Μορφωθείτε Πειραϊκά από το Μέγα Λεξικόν της Τρούμπας
Αλανιάρα = γυναίκα ρέμπελη του δρόμου
Αλαμπουρνέζικα
= αυτά που δεν βγάζεις νόημα. Κατά τον Μπαμπιώτη προέρχονται από την
φυλή Μπουρνού του Σουδάν που όταν μιλάνε ακούγονται απλά ήχοι περίεργοι.
Άμπακο =
αυτό που δεν έχει τέλος (έφαγε τον άμπακο). Βγήκε από τον Άβακα τον
τρόπο που οι άραβες έκαναν υπολογισμούς, κάτι σαν μικρό κομπιουτεράκι,
με χάντρες που μπορούν ωστόσο να κάνουν υπολογισμούς τεράστιους άνευ
τέλους
Αντάμικα = αντρίκια, θαρραλέα
Αρκουδόμαγκας = ψευτόμαγκας
Ασίκης = ωραίος, λεβέντης
Βλάμης = σταυραδελφός, παλικαράς, κουτσαβάκης, εραστής, γενναίος
Βουβή = μαχαίρι
Βουβουζέλας = αυτός που κάνει θόρυβο (όπως λέμε παπαρδέλας για αυτόν που μιλάει πολύ). Κατά συνέπεια η λέξη βουβουζέλα στο Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής είναι λέξη "πειραϊκή".
Γιαβάσης = ήρεμος, ψύχραιμος, αποφεύγει εντάσεις
Γιαβουκλού = μνηστή, ερωμένη
Γιαγκίνι = Σφοδρό ερωτικό πάθος
Γιάφκα
= πρόκειται για ρωσική λέξη που σημαίνει το παράνομο στέκι που
συγκεντρώνονταν οι κομμουνιστές για να προετοιμάσουν την επανάσταση του
1917
Γομάρια
= τα γαϊδούρια αλλά στην Τρούμπα είχε την έννοια του σωματοφύλακα, του
μπράβου που δεν καταλάβαινε τίποτα. Όπως τα γαϊδούρια που τα φορτώνεις
και πάνε, έτσι κι αυτός "εαν τις έτρωγε" δεν έκανε πίσω.
Δαχτυλίθρες
= παράνομο παιχνίδι εξαπάτησης, στο οποίο το θύμα έπρεπε να βρει σε
ποια από τις τρεις συνήθως δαχτυλίθρες, που είχε ο θύτης, βρισκόταν το
στραγάλι, η φακή ή το ρεβύθι
Δερβίσης = Σωστός ιδανικός άντρας, μάγκας
Δίκοπη = Το αμφίστομο μαχαίρι