογή “Μαραμπού” που μουδιάζει τους λογοτεχνικούς κύκλους. Μόνο ο Φώτος Πολίτης και ο Κώστας Βάρναλης μιλάνε με ενθουσιασμό για το νέο ποιητή. Η βιωματική ποίηση του με την ιδιωματική γλώσσα των ναυτικών, η άψογη δημοτική με τον ομοιοκατάληκτο στίχο και η δυσκολία κατάταξης του σε μια από τις σχολές της ελληνικής ποίησης τον αφήνουν απέξω από όλες τις ανθολογίες να τραβάει τον μοναχικό του δημιουργικό δρόμο μέχρι το θάνατο του.
Η δημοτικότητα του Καββαδία και του έργου του εκτοξεύτηκε στα ύψη την δεκαετία του 80 με τις πρώτες μελοποιήσεις των ποιημάτων του απο διάφορους συνθέτες αλλά και με τον "Σταυρό του Νότου" του Θάνου Μικρούτσικου.
Σε χιουμοριστική σκηνή στο κατάστρωμα του πλοίου |