«Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση,
δεν εσυλλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα,
ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις,
ούτε
κανένας φρόνιμος μας είπε: «που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα
βατσέλα», αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία
της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί,
και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι,
μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό
και εκάμαμε την Επανάσταση».
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
Θεόδωρος
Κολοκοτρώνης, ο Γέρος του Μοριά. Ο ανεπανάληπτος μέγας πολέμαρχος του
ιερού Αγώνα, ο θρυλικός κλέφτης, η εξοχότερη πολεμική φυσιογνωμία της
νεότερης ιστορίας μας. Μετά την αποτυχία της ορλοφικής επανάστασης, η
οικογένειά του αναγκάστηκε να φύγει από το χωριό της το Λιμποβίσι της
Καρύταινας, της σημερινής Γορτυνίας, και να καταφύγει στη Μεσσηνία. Τότε
γεννήθηκε ο Κολοκοτρώνης, κάτω από ένα δένδρο, στο Ραμαβούνι Μεσσηνίας,
τη Δευτέρα του Πάσχα (5-4-1770). Πατέρας του ήταν ο θρυλικός κλέφτης Κωσταντής,
που σκοτώθηκε το 1780 κατά την ηρωική έξοδο των Κολοκοτρωναίων από τον
πύργο της Καστάνιτσας. Σκοτώθηκαν κι άλλοι πολλοί τότε από το σόι τους. Ο
δεκάχρονος Θοδωρής
γλίτωσε με τη μητέρα του Ζαμπιά, το γένος Κωτσάκη, και με το θείο του
Αναγνώστη, που τους πήρε για προστασία. Αργότερα, το 1785,
εγκαταστάθηκαν κοντά στο Λοντάρι. Μα την ίδια χρονιά ο Θοδωρής,
δεκαπέντε χρονών παλικάρι, έγινε κλέφτης και μετά αρματωλός στην επαρχία
Λονταρίου. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης με την παλικαριά, την αξιοσύνη του
και την εξυπνάδα
του γλίτωνε από όλες τις παγίδες που του έστηναν οι Τούρκοι, για να τον
ξεκάμουν. Πατρογονικό ήταν το μίσος των Κολοκοτρωναίων προς τον
κατακτητή.